να ήταν η μοίρα σου φτωχιά
να δεις πως αμέσως
ο κόσμος θα βαφόταν
μαύρο γυαλί που σπάζει υστερικά
σαν χέρια σκισμένα από σίδερα
που στον δρόμο κοιμούνται
σε φωτεινά κλαξόν ανάμεσα
και ποδοβολητά
η νύχτα σου θα ήταν ατελείωτη
δεν θα είχες τον καιρό
τον ουρανό να εκτιμάς
μέσα στη σκόνη του κορμιού
σου να ματώνει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου