Παρασκευή 25 Ιουνίου 2021

Schloss aus Sand



Όταν αναζητάς τρυφερότητα

ξεχνάς τους εραστές σου 

κι επιστρέφεις σε μένα

γιατί το κρεβάτι είναι μεγάλο κι εσύ είσαι μόνη.


Και φαντάζεσαι πως σε σκεπάζω τρυφερά

πριν κλείσεις τα μάτια

και πως τρυπώνω κι εγώ, δειλά, μες στα σκεπάσματα

και μού χαρίζεις το δέρμα σου, τον ύπνο σου.


Κι εγώ ο πεινασμένος καταβροχθίζω τις σκέψεις σου με λαιμαργία

σε πεινάω, σε πεινάω,

θέλω να σε κατασπαράξω

γιατί όταν αναζητάς τρυφερότητα ξεχνάς τους εραστές σου

κι επιστρέφεις σε εμένα.


Ανώνυμο

Δευτέρα 21 Ιουνίου 2021

μαντήλι

 

Χαθήκαμε.

Προσπαθήσαμε, αλήθεια, να συμπέσουμε οι δυο μας,

μα χαθήκαμε.

 

Δέχτηκες εσύ εμένα να ακολουθήσεις,

ν’ αλλάξεις την πορεία σου για χάρη μου.

Κι έδεσες τα μάτια σου για μένα,

κι έδεσα απ’ τη χαρά του παιχνιδιού 

κι εγώ τα δικά μου.

Κι είπαμε,

«Τώρα θα προχωρήσουμε μαζί!».

 

Νόμιζα κι εγώ - τι αφελής! -

αν πάω με τα νερά σου 

πως πιο σύντομα

κοντά σου θα βρεθώ.

Κι έτρεξα

για να σε συναντήσω, 

μα πήγαινες εσύ - προσηλωμένος καθώς ήσουν

ν’ αλλάξεις την πορεία σου για χάρη μου - από την άλλη.

Τράβηξες αριστερά εσύ

δεξιά εγώ.

 

Και μια φορά κανείς μας 

δε βάλθηκε να βγάλει το μαντήλι.

Μόνο φώναζε ο ένας στον άλλον

«Δεν έρχεσαι!»

«Δεν άλλαξες!»

«Δεν έρχεσαι!»

«Δεν άλλαξες…»

«Δεν έρχεσαι…»

 

Και τα κορμιά μας

όλο και ξεμάκραιναν.

 

Και χαθήκαμε, 

κι ας αλλάξαμε πορεία ο ενός για 

χάρη του αλλουνού.

Και οι φωνές μας ίσα που ακούγονταν,

σαν σκιές ηχητικών κυμάτων.

Και στο τέλος εξαφανίστηκαν κι αυτές

μαζί με μας.

 

Χαθήκαμε.

Γιατί κάναμε τα σωστά πράγματα χωριστά.


Ελίζα Σουφλή

Κυριακή 20 Ιουνίου 2021

Το μπαλκόνι στην αντίπερα όχθη


Ήθελε να ξεφύγει. Έτρεξε. Τα μαλλιά της σαν καλώδια που τρέχουν έξω από το παράθυρο του τραίνου. Κι αυτά τρέχουν, όλα τρέχουν. Κι όταν έφτασε στην άκρη του γκρεμού, πήδηξε. Μα όχι για να πάει απέναντι. Πήδηξε προς τα πάνω, με το βλέμμα στη γεμάτη σελήνη καρφωμένο, καλά όπως ο ορειβατικός πάσαλος που βαστάει τα σκοινιά. Και το σκοινί άντεχε. Όλο ανέβαινε, όλο ύψωνε. Κάτω πήγαινε μόνο το αριστερό της παπούτσι που της έφυγε. Και έπειτα και το δεξί, που το σπρωξαν τα ελεύθερα δάχτυλα του αριστερού ποδιού. Κι όταν έφτασε στης σελήνης τη βεράντα, έβαλε να πιεί μια λουίζα και να κοιτάξει τη νέα της θέα.


Μ. Κατς

Απορρυπαντικό Νο.2


βρήκα ρε γαμώτο 

μπλούζες σαν και αυτές που λερώναμε 

και ξανά αγόρασα 

εκείνο το απορρυπαντικό

βρήκα και δέρμα 

καλύτερο από το δικό σου 

και έπλυνα νέες μπλούζες τώρα πια 

που λέρωσα με δάκρυα 

για τον επόμενο από εσένα 

μα δεν φταίει εκείνος 

και τώρα το απορρυπαντικό μου τελειώνει 

και εγω δεν είμαι εκεί

να πλύνω τις μπλούζες μας

ούτε να μυρίσω το δέρμα του 

και δεν έχω φωνή πια 

για να πω 

μου λείπει εκείνο το απορρυπαντικό


Βασιλης Χ.