Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2020

τελευταία φορά

 



καλησπέρα, καλησπέρα μου λες και κάθεσαι δίπλα μου,


με αμήχανες κινήσεις προσπαθείς να στρίψεις,


προσπαθώντας να το παίξεις μάγκας, και εγώ σιωπηλά χαζεύω τις ηλίθιες κινήσεις σου,


που είναι αυτός ο αναπτήρας πια? φωνάζεις, και αυτόματα σκέφτομαι πως η καρδιά 

μου είναι έτοιμη να με κάψει ζωντανή και ποσό θα ήθελα εγώ να σε ανάψω,


ή μάλλον να σου ανάψω το τσιγάρο. Τέλος πάντων...


 βγάζω τον αγαπημένο μου αναπτήρα και δειλά-δειλά

υψώνω το χέρι μου να σου ανάψω το αναθεματισμένο τσιγάρο 


και με κοιτάς στα ματιά με μια λάμψη, 


ρουφάς την πρώτη τζούρα σηκώνεσαι καβατζώνεις τον αναπτήρα και τον βάζεις όσο πιο βαθιά γίνεται μέσα στην τσέπη σου


 και καθώς απομακρύνεσαι σκέφτομαι ότι ο αναπτήρας αυτός είναι ο αγαπημένος μου και εσύ ο σταθμός της ζωής μου 


Ελεβίν

Πάλη, πάλι


Πλάσμα της φαντασίας μου εσύ,

Να φόραγα τη μπλούζα σου

Να έλυνα τα μαλλιά μου

Να μας έφτιαχνα καφέ

Να γύρναγες να μου 'κλεινες το μάτι

Να ακούγαμε τους δίσκους σου στο κρεβάτι

Κάθε Κυριακή, κάθε Δευτέρα, κάθε Τρίτη

Να μην έμενες άλλου, κι εγώ αλλού

Δέκα λεπτά είναι μεγάλη απόσταση για τους ερωτευμένους

Να σμίγαμε άγρια κι απελπισμένα

Άγρια γιατί έτσι θα ήταν-

Απελπισμένα όμως γιατί δεν υπάρχεις και δεν υπάρχω.


Γιατί με δημιούργησες με το μυαλό σου,

Όσο κι εγώ εσένα

Κι αρκεί μέρα μισή να μείνουμε μαζί 

Για να εξαφανιστούμε πάλι.


Ανώνυμο

Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2020

Λύγισαν όλα


Ξεψύχησα ψελλίζοντας το όνομά σου κι έσπασαν οι πέτρες.

 Έλιωσαν τα σίδερα.

Λύγισαν όλα, εκτός από την καρδιά σου.


Ανθή Πάνου


Το εμβόλιμο


Πριν μας προσβάλει η ασθένεια

υποταγμένοι

από πάθος

και βαθεία ταξικότητα

καταπατημένοι

από οποιαδήποτε κοινωνική ή ερωτική δικαιοσύνη

τσίμπα με

ισχυρά

αναισθητικά

σαν μέλισσα τον Αύγουστο

να πεθάνω από το δικό σου δηλητήριο

όχι από χρησιμοποιημένη βελόνα

ψωνισμένου πολιτικάντη.


Αφροδίτη Κατσαδούρη

Τσαλακωμένα χαμόγελα



Ζούμε με χαμόγελα δανεικά.

Στιγμές δανεικές.


Και όταν γυρνάμε στο σπίτι και γδυνόμαστε, 

μας μένουν μόνο οι φόβοι και οι ανασφάλειες.


Στο δρόμο όταν μας βλέπεις,

δε θα παρατηρήσεις εύκολα τις ρωγμές μας.


Μεταξύ μας όμως, υποκρινόμαστε.

Μη μας δούν οι εξουσιαστές μας ευάλωτους.

Σε αυτούς θα μοιάζουμε πάντα απειλή.

Και είμαστε. Τα μάτια μας εκπέμπουν φωτιά.


Και όταν εν τέλει μένουμε μόνοι,

τότε μπορούμε να πετάξουμε τα προσωπεία μας.

Να νιώσουμε ανήμποροι και τσαλακωμένοι.


Την επόμενη μέρα βγαίνουμε από το σπίτι και χαμογελάμε στον υπάλληλο του μίνι μάρκετ.


Καλημέρα.


Νίκος Καππα

Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2020

Πού θα κοιμηθεί ο γυμνοσάλιαγκας;


Τόσο τυλιγμένη

γύρω μου. 

Τόσο συνηθισμένη σε εμένα

που φαίνεται ασύλληπτο να είμαι σ’ άλλα μάτια

άγνωστη.

Η τέχνη του ξετυλίγματος, έχει σχέση με την πλεκτική; 

Ή μάλλον, η πλεκτική, έχει σχέση με εμένα; 

Το είπανε για αστείο, αλλά είμαι στα αλήθεια

η κυρία Κρεμμυδάκη.

Όπως μου αρέσει να σκεπάζομαι.

Με πολλά σκεπάσματα το ένα πάνω απ’ το άλλο,  

να νιώθω το βάρος όλων. 

Χαλαρώνουμε στο σφίξιμο: συγκροτούμε το σώμα μας.


Μ.Κατς

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2020

Άτιτλο

 


Εγώ θα ανοίξω τη καρδιά μου. Εσύ κλείσε το θερμοσίφωνα.

Και σβήσε τα φώτα πάλι. Μην τύχει και κοιταχτούμε και δούμε την άρνηση..

Τέλος πάντων.

Καλύτερα να φύγω, 

αλλά ήθελα να σου πω. Σήμερα είδα ένα κορίτσι με ποδήλατο. Θυμάσαι; Μισούσες τα κορίτσια πάνω στο ποδήλατο. 

Βέβαια όχι αυτές, παρά τη σεξουαλικοποιημένη εικόνα που έχει πλάσει η πατριαρχία για τα κορίτσια με τα ποδήλατα.

Συνειρμοί, έλεγες.

Προτιμούσες αυτές με τη μηχανή, γιατί είναι τολμηρές και το σπάνε το ρημάδι το στερεότυπο.

Τέλος πάντων, καλύτερα να φύγω.

Αλλά ήθελα να σου πω..

Μεγειά το ποδήλατο.


Σήμα Δ. 

'Ωρες μπορώ να μιλάω για σένα


Θέλω να γράψω για σένα και κανείς να μη το διαβάσει, 

αλλά το διαβάζουν όλοι, εκτός από σένα

και να σού γράψω ακόμη ένα ποίημα που να μη σου αρέσει,

αλλά κατά βάθος να σπαρταράει η καρδιά σου καθώς το διαβάζεις

και να σε βλέπω να κοιμάσαι και ν 'ανοίγω τα χέρια σου και να χώνομαι εκεί μέσα,

να μη χάνω στιγμή χωρίς την αγκαλιά σου,

και να σε χαζεύω χωρίς να το καταλαβαίνεις,

πόσο όμορφος είσαι Θεέ μου όταν σκέφτεσαι, όταν χαμογελάς, όταν οδηγείς,

όταν τρως, ακόμη κι όταν μού λες ψέματα,

πόσο όμορφα είναι τα χέρια και τα χείλη σου και τα πόδια σου, 

όταν μπλέκονται μέσα στα δικά μου

και να περπατάμε χέρι-χέρι, να μού δείχνεις τα καράβια και τα πλοία

κι αυτή τη θάλασσα την ξένη για μένα, μα που τόσο περίμενα για να τη δω

και να πίνουμε καφέ στο δρόμο και να πίνω από το ποτήρι σου,

να μού λες κάτι κρύο για αστείο, ότι δεν ταιριάζουμε εμείς οι δύο,

(τίποτα δεν είναι καλύτερο χωρίς εσένα),

να σε ακούω να μιλάς ώρες για ποδόσφαιρο, για τη δουλειά σου, για το σκύλο σου ή τη μάνα σου,

για εκείνη που αγάπησες, για την άλλη που παράτησες, ώρες να σε ακούω να μιλάς.

'Ωρες μπορώ να μιλάω για σένα, αγάπη μου.



Ανθή Πάνου

Άτιτλο

 Τι θα ‘κανα δίχως αυτό τον κόσμο δίχως πρόσωπο και δίχως απορίες

Όπου το Είναι διαρκεί μόνο για μια στιγμή κι όπου η κάθε μια στιγμή

Χύνει στη λήθη στο κενό το γεγονός ότι υπήρξα

Δίχως αυτό το κύμα όπου στο τέλος

Σώμα και σκιά μαζί καταποντίζονται

Τι θά’κανα δίχως εκείνη τη σιωπή που ψιθυρίζοντας βγαίνει από τα έγκατα

Ασθμαίνοντας και οργισμένη ζητά αγάπη και βοήθεια

Δίχως τον ουρανό εκείνο που υψώνεται

Πάνω από τη σκόνη των ίδιων του των ναυαγίων

τι θά’κανα θα έκανα ό,τι και χθες ό,τι και σήμερα

κοιτώντας από τον φεγγίτη μου μήπως δεν είμαι μόνος

να περιπλανιέμαι νʼ αποστρέφομαι ετούτη τη ζωή

μέσα σε ένα σύμπαν που σπαράζει

μέσα σε όλες τις φωνές δίχως φωνή δική μου

φωνές που εγκλωβίστηκαν μαζί μου


Ποιήματα συνοδευόμενα από σαχλοκουβέντες, μτφ. Ιωάννα Αβραμίδου

Samuel Beckett

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020

Άτιτλο

 Οι μέρες 

που περνούν 

έχουν μόνο 

να μου πάρουν. 


Και εγώ, θέλω

να σπάσω το στερνό μου 

πρίν το κάνουν 

οι ταχυκαρδίες. 


Φωνάζω , 

κοιτώντας τον τοίχο 

χωρίς ίχνος φωνής

να βγαίνει από το στόμα μου. 

 

Η ασφυξία , 

θηλιά στο λαιμό. 

Το ίδιο και όσα 

ποτέ δεν σου είπα. 


Δεν ξέρω

εάν κάνει κρύο 

για μπουφάν 

ή για ελπίδα; 


Μη φοβάσαι, 

στείλε μου 

E-mail 

Να με καθησυχάσεις. 


~Ιρις

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

Μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει


σε 'βαλε στη θέση σου

αυτό το τετραψήφιο 

για αυτό ζεις 

μα είναι καλά 

είναι καλά σου λέω 

που θα βρεις καλύτερα 

να κάνεις τη δουλίτσα σου 


να τη

φαίνεται η ευτυχία 

αλλά μη μου πεις ότι 

ονειρεύεσαι ένα σπιτάκι στο δάσος 

να σπέρνεις πατάτες 


κόψε τις μαλακίες 


pugakush

η αντωνυμία σου δεν είναι εσύ

αναζήτηση στη συζήτηση – έχει αποκτήσει 

τη μορφή του χρώματός σου

και τις ελπίδες σου τις ελπίδες σου

τις έχει διαμορφώσει


      έτσι ώστε


το σχήμα ενός τραύματος που όλο πλαταίνει 

μέσα, [να] βρίσκει λόγο ριζώνει πάνω στο λόγο


τα μάτια του μες στα μάτια σου το σώμα του είναι ένας πόνος που διαστέλλεται και η σύσπαση 


   αυτή δεν είναι δική μου


δεν γεννάω εγώ τέτοιες συσπάσεις στους πνεύμονές σου δεν είμαι εγώ 

ο κάτοικος αυτής της πληγής


ο ήλιος που σου έδωσα να καρφώσεις στο κεφάλι σου

είναι δικός του και μάλλον μόνο δικός του


πρόσκ[όλ]ληση αποδεκτή. τώρα μπορείτε να καλείτε ο ένας τον άλλο

χρησιμοποιώντας αντωνυμίες πιο κτητικού περιεχομένου.



Ντενίσα Σαχίνι

Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2020

Σπίτι του όποιος μένει, όταν αρχίζει ο αγώνας


Σπίτι του όποιος μένει, όταν αρχίζει ο αγώνας

κι αφήνει άλλους για την υπόθεσή του να παλέψουν,

πρέπει να ξέρει (για να ’ναι προετοιμασμένος) ότι

όποιος δεν επήρε μέρος στον αγώνα

την ήττα αναγκαστικά θα μοιραστεί στο τέλος.

Και κάτι άλλο: ουδέποτε εν τέλει

αποφεύγει τον αγώνα

όποιος θέλει τον αγώνα ν’ αποφύγει –

καθώς

για του εχθρού του την υπόθεση θα ’χει παλέψει

όποιος για τη δική του δεν επάλεψε υπόθεση.


Bertold Brecht

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2020

Πονεμένοι αλγό/ρυθμοί


Τα ῥεῖ ξεχείλισαν

βρασμένη πραγματικότητα

σέλινο

σούπα

σουρεαλισμός

σε οπή εμβρόντητου κρανίου

χαρούμενο 21

ζοφερός Δεκέμβρης

αλλά εμείς

ανάβουμε φωτιά

από την υπερχρησία

καλωδίων και καλωδιωμένων

φύτρες

τα χέρια μας

στα διάκενα του πληκτρολογίου

ικέτες

γύρω από έναν ψηφιακό βωμό

προσπέφτουμε

για τη σπορά

ξένιου σάλιου

από τα «θα» της βραχείας μας λίστας

ζεσταινόμαστε

λόγια

ευχολόγια

μόλις ανταμωθούμε

ως τότε

φυλαγμένη τροφή σκύλου

θα τρώμε και θα φαγωνόμαστε

μπας και ξεφύγουμε

βρούμε ένα εισιτήριο

και γαυγίσουμε

σε αφέντη

νοσηλευόμενο

σε δωμάτιο ιδιωτικού νοσοκομείου

και τους χειμώνες

αν μας καταλάβουνε

και μας γυρίσουν πίσω

συντροφικοί κι αγαπημένοι

θα παγώνουμε

πίσω από τις οθόνες

πονεμένων αλγο/ρύθμων


Αφροδίτη Κατσαδούρη

Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2020

Στον Δ.


Η αγάπη δεν αρκεί

Το σύνηθες κλισέ

Το σύνηθες κλείσιμο.

Ο έρωτας που πήγε;

Έφυγε από την έξοδο κινδύνου για να μην τραυματιστεί κανείς

Γιατί ο έρωτας είναι εύθραυστος

Σπάει

Έμειναν όμως κάποια θραύσματα του πίσω

Πισω στον άνθρωπο που άφησες

Δεν μπορούσαν να φύγουν κι αυτά από την έξοδο κινδύνου;

Δεν τα ελέγχεις τα θραύσματα του έρωτα

Μπορεί να κάνουν καιρό να εξαφανιστούν και τα τελευταία

Όταν αρχίζει να τρέχει προς την έξοδο κινδύνου είναι ήδη αργά

Δεν μπορείς να τον πιάσεις

Ακόμα κι αν το'χες καταλάβει ότι θα φύγει

Δεν τον ελέγχεις τον έρωτα

Δεν ήθελα να σου αφήσω τα θραύσματα

Μακάρι να τα είχα πάρει όλα μαζί μου

Δεν θέλω να πονάς

Σαγαπάω

Αλλά η αγάπη δεν αρκεί.



Βουκαμβίλια

Άτιτλο

 


Η επιτυχία τελειώνει εκεί 

που αρχίζει η έπαρση.


Με χαμηλωμενό κεφάλι όσοι προχώρησαν,

ουδέποτε σκόνταψαν.


Αντιθέτως, όλοι οι άλλοι γκρεμοτσακίστηκαν.


Αγγελική Σπανδωνίδου

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2020

Αφή

 


Αίσθηση

απτική.


Όλα.

Σε αυτή τη σύνθεση. 

Το πι με το ταυ 

υπόσχονται κόσμους 

που η αδρή μου φαντασία

κλέβει 

λίγο πριν σχηματιστούν.


Η κοσμογονία

η δική μου

απέτυχε.


Αλλά έχεις χρόνο μπροστά σου 

εσύ.


Άκουσε τη συμβουλή μου.

Φώναξε μέσα σου

τον παιάνα της κάβλας. 


Ναι, πλέκω το εγκώμιο του απτού.

Τα δυο σύμφωνα

χυμούν το ένα στο άλλο  

κι είν' εύφλεκτα

αντιπαλεύουν χείλια δόντια

σαν πυρόλιθοι

η σπίθα να χυμάει στα μέσα

κατεβαίνει στα σπλάχνα

ανεβαίνει και καθαρίζει το μάτι 

Δακρύζω και χάνεται.


Ο μέσος χτυπάει τον αντίχειρα 

σαν το πι χτυπάει το ταυ

δίνει ρυθμό καρδιακό 

και χορεύεις μέσα μου


σε νιώθω σε όλο μου το δέρμα.


Με δυο γράμματα

δίνω τα κλειδιά 

το παλάτι της σάρκας μου.

Φώναξε τα.


Π.Γ.

Άτιτλο


Σε γυάλα μες στον Σκλαβενίτη, εγκιβωτιζόμαστε διπλά και τριπλά


πιάνει βροχή•

εκτός από την απαγορευτική συνθήκη του κορονοϊού

τώρα

προστέθηκε ανεπιθύμητα και άλλη μια.


γάλα, ψωμί του τοστ, δημητριακά - και λίγο χώμα να καλλωπίσουμε τα φυτά


εκείνα απαλλάχθηκαν της μάσκας, τα τυχερά.


φλερτάρουν

με το τζάμι,

τις αχτίδες του ήλιου,

τις σταγόνες της βροχής,

τα αυτόνομα πουλιά,

τις ολοστόλιστες βεράντες,

το χριστουγεννιάτικα δέντρο στο γυμνό παράθυρο

-πάντα με εκείνη την παραμερισμένη κουρτίνα

στ' αριστερά ή τα δεξιά-

τον καουμπόι σεκιούριτι της εταιρείας

που μου κάνει ματιά


Πιάνει βροχή

κι αντί να βγεις

να μουσκευτείς ως το μεδούλι, 

όπως παλιά,

κάποιος πατάει ένα κουμπί και φυλακίζεσαι αεροστεγώς

ξανά

και ξανά.


Αφροδίτη Κατσαδούρη

ακινησία


Είναι σαν μούδιασμα

Δεν ξέρω πως να το αποφύγω

Σαν αμέτρητα χέρια να σέρνονται στο πρόσωπο μου

Μου τραβάνε τα μάτια και τα ανοίγουν βίαια

Μετά έρχονται τα στόματα στεγνά

Και διψασμένα και μου πίνουν τα δάκρυα λαίμαργα

Η δίψα δεν τελειώνει 

Περιμένουν στις γωνίες του προσώπου μου

Έρχονται και μου ξεριζώνουν τα βλέφαρα 

μήπως και πέσει έστω κάτι για να ξεδιψάσουν

Όταν τελειώσουν τα δάκρυα μου

γαντζώνουν το σώμα μου 

ολόκληρο από πάνω μέχρι κάτω

Και μουδιάζω τόσο που δεν κουνιέμαι 

Δεν με νιώθω

Αν κλάψω θα ξαναέρθουν

Αν κλείσω τα μάτια μου θα ξυπνήσουν

Φοβάμαι 

Δεν κουνιέμαι ξανά


Stelliferous

Άτιτλο


Κάθε φορά που περνάς 

Φοβάμαι να σε κοιτάξω για πολύ 

Δεν έχω δει πουθενά μάτια σαν τα δικά σου 

Μπορεί κανείς να σε εντοπίζει μόνο από αυτά 

Κι ας έχεις το πιο σκοτεινό βλέμμα που έχω δει 

Αναρωτιέμαι αν το ξέρεις ήδη 

Πως είναι να κουβαλάς τέτοιο βλέμμα; 

εμένα θα με ρούφαγε και 

Τηρώ τα μέτρα ασφαλείας 

Με τις απαραίτητες αποστάσεις 

Καιρό τώρα 

Δε μπορώ να πλησιάσω γιατί

Καίει και 

Εδώ κάνει πάντα κρύο

Ένα χρόνο τώρα έζησα ένα χειμώνα τέσσερις εποχές 

Και μου άφησε δύο κρύα άκρα 

Δεν έχω φορέσει ρούχο χωρίς τσέπες 

Βγάζουν παγωνιά και ντρέπομαι δε θέλω κάνεις να το καταλάβει κι ας ξέρω πως έτσι όπως πάω 

Θα φύγουν για ακρωτηριασμό 

Τώρα με βλέπουν από μακριά και δε ξέρουν 

Κι ας φαντάζομαι να σε πλησιάζω

Στο ένα μέτρο θα το έβλεπες 

Έχω πολύ μελανιασμένα χείλη για να μιλήσω 

Και αν δε μπορώ να χαμογελάσω τι να τα κάνω

Εδώ κάνει πάντα κρύο 

Δεν ξέρεις πόσο κρυώνω 

Αν ακουμπούσα κάποιον 

Θα ζεσταινόμουν λίγο 

Μα εγώ θα τον πάγωνα 

Καμία αυτοθυσία ,είναι ότι

Θα έφευγε επιτόπου για να ζεσταθεί και εγώ θα έχανα  την εξοικείωση μου με το κρύο 

Θέλω να ουρλιάξω ανείπωτα λόγια

Και ανύπαρκτους βηματισμούς


Ας είμαι ένα γυαλί που κόβει ό,τι τον πλησιάσει 

Δεν θέλω αίματα 

Θέλω να μετατοπιστεί η αλήθεια 

Ότι εγώ

Μπορεί πανεύκολα να σπάσω


Λυκ. 

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2020

οικογενειακές ιστορίες


οι εποχές ήταν τέτοιες

που μόνο ο πληθυντικός ταίριαζε στις λέξεις 

φοβίες, καραντίνες, απαγορεύσεις, 

και εμείς, οι τρεις, 

τέσσερις μείον έναν

ακούγαμε τον ήχο της σιωπής

τρία στομάχια να γουργουρίζουν 

όχι από πείνα 

όχι από τους πληθυντικούς

αλλά από αγάπη.


-μπλε-

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

Άτιτλο


από παντού κλοπές, μα μην σ' ακούσουν

όλη την ώρα ζητάω και άδειασε κι αυτή η λέξη

όλη την ώρα κοιτάω απερίσκεπτα 

και καταφέρνω μόνο 

να κολυμπήσω στις νευρώσεις μου 


από παντού δειλές -

προσπάθειες ατέρμονες για έρωτα κι ουσία 

που χάθηκαν λίγο πριν γίνουν προσπάθειες 

στην γέννησή τους πεθάνανε κιόλας


ειδήσεις 

παντού λίγος  χαμός -  απλά  να ερεθίζεται ο χρόνος


απλησίαστος ο πόνος 

κι όμως με κάποιο τρόπο μοιράζεται 

για κάποιο λόγο το ελάχιστο ακόμα υπάρχει

το ελάχιστο δεν θα χαθεί ποτέ 


που να σταθείς 

αφού γνώρισες τους πάντες 

και πια δεν ξέρεις ποιος είσαι 


τι να τηρήσεις και τι να προλάβεις 

στο φως λησμονιόμαστε 

και πια ο φίλος σκοτάδι 


κι αλίμονο 

δεν έχω να πω και τίποτα νέο 

απλά μες στο χάσιμο διαλέγω για λίγο να υπάρξω

 

lupus


26/1


Πρωινό του Γενάρη.

Το πρώτο με σένα, για σένα.                    

Εσύ,

στο κρεβάτι.

Ανοίγω τα παντζούρια,

να μπει το φως.

Δύο πράσινα μάτια,

με κοιτάζουν.

Ανατρέχω στις κτητικές αντωνυμίες.

Δικά μου.

Τότε, αρχίζω το αγαπημένο μου παιχνίδι.

Κινδυνολογώ.

Ιδίως, εκείνη τη στιγμή που κλείνει η πόρτα,

μέχρι τη στιγμή που θ’ ανοίξει ξανά.


''Ρ''