Τετάρτη 22 Αυγούστου 2018

Αντιέρωτας Πάρου


Μετράω χιλιόμετρα μακριά σου
Φτάνω σε λίγο Πειραιά
Κι αν με χωρούσε η αγκαλιά σου
Θα ‘μενα εκεί παντοτινά

Σκοτώνω χρόνο στο BlueStar
Θα πάω σε λίγο ως το μπαρ
Να πάρω εσπρέσο
Κι άμα για λίγο ξεχαστώ
Ίσως ξανάρθω να σε βρω
Και να ξεπέσω

Έρωτας απαγορευμένος
Σε ένα νησάκι δε χωρά
Το χαρτζιλίκι όλο που ‘χα
Έφυγε στα ακτοπλοϊκά

Πελώριο Κβάντο

Καλοκαίρι



Τεμαχισμένες σκέψεις
να κοιτούν βιαστικά
το λευκό φεγγάρι.
Μπερδεμένα σώματα
να προκαλούν
αναπάντεχο ρίγος.
Βαριές ανάσες
να σβήνουν
στα βρώμικα σεντόνια.
Σάπιες καρδίες
να σταματούν
καθώς κλείνει η πόρτα

Singapore Sling 

15αύγουστος


λούστε με εντομοκτόνο τις μυρμηγκότρυπες
κάντε εμετό στο παλάτι
ξυπόλυτοι στο βρεγμένο χωμα
πατήστε
στα αγκάθια
μαδήστε τον ιβίσκο πριν το ξημέρωμα
και ύστερα επιβράβευση
τον ελληνικό
αποχαιρετήστε έναν άγνωστο στο σταθμό του τραίνου


θυσιάστε τον αξιωματικό για το καλό της παρτίδας
τους κυνηγούς για το καλό της πανίδας
τους λαίμαργους για το καλό της μερίδας
παραδοθείτε στις προσταγές της φαγούρας
στου στομαχιού τα παραπονα
στην βολή της καμπούρας


βγάλτε το χέρι απ το παράθυρο του συνοδηγού

κλέφτε
σαγκουίνι
πιείτε
δάκρυα
χύστε
κρασί
στο κατάλευκο σεντόνι

Η αναζήτηση του χαμένου χρόνου παραμένει μια χαμένη υπόθεση

Ανώνυμος

Διαστατική Ανάλυση


Καμιά φορά νιώθω διδιάστατη.
Νιώθω πως μια πρέσσα με οριζόντια κίνηση με ζούληξε σε έναν τοίχο με αποτέλεσμα την απώλεια του βάθους μου.
Έτσι, καμιά φορά, έχω μόνο ύψος και πλάτος.
Νιώθω πως αν κάποιος προσπαθήσει να με αγγίξει, το χέρι του θα διαπεράσει το απειροστό μου δέρμα , και προς μεγάλη του έκπληξη θα ακουμπήσει τον παγωμένο τοίχο πίσω μου.
Όταν όμως είσαι κοντά μου και μου γελάς,
ή όταν είσαι μακριά μου και μου γελάει η φωνή σου,
τότε η καρδούλα μου φουσκώνει περήφανη που την αγαπάς κι έτσι ανακτώ την τρίτη μου διάσταση.

Τις κακές μέρες όμως είναι σαν φουσκωτό που του άνοιξες τη βαλβίδα.
Τις κακές μέρες σκέφτομαι το φέρετρο μου, που θα ήταν διδιάστατο κι αυτό, σαν ζελατίνα από ντοσιέ και θα χωρούσε όλο το ύψος μου που πλέον θα ήταν μήκος.

Τις κακές μέρες σκέφτομαι πως δε θέλω να φουσκώσει ξανά η καρδιά μου•
τις κακές μέρες σκέφτομαι πως πεθαίνω.
Κι η σκέψη αυτή με κάνει να κλαίω με λυγμούς και να τραντάζομαι προς όλες τις κατευθύνσεις και τους άξονες.
Σαν μηδενικό διάνυσμα.

Στεφανία Ιναρτάκ

Πέμπτη 9 Αυγούστου 2018

Στη θέα

Είναι κάποιες αγκαλιές που είναι διαφορετικές από όλες τις άλλες
Πιο σφιχτές
Πιο παρατεταμένες
Ο ένας να νιώθει την καρδιά του άλλου
Ένα αίσθημα ότι δεν θες να τον αποχωριστείς
Ένα αίσθημα ότι αν τον αφήσεις ίσως να μην τον ξανά αγκαλιάσεις
Αυτές οι αγκαλιές είναι οι πιο δυνατές αγκαλιές
Οι πιο αληθινές
Και μέσα τους κρύβουν τόση χαμένη αγάπη

Ανώνυμο

Ό,τι γίνει


Να σου πάρω μια γλάστρα δώρο ή να στην πετάξω στο κεφάλι.
Κάπως έτσι σκέφτομαι και για μένα.
Τη βία δεν καταφέρνω ποτέ να την ξεφορτωθώ,
Όσα μάντρα κι αν γράψω, για να είμαι
Ευγενική με την εαυτή μου,
Τα βράδια,
Ειδικά αυτά του Αυγούστου,
Καθόμαστε μαζί στο μπαλκόνι.
Μου λέει χτύπα με
Της λέω χτύπα με εσύ
Μου λέει ευχαρίστως.

Το ανελέητο ξύλο του σέλφχέιτ,
Πιο σκληρό δεν έχω φάει.
Κάθε φορά βγαίνω ράκος.
Μπιτζάμα, καφές, δωδεκάμιση η ώρα,
Κλάμα, πείνα, άπλυτα δόντια,
Γιατί δεν έχεις πεθάνει ακόμα, τι κάνεις.

Όλα τα βιβλία που θα γράψω θέλω να τα αφιερώσω
Στις μέρες που είπα ότι θαναι οι τελευταίες μου.
Αν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο τις ώρες που
Κλαίω και σχεδιάζω το πώς,
Μάλλον θα είχα κάνει ωραία πράγματα,
Μπορεί να είχα βάψει ένα τοίχο,
Δεν ξέρω, να είχα κάνει κάτι σημαντικό,
Μπορεί να είχα μεταφράσει ένα βιβλίο,
Είναι σημαντικό αυτό; δεν ξέρω

Είναι δυο μέρες τώρα,
Ξυπνάω σοκαρισμένη που ξύπνησα.
Παίρνω μια φίλη,
Μου λέει και τι να κάνεις,
Να κάτσεις να σκάσεις;
Και πάνω εκεί που ηρεμώ σε θυμάμαι,
Και σκέφτομαι τι να κάνω, να σου στείλω λουλούδια
Ή ένα γράμμα ξεχεστήριο;

Όχι ότι έχει πολλή σημασία,
Απλά να, σταμάτησα λίγο να θέλω να πεθάνω
Και θύμωσα, και σε θυμήθηκα,
Και είπα να σου γράψω ένα ποίημα,
Κι ό,τι γίνει.

Ανώνυμο