Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2019

732(Ζ.Πηγή-Αγ.Φανούριος)


Πόσο όμορφα είναι σήμερα. Το σκυλί της απέναντι ταράτσας όταν μας είδε κούνησε χαριτωμένα την ουρά του μια κίνηση που κάνει μονάχα όταν το αφεντικό του αποφασίσει ότι είναι η μέρα του για βόλτα.Βρίκω ενδιαφέρον ακόμα και το σχέδιο που έκαναν στον αφρό του καφέ μου.Δεν ξέρω τι ακριβώς σχηματίζει αλλά ξέρω τι ακριβώς θύμισε σε εμένα. Όσο για εκείνο το αστείο που μου είπες μου έφτιαξε όλη την μέρα ακόμα και αν ήταν κάτι τόσο ανούσιο και παιδικό,και ξέρεις κάτι ίσως το ασφυκτικά γεμάτο λεωφορείο μας κάνει ένα ,άσε τις γιαγιάδες να μαλώνουν για τις θέσεις και έλα στην αγκαλιά μου αφού έτσι μας ανάγκασαν. Τελικά η κίνηση στον δρόμο είναι ένα από τα ωραιότερα φαινόμενα της σύγχρονης εποχης,την είχα παρεξηγήσει..

Bueno

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2019

Άτιτλο

Αν είχα ένα βλέμμα
Να αντικρίσω τούτη την μάτια του κόσμου
Σου είπα ότι φοβάμαι κάμποσες φορές
Λόγια δειλού και αδύναμου
Τις απαισιοδοξίες τις άφησα κλειδωμένες στο συρτάρι
Όπως και το τετράδιο μου που παραμένει κενό
Η φωνή μου
οι μπλε γραμμές του με κοιτάζουν
Και φοβάμαι να τις αντικρίσω εγώ η ίδια
Σου φώναξα "συνέχισε, προχώρα! "
όσο πιο δυνατά μπορούσα
Δεν ακούγομαι και το νερό με πνίγει
Όμως θα 'ρθουν, δεν ξεχνούν αυτοί
Θα σε αρπάξουν και θα σου σκοτώσουν τα όνειρα
Θα τα πατήσουν με τα ακριβά παπούτσια τους
Και εσύ θα με κοιτάς με τα κενά σου μάτια
Σαν να μην έγινε τίποτα
ΞΥΠΝΑ! ΞΥΠΝΑ! ΞΥΠΝΑ!
δεν έχουμε ξυπνητήρια εδώ, χάλασαν
Δεν νιώθω, είπες
συνήθισα, είπες
Είναι η ρουτίνα μου

Δ.Χ.

Άτιτλο


Με χτυπάν και δεν φωνάζω
μου επιβάλλονται και δεν μιλάω
με λένε  χοντρή
με λένε τρελή
με λένε κρύα
με λένε άχρηστη
με λένε αδιάφορη
με λένε κότα
Σαν να είμαι μισή 
σαν να είμαι λίγη 
 
Πώς να μου συγχωρέσω τόσα χρόνια σιωπής
Πώς θα με συγχωρέσουν που γεννήθηκα γυναίκα.

Ανώνυμο

Άτιτλο



Είσαι σαν το έρεβος το βράδυ της Παρασκευής και εγώ τώρα ξεκινάω με την καρδιά μου να σου στείλω ένα δέμα μέσω του οποίου η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει καμία ώρα που ο καθένας μας έχει συνηθίσει να βλέπουμε μοντέλα και παρτιτούρες του χρόνου και θα κατέβω στο κελάρι της ψυχής σου να συναρμολογήσω το παζλ του χαρακτήρα σου.

Ο.

Πού είσαι;


Σε αναζητώ στην ζούγκλα.
Δεν είναι ζούγκλα σαν αυτή του Αμαζονίου.
Είναι τσιμεντένια ζούγκλα.
Τα δέντρα της είναι κτίρια και οι ιθαγενείς της είναι κουστουμαρισμένοι μικροαστοί που τρέχουν να προλάβουν τις δουλειές τους.
Το όνομα της Αθήνα
Καπού εκεί μέσα βρίσκεσαι εσύ
Καπού εκεί μέσα ψάχνω να σε βρω.
Σε σταθμούς του μετρό
Σε στάσεις λεωφορείων.
Σε δημοσιές και ιδιωτικές υπηρεσίες.
Σε πολυσύχναστα καφέ και καφενεία.
Σε αμφιθέατρα και αίθρια πανεπιστημίων.
Σε πλατείες, λόφους και πάρκα
Σε μπαράκια και αφτεράδικα.
Ρωτάω ανθρώπους στον δρόμο για σένα
Γνωστούς και άγνωστους.
Ζωντανούς και νεκρούς.
Έλληνες και ξένους.
Νέους και γέρους.
Άντρες και γυναίκες.
Γκέι, μπάϊ, λεσβίες, τραβεστί.
Ζητιάνους, άστεγους, μικροπωλητές.
Βιομήχανους, έμπορους, βουλευτές.
Αριστερούς, αναρχικούς, αντιεξουσιαστές.
Μπάτσους, χρυσαυγίτες, δεξιούς και ρατσιστές.
Καμιά φορά ρωτάω και τα ζώα
Τα αηδιαστικά περιστέρια που στοιχειώνουν τα μπαλκόνια,
τις ύπουλες αγριόγατες που παραμονεύουν στους κάδους
και τα νωχελικά σκυλιά που ρεμβάζουν στις πλατείες.
Όμως κανένας δεν ξέρει να μου απαντήσει.
Κανένας δεν μου λέει αυτό που τόσο λαχταρώ.
Κι εγώ συνεχίζω να σε αναζητώ.

Ανώνυμο

Του Αγίου Βαλεντίνου


Θέλω να ‘χω ένα κορίτσι ως τα μέσα του Φλεβάρη.
Θα το βάλω απόψε στόχο- ένα μήνα θα μου πάρει.

Θα αρχίσω να πηγαίνω όπου βγαίνουνε τα βράδια
όσες ψάχνουνε να βρούνε έρωτα, φιλιά και χάδια.

Θα ανοίξω πάλι τίντερ,θα φλερτάρω με όποια τύχει,
πιθανότητες να αυξήσω κι ίσως ρίξω και τον πήχη.

Πάνω από όλα όμως θέλω, δεκατέσσερις Φλεβάρη
σοκολάτες και λουλούδια για εκείνη να ‘χω πάρει.

Πελώριο Κβάντο

Κυνηγητό

Έτσι είναι άραγε οι άνθρωποι, που τρέχουν να γλιτώσουν απ’ τον εαυτό τους;
Έτσι ήμουν άραγε, εκείνον τον Σεπτέμβρη; Εγώ μπρος σαν τρομαγμένος λαγός,που ψάχνει να βρει λαγούμι να γλιτώσει το τομάρι του και πίσω ο θηρευτής εαυτός μου, να ακολουθεί ξέπνοος πια. Σαν σκύλος που κυνηγώ να δαγκώσω την ουρά μου.
Είναι κομμάτι μου, μα δεν παύει να μ’ ενοχλεί. Δυσχεραίνει τις θλιβερές νύχτες μου. Κακοφορμίζει το πληγιασμένο μυαλό μου. Όμως πώς να κόψεις την ουρά σου. Πονάει αυτό. Έτσι δεν είναι;
Θα την κόψω, το αποφάσισα. Το να τρέχω να γλιτώσω από έμενα, μ’άφησε χωρίς ανάσα, να βαλτώνω μες τον φόβο.
Θα την κόψω το αποφάσισα. Κανένας πόνος δεν θα ‘ναι μεγαλύτερος από αυτόν που νιώθω χάνοντας εμένα.

Soma.

Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2019

Κοσμική Έκρηξη


Με ξεχνάς, εξόν από όταν βρέχει
Συνεπής σε εκείνη που σε έχει
Μα είναι εκείνη η ασυνέπεια του ασημένιου νήματος που μας ενώνει
Και όταν κάνω να απαγκιστρωθώ, το νιώθω να τεντώνει

Οι δαγκωμένοι κόμποι των δαχτύλων σου
Τους έχω πια χαρτογραφήσει
Ο κλυδωνισμός της γέφυρας των ονείρων σου
Τους νόμους του τους έχω μελετήσει

«Ερωτικοί ασπασμοί»
Έτσι θα τους χαρακτήριζες εσύ
Σφίγγω την κουπαστή
Οι κόμποι των δαχτύλων μου ασπρίζουν
Κλυδωνιζόμενες βεράντες
Νόμοι μιας άλλης φύσης

Πως κινούνται τα μόριά μου γύρω από εσένα
Δεν θέλω πια να με κοιτάς μέσα από το τηλεσκόπιο
Και ξάφνου ξέρω γιατί ο Πλούτωνας είναι τόσο παγωμένος

Κοσμική έκρηξη
Στάλες βροχής
Εσύ

Μ.

Άτιτλο

Στο τέλος αποφάνθηκες
Πως ήμουν ένα λιβάδι
Πως μέσα μου έθρεφα σπόρους ειδών σπανίων
Ζιζανίων κι άλλων στην κατηγορία ιδίων

Ταχέως φθινόπωρα προσπερνώ κυοφορώντας
Ζιζάνια κι άλλα εγωπαθή όπως προείπα
Ακολουθίες μιας μάχης νονάς του εντός μου
Εντόσθιο πένθος που θρέφω όπως προείπα

Και λόγος ποτέ κινητήριος δεν εστάθει
Να νιώσω πως πρέπει μόνη πια να σ’ αφήσω
Παρά λόγος μονάχα εγγυητής των βημάτων
Βημάτων που αιτούνταν να προσπαθώ να σε πείσω

Και με ποτίζω ως ζιζάνιο πλέον, κυοφορώντας κι ελπίδες
Τα πατήματά σου ξερό να με βρούνε
Να πάψω να είμαι ένα λιβάδι όπως προείπα
Παρά μόνο λιβάδι όπου εχάθει μια μάχη

Γιατί όπως προείπα ή όπως έχεις διαλέξει
Στη μάχη αυτή προσπαθώ να σε πείσω.


ksn

(ανάμεσα στο μηδέν και το ένα)


Εσύ φτιάχνεις την βρύση στο μπάνιο σου
που ακόμα στάζει.
Εγώ τόσο καιρό τώρα
έχω καρφώσει την ταμπέλα “αναστήλωσις”
στην αποθήκη των αισθημάτων μου
με την ελπίδα
πως μια μέρα
θα πάψω να εξαϋλώνομαι στην απόσταση
και θα μάθω πως τελικά πυκνώνει ο χρόνος, μάτια μου.

Το σπίτι σου μοιάζει σαν καινούργιο πια.
κι’ όλα κυλούν καλά...
σαν το νερό στο μπάνιο σου
και μένα...
που περιφέρομαι πια
ως ένα απλό κατάλοιπο ηδονής.

Πέρασε ο καιρός, μωρό μου.

Εγώ συνεχίζω
εκείνες τις ώρες αιχμής,
όταν σιχαίνομαι τον αργόσυρτο θάνατο στιγμών μακριά σου
να σου γράφω:
“βρες με ανάμεσα σε εκείνο το μηδέν που σπα φραγμούς
και σε αυτό το γαμημένο ένα
που βουλιάζει φόβους.

Χιλιοπνιγμένο υστερόγραφο : Με σκέφτεσαι;”



Κ.Σ

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2019

Κάθαρση


5:43
11μιση ώρες δουλειάς.
Όχι εργασίας.
Μπαίνω στην πορτοκαλί κόλαση της Ομόνοιας και η αποπνικτική ζέστη του σταθμού μου προκαλεί υπνηλία.
9 λεπτά.
Θα περιμένω.
Παρατηρώ τους ανθρώπους γύρω μου.
Άλλοι επιστρέφουν μετά από βραδινή έξοδο,
ενώ άλλοι πηγαίνουν στη δουλειά τους.
Υπάρχουν και εκείνοι που απλά περιφέρονται.
Νέοι.
Γέροι.
Έλληνες.
Μετανάστες.
Κάποιοι με κοιτάνε περίεργα, άλλοι προκλητικά.
Κι άλλοι αδιαφορούν για την ύπαρξή μου.
Αυτοί οι τελευταίοι είναι οι αγαπημένοι μου.
Κάποιοι δεν είναι άδειοι.
Κάποιοι έχουν βρει τρόπο να γεμίσουν το κενό.
Άλλοι παραμένουν κενά σαν εμένα.
Ένα κενό να παρατηρεί αλλά κενά σε ένα σταθμό
του ηλεκτρικού που μυρίζει άσχημα και έχει λίγο
υψηλότερη θερμοκρασία από αυτή που θα έπρεπε.
Αυτό είμαι.
Κι έπειτα μπαίνω στο βαγόνι.
Το μόνο που ακούγεται είναι ο ήχος του συρμού πάνω στις ράγες.
Μα αν προσπαθήσεις να ακούσεις λίγο πιο προσεκτικά, αν αγνοήσεις τον ήχο του τραίνου,
ακούγονται κλάματα βουβά.
Είναι το κλάμα όλων αυτών που προσπαθούν να γεμίσουν το κενό τους.
Μαζί και το δικό μου.
Μια αθόρυβη χορωδία λυγμών χωρίς μαέστρο.
Δεν χρειάζεται μαέστρο αυτή η χορωδία γιατί δεν έχει ρυθμό.
Λένε ότι  τα δάκρυα είναι η αντίδραση του σώματος όταν δεν μπορεί να εκφράσει αλλιώς τη θλίψη του.
Πόσα θλιμμένα σώματα χωράει ένα βαγόνι του ηλεκτρικού;
Κατεβαίνω στη στάση μου και κάθομαι στο πάρκο έξω από τον σταθμό να κάνω ένα τσιγάρο.
Ο πρώτος ήλιος της ημέρας τύφλωσε τα μάτια μου.
Κάθαρση.

Ανώνυμο

Για Πόσο


Κι έρχεται εκείνη η στιγμή που καταλαβαίνεις πως η ζωή είναι μικρή, είναι μία.
Εκεί που μοιάζει το αύριο πιο προβλέψιμο κι απ' την επόμενή σου σκέψη.
Καταλαβαίνεις μα ξεχνάς.
Αφήνω λοιπόν αυτό το λόγο.
Ύμνο προς τη Ζωή.
Τη μία και μοναδική.

Θαύμασε σαν την πρώτη σου φορά.
Το τοπίο το ιδανικό
την εικόνα της στιγμής
τον ήχο που αντηχεί -λες και θέλει για πάντα να μείνει
το άγγιγμα που δε μετάνιωσες
το λόγο που δεν έκρυψες
το σθένος που επέδειξες
την αγάπη την οποία δεν αγνόησες,

Εσύ είσαι,
μα πώς αφήνεσαι, λησμονείς,
το αύριο σαν αποκριάτικο: περιοδικό.

Π. Α. Μαλανδρής

Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2019

Άτιτλο



Κρυώνω, πού είσαι;
Ο χρόνος άλλαξε,
εσύ δεν είσαι εδώ.
Τα πυροτεχνήματα ανέβηκαν στον ουρανό,
κοντά σου,
και ξέρω ότι τα είδες κι εσύ,
κάπου κάτω από το μνήμα σου
ένιωσα ότι ευτυχισμένη
μέσα στην ελευθερία σου,
τα είδες.
Και χαμογέλασες.

Γεωργία Ν.

εσύ.


Έχεις αρχίσει να ξεχνάς
αν τα μάτια σου δακρύζουν
από το τσούξιμο ή την επιθυμία.
Λες να φύγεις.
Οι άλλοι στο μάθανε αυτό,
τη φυγή.
Εσύ είσαι από εκείνους που μένουν.
Οι άλλοι σου ζητάνε τα πάντα
και δίνουν μόνο όσα θέλουν.
Τρέχουν με βαλίτσες ασήκωτες,
μένεις με σκέψεις υπέρβαρες.
Σου λένε πως η αγάπη αρκεί,
εσένα αρχίζει να σου περισσεύει.

ανν.

Χωρίς ήχο


Άφησε με τα πόδια σου να φιλήσω,
θα καταφέρω να τα συγκινήσω και θα με γυρίσουν στο χθες,
εκεί που η ελπίδα έχει ακόμα χρώμα.
Τα χέρια βγάλε από τις τσέπες και κράτα μου το χέρι
δεν βλέπεις την ψευτιά που κοντοστέκεται;
Που κοιτάς; Τα μάτια μου πήραν το γκρι του ουρανού
και εσύ ούτε που το πρόσεξες.
Δεν θέλω να είμαι απειλητική μα ούτε το χιόνι δεν καταφέρνει
να με συγκινήσει.
 Ένα άδειο κέλυφος η ψυχή μου.
Άφησε με να πατήσω πάνω στα βήματα που άφησες,
μην απομακρύνεσαι βιαστικά γιατί χάνω τον δρόμο.
Θα πετάξω στο περιθώριο όλα όσα με γέμιζαν και θα αφήσω χώρο
μόνο για τις ματωμένες λέξεις.
Λέξεις χωρίς ήχο που κράτησα για σένα.

Δ.Κ

Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2019

paradis



Καλοκαίρι φαντάσου.
Σε κάποιο νησί.
Μία παραλία.
Έρημη.
Με 2-3 αρμυρίκια.
Μεσημεράκι.
Αυτή η νεκρή ώρα όπου το μόνο που ακούγεται είναι
τα τζιτζίκια και το κύμα.
Και που ο ήλιος καίει
και κάνει την άσφαλτο να ζεματάει.
Αν κοιτάξεις προσεκτικά κάτω από ένα αρμυρίκι
είμαστε εμείς.
Στο δέρμα μας μπορείς να διακρίνεις τους λεκέδες
από το αλάτι της θάλασσας.
Και τα μαλλιά μας στάζουν αλμύρα.
Κοιμόμαστε.
Γυμνοί, αγκαλιασμένοι και ερωτευμένοι.
Έτσι ορίζω τον παράδεισο.

ανώνυμο

Μετεφηβεία

Μεγαλώσαμε πια
κι η μετεφηβεία μας
λίγο λίγο
άρχισε να σαπίζει
και βρωμάει απ’ το κεφάλι.
Την βάζουμε στον πάγο
για να διατηρηθεί,
όσο ακόμα η ίδια αντέξει.
Οι νύχτες κυλούν ως συνήθως,
με απωθημένα,
φτηνή μπύρα,
αγγίγματα, κλεφτά φιλιά
-και όχι μόνοστα απόμερα στενά της ίδιας πάντα πόλης,
μ’ ανθρώπους που μας έχουν ήδη ξεχάσει
την επόμενη κιόλας μέρα.
Θέλουμε, βλέπετε, μία ποιητική ζωή,
κι ας μην είμαστε ποιητές.
Όμως, η μετεφηβεία μας πήρε μεγάλη παράταση,
και με το ζόρι κρατιέται πλέον στη ζωή.
Κι ο έρωτας εξαφανίζεται,
μόλις τολμήσουμε να απλώσουμε χέρι πάνω του.

Χριστίνα Π. 

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019

Οδηγός για μία ξέγνοιαστη ζωή 2


Κοιμήσου λίγο,
φάε λίγο,
πιες λίγο,
γάμα λίγο,
γαμήσου λίγου,
άσ’ τους να σε γαμήσουν και λίγο,
ερωτεύσου λίγο,
αγάπα λίγο.
Παν μέτρον άριστον,
παν μέτρον άρρωστον,
ζωή με μέτρο δεν είναι ζωή.
Σε τι την μετράμε δάσκαλε την ζωή;
σε τι μετράμε μαμά την αγάπη;
σε τι να μετρήσω μωρό μου την καύλα;
Μου μετράνε το ύψος,
μου μετράνε το βάρος,
μου μετράνε την περιφέρεια,
μου πήρανε μάλλον ήδη τα μέτρα και δεν κατάλαβα ακόμα.

Π.Ι.Ε.Βασιλείου

η καύλα ως πρέζα



Δεν είμαι από τα ζώα που πιστεύουν στην συνεχή αναζήτηση του σεξ. Δεν είμαι, επίσης, από τα ζώα που η σοβαροφάνειά τους τους κρατά αιώνιους σκλάβους των εαυτών τους. Αντιμετωπίζω την καύλα και το σεξ σαν μια εξέλιξη, σαν μια κατάσταση που σε ρίχνει σε έναν κόσμο που ψάχνεις για τη δόση σου.

‘άκρως ερεθιστικόν‘
πεινασμένος. Λυσσάω.
αλλά το κορμί σου δε το τρώω μόνο το γεύομαι, περνώντας το με σάλιο από την κορφή ως τα νύχια.
-Το σάλιο είναι ο καταλύτης της καύλας, χωρίς αυτό δε συμβαίνει απολύτως τίποτα.-
σε νιώθω σε κάθε φάση της κίνησης, άναρχη, οι σταγόνες μας ενώνονται, όσο περνά η ώρα-όλο και περισσότερες είναι-κοντεύουν να γίνουν λίμνη.
μακάρι να μπορούσα να πνιγόμουν για ώρες εκεί.

pugakush

Ένα πρωί θα ξυπνήσω.


Ένα πρωί θα ξυπνήσω
με όλο το φως του ήλιου
να με καίει στο μέτωπο.
Χωρίς παπούτσια,
τσιγάρα
ή προοπτική,
θα σε αναζητήσω
τραγουδώντας το όνομα σου.
Στον δρόμο μου θα βρω
πολλά εμπόδια
μα για να τα ξεπεράσω περπατώ.
Θα βρω σπασμένα γυαλιά
τριβόλια και γαϊδουράγκαθα
που θα θέλουν να πληγώσουν
τα γυμνά μου πόδια,
μα για να τα προσπεράσω περπατώ
τραγουδώντας το όνομα σου.
-Ήλιε, πανόπτη εσύ που λούζεις
χρυσάφι και δυόσμο
πες μου που θα την βρω;
Τότε ο ήλιος απαντάει:
-Ψάξε στην καρδιά σου
θα την βρεις εκεί
να ποτίζει τριαντάφυλλα
που τα ξέρανε η αναμονή.
Ζαλισμένος από μια ανάμνηση του αρώματος σου.
Θυμούμενος το γλυκό κλείσιμο των ματιών σου.
-Πόσο πηχτό άραγε να είναι το σκοτάδι σου;-
Περπατώ τραγουδώντας το όνομα σου.

Πεφτούλης Μαρθόγλου

Γιατί, γιατί να, γιατί και να


Γιατί η αφορμή να φαίνεται πάντα ηλίθια
Γιατί το άγιο οφείλει  να ναι όμορφο
Γιατί ενώ λαθεύει ο εγωισμός συνεχώς, υπάρχει

Γιατί ο τρόμος στην θλίψη
Γιατί το σκοτάδι στην μοναξιά
Γιατί ο φόβος ο αυθύπαρκτος

Γιατί αλήθεια και ψέμα και όχι αίσθηση
Γιατί κατηγορώ και κριτική και όχι μουσική σε κρεβάτια
Γιατί κατανάλωση ατέρμονη χωρίς βάθος

Γιατί όχι έρωτας
Γιατί όχι θάρρος
Γιατί ηχούν αλλιώς οι λέξεις
Γιατί δεν ρώτησες
Γιατί όχι σιωπή
Γιατί όχι καθόλου λόγια
Γιατί όχι για πάντα
Γιατί όχι για πάντα μαζί

Γιατί όχι θάλασσα
Γιατί όχι μπλε και κόκκινο και γαλήνη και χάος
Γιατί όχι όνειρα σε πόλεις, στάχυα και ματιές

Γιατί όχι

Τα γιατί μου μιλούν και δεν ξέρουν που πάνε


lupus

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2019

Άτιτλο



Από όλους τους ανθρώπους
Άμυνα σηκώνω
Για αυτό τόσο καιρό
Μπορώ κι επιβιώνω

Μπορεί να υπερβάλλω
Και λίγο να θυμώνω
Μα οι περισσότεροι που γνώρισα
Με έκαναν να κρυώνω

Α.Κ.

Αϋπνίες


Το θέμα είναι πως εγώ σε θέλω.
Θα σε θέλω και αύριο μόλις ξυπνήσουμε.
Και το μεσημέρι που θα τρώμε μαζί.
Και το βράδυ που θα πέσω για ύπνο πάλι θα σε θέλω.
Όμως εσύ με θέλεις μέχρι να νιώσεις πως σε θέλω εγώ. Και αυτό είναι μια σχέση εξουσίας
-κάτι που μισώ-

 Από την Κ.

Πέταλα μαραμένα σε κλειστό παράθυρο


"Σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια"

μα το πάτωμα νιώθω σαν σώμα
έρποντας καιροφυλακτώ για νέο κίνδυνο
το βήμα σας είναι ανυπόφορο.

Το πάτωμα είναι σώμα
αλλά παραμένει επιφάνεια
το σπάω να πιάσω με τη χούφτα το χώμα
μπας και φτιάξω κάτι έστω εφήμερο να σου δείξω
μπας και γράψω
μπας και μπορέσω επιτέλους να μιλήσω
με φθόγγους και όχι με δάκρυα
μπας και μπορέσω να κοιτάξω πρόσωπο στον καθρέφτη χωρίς να το φτύσω
μπας και χαράξω γραμμές που να θυμίσουν επιθυμίες
ή έστω όρια που να με κλείσουν.

 Absurdist

Άτιτλο


Αφήνω το χέρι μου να πέσει στο πάτωμα
Το έδαφος γίνεται κομμάτια
Μέσα σε αυτά τα κομμάτια
Ψάχνω εσένα
Εκείνο το δειλινό που οι δρόμοι μας χωρίστηκαν
Δεν ξέραμε, μάτια μου , πως ήταν η τελευταία μας φορά
Βλέπεις, όλα τα θεωρούμε δεδομένα
Δεδομένο ότι αύριο θα ξυπνήσω και θα ζω
Δεδομένο ότι το αγόρι μου ή η κοπελιά μου θα είναι ερωτευμένος/ερωτευμένη μαζί μου μέχρι αύριο
Δεδομένο ότι..
Ονομάσαμε "δεδομένα" τα πάντα
Δώσαμε σάρκα και οστά σε αυτή τη λέξη
Την αφήσαμε να μας κυριέψει και μας κυριάρχησε με τον καλύτερο τρόπο.
Την άγνοια..
Τώρα απλώς κάθομαι και κοιτώ τη σωρό των αναμνήσεων
Ένα τρυφερό φιλί, μια σφιχτή αγκαλιά , το πιάσιμο δύο δυνατών χεριών που είχαν γίνει αδύναμα και το φως μέσα μας να χάνεται..
Μου δίνεις ένα απαλό φιλί στα χείλη
Με κοιτάς
Δεδομένο ότι θα με ξαναδείς.

Ανώνυμο

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2019

Συγγρού



Σταυρωμένος παρατηρητής
χαρούμενος από φόβο
θλιμμένος κατ ανάγκη-
ταυτόχρονα

Έχω μετρήσει πολλά
δε ένιωσα κάτι,
μόνο τον σβέρκο μου

Προσπαθώ να κουνηθώ και είμαι κοντά
για να δω
αυτά που ονειρεύομαι τόσο καιρό

Τα λημέρια
που έχουν μπει-αυθαίρετα-στο νου
ανθισμένα λιβάδια, χρόνια τώρα

Ακόμη όμως αφήνω τις ώρες να περνάνε
Να. σαν τα ‘μάξια
Και είναι πολλά τα γαμημένα
στη Συγγρού.

pugakush