Όπως ξαπλώνει, δεν ξεκουράζεται.
Όπως ζει, έτσι πεθαίνει.
Τα μάτια πρησμένα και το μυαλό αφυδατωμένο
Δουλεύανε βλέπεις στο σκοτάδι και τώρα που υπάρχει το φως δεν τα αφήνει να ξεκουραστούν.
Πρέπει να καταφέρει να σταθεί όρθιος πάνω στον ορίζοντα.
Σε έναν τόσο τέλεια φτιαγμένο ορίζοντα που τον βλέπει από άκρη σε άκρη.
Πρέπει να φωνάξει ότι είμαι κάθετος πάνω σε αυτόν με τα πόδια του να είναι τόσο αδύναμα και ταλαιπωρημένα.
Μετράει τα λεπτά για να χαθεί το φως και να μπορέσει να γίνει ένα με την γραμμή του ορίζοντα.
Όμως δηλώνει παρόν στην απουσία του φωτός.
Όταν παντού τριγύρω του όλα έχουν ηρεμήσει και όλα είναι τέλεια ευθυγραμμισμένα με τον ορίζοντα αυτός δηλώνει παρόν.
Δεν μπορεί και αλλιώς. Βλέπεις δεν είναι επιλογή του.
Αλλά δεν είναι και κάτι που μπορεί να γλιτώσει.
Είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσει για την τύχη που έχει να νιώσει κάθε παλμό της καρδιάς του και να βιώσει κάθε συναίσθημα.
Είναι ο Στρατιώτης πάνω στον Ορίζοντα.
Κάποια στιγμή θα τελειώσει αυτή η θητεία και τότε το σώμα του θα μπορέσει να δύσει με το φως και να ανατείλει πάλι με αυτό.
Έως τότε βρίσκεται στην θέση του και δηλώνει παρών.
Γ. Ν. Παπαδογιαννάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου