Μουντή ξύλινη καλύβα στη μέση του πουθενά.
Έξω από τα σκεπάσματα πετάγομαι ξανά.
Ακόμη ένα λαμπρό και ανέμελο πρωί.
Ακόμη το μουδιασμένο σώμα μου ψάχνει διαφυγή.
Η υγρασία μέσα , διακριτική μα αισθητή.
Η ατμόσφαιρα έξω ζέστη και αισθησιακή.
Μαρμελάδα βύσσινο και ζεματιστό τσάι από φασκόμηλο.
Στρίβω έναν μπάφο και σκαλώνω στο παραθυρόφυλλο.
Το σπίτι έχει βυθιστεί σε έναν ωκεανό δυστυχίας.
Οι τοίχοι διαρκώς σε κατάσταση λογομαχίας.
Πονάω και αυτό αντανακλάται σε κάθε μοναχική γωνία.
Μαραζώνω καθώς όλα γκρεμίζονται με τόση μανία.
Θέλω να δραπετεύσω από το έρεβος.
Μήτε κυκλώνες ,μήτε θόρυβος.
Υποτίθεται ότι μετακόμισα εδώ για να αποφύγω το πλήθος.
Που είσαι; Μάλλον ξέχασες ποιανού είσαι ο πολύτιμος λίθος.
Γιατί στα στάχυα γύρω μου πρόσωπα ξεπροβάλουν;
Θα είναι οι φαντασίες μου που με αποτυγχάνουν.
Φυτρώνουν απορίες, ζαλίζομαι, εξασθενώ.
Ένας απειλητικός λαβύρινθος,πως βρέθηκα εδώ;
Κακό πράγμα οι ανασφάλειες , πάσσαλοι που καρφώνουν.
Μάταια ξεγελιέμαι , τα βλέμματα με θολώνουν.
Ανείπωτα λόγια και σκιές, καμία σαφήνεια.
Την όψη σου αναζητώ σε ονειρική ευκρίνεια.
Όλη μου η ζωή φαντάζε τιμωρία.
Δεν είναι και παράλογο να ψάχνω σωτηρία.
Πλησιάζουν οι επικριτές, με βάζουν στην αγχόνη.
Κλαίω καθώς βλέπω την πτώση μου από ετούτο το βαγόνι.
Εγω το μόνο που'θελα ήταν να γίνω άνθος.
Να ξεχωρίσω εκεί που το μίσος έγινε βάλτος.
Δυσοίωνες κραυγές, ζητούν την καταδίκη.
Ποιος ξέρει καθημερινά ,σε ποιον προκαλούν φρίκη.
Σε ποιον μονίμως εξαπολύουν κατηγορίες.
Ποιος αβλαβής ανέχεται αυτές τις κτηνωδίες.
Μα όλοι οι φόβοι μου θα έρθουν να με σώσουν.
Θα λύσουν κάθε κόμπο,θα με ελευθερώσουν.
Και ξαφνικά το σώμα μου στις φλόγες θα τυλιχτεί.
Ο κόσμος δεν αντέχεται ,η ελπίδα λιγοστή.
Θα αφαιρέσω τα κουρέλια μου, θα σε βρω ξανά.
Εφόσον έξω από εμάς το ψύχος κυνηγά,θα χωθώ μέσα στη φωτιά.
Narchrissus
Έξω από τα σκεπάσματα πετάγομαι ξανά.
Ακόμη ένα λαμπρό και ανέμελο πρωί.
Ακόμη το μουδιασμένο σώμα μου ψάχνει διαφυγή.
Η υγρασία μέσα , διακριτική μα αισθητή.
Η ατμόσφαιρα έξω ζέστη και αισθησιακή.
Μαρμελάδα βύσσινο και ζεματιστό τσάι από φασκόμηλο.
Στρίβω έναν μπάφο και σκαλώνω στο παραθυρόφυλλο.
Το σπίτι έχει βυθιστεί σε έναν ωκεανό δυστυχίας.
Οι τοίχοι διαρκώς σε κατάσταση λογομαχίας.
Πονάω και αυτό αντανακλάται σε κάθε μοναχική γωνία.
Μαραζώνω καθώς όλα γκρεμίζονται με τόση μανία.
Θέλω να δραπετεύσω από το έρεβος.
Μήτε κυκλώνες ,μήτε θόρυβος.
Υποτίθεται ότι μετακόμισα εδώ για να αποφύγω το πλήθος.
Που είσαι; Μάλλον ξέχασες ποιανού είσαι ο πολύτιμος λίθος.
Γιατί στα στάχυα γύρω μου πρόσωπα ξεπροβάλουν;
Θα είναι οι φαντασίες μου που με αποτυγχάνουν.
Φυτρώνουν απορίες, ζαλίζομαι, εξασθενώ.
Ένας απειλητικός λαβύρινθος,πως βρέθηκα εδώ;
Κακό πράγμα οι ανασφάλειες , πάσσαλοι που καρφώνουν.
Μάταια ξεγελιέμαι , τα βλέμματα με θολώνουν.
Ανείπωτα λόγια και σκιές, καμία σαφήνεια.
Την όψη σου αναζητώ σε ονειρική ευκρίνεια.
Όλη μου η ζωή φαντάζε τιμωρία.
Δεν είναι και παράλογο να ψάχνω σωτηρία.
Πλησιάζουν οι επικριτές, με βάζουν στην αγχόνη.
Κλαίω καθώς βλέπω την πτώση μου από ετούτο το βαγόνι.
Εγω το μόνο που'θελα ήταν να γίνω άνθος.
Να ξεχωρίσω εκεί που το μίσος έγινε βάλτος.
Δυσοίωνες κραυγές, ζητούν την καταδίκη.
Ποιος ξέρει καθημερινά ,σε ποιον προκαλούν φρίκη.
Σε ποιον μονίμως εξαπολύουν κατηγορίες.
Ποιος αβλαβής ανέχεται αυτές τις κτηνωδίες.
Μα όλοι οι φόβοι μου θα έρθουν να με σώσουν.
Θα λύσουν κάθε κόμπο,θα με ελευθερώσουν.
Και ξαφνικά το σώμα μου στις φλόγες θα τυλιχτεί.
Ο κόσμος δεν αντέχεται ,η ελπίδα λιγοστή.
Θα αφαιρέσω τα κουρέλια μου, θα σε βρω ξανά.
Εφόσον έξω από εμάς το ψύχος κυνηγά,θα χωθώ μέσα στη φωτιά.
Narchrissus
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου