Νύχτωσε πάλι και η ώρα πέρασε,
Και όπως στις περισσότερες νύχτες τελευταία,
ψάχνω πάλι, άσκοπα, να βρω νοήματα.
Λες και υπάρχει κάποιο νόημα σε οτιδήποτε από αυτά που ζω.
Υπήρξαν μέρες ηλιόλουστες, γεμάτες χαρά.
Μα τώρα 21 Δεκέμβρη. Κρύο και μοναξιά.
Και κανείς δεν ενδιαφέρεται αν εγώ σιγολιώνω.
Αν τα μάτια μου δεν έχουν σταματήσει να κλαίνε.
Φοράω καιρό τώρα το προσωπείο του «Καλά είμαι, ναι, την παλεύω».
Μα όταν είμαι μόνος δεν υπάρχει χώρος για μασκαρέματα.
Δεν είμαι καλά. Μέσα μου χίλιοι κόμποι.
Στο μυαλό μου εκατό διαφορετικά «Γιατί;»
Γιατί έφυγες; Γιατί με ξέχασες;
Γιατί εσύ, που με είδες τραυματισμένο δε με βοηθάς;
Γιατί δε με κοιτάτε;
Γιατί δε πάτε στο διάολο να ησυχάσω;
Πάλι κοντεύω να σπάσω τα δόντια μου, από το σφίξιμο και το βάρος.
Πότε τελειώνει επιτέλους αυτό;
Πότε θα ηρεμήσω;
Πότε θα σταματήσει η βροχή;
Σ.Λ.