Τρίτη 12 Μαΐου 2020

Άτιτλο

Έχω ένα σώμα,
μου το φορτώσανε και δεν ξέρω τι να το κάνω.
Κι αναρωτιέμαι, πόσο ακόμα,
μαζί μου θα το σέρνω,
ώσπου να πεθάνω.

Το σώμα που φοράω,
έχει γεράσει και είναι διψασμένο,
ξερό στην επιφάνεια, στα βάθη πονεμένο,
όλα τα θυμάται,
μα νιώθει ξεχασμένο.

Κι αν στο προσφέρω,
κάποια βράδια να το δεις,
λίγο να το αγγίξεις,
με το σώμα σου να το γευτείς,
μη προσβληθείς.

Φταίει που κάποτε,
ένα πρωί έφαγα, στον ήλιο να σε κοιτώ,
και ώρες πέταξαν να σου μιλώ.
Έκτοτε, το λείψυδρο σώμα μου,
σε περνάει για νερό.

Αρμάνδος Σ.

Προσοχή μεταξύ του κενού κλειδαρότρυπας και κλειδιού


Ξέρεις αν αφήσεις τα μάτια σου ορθάνοιχτα μέσα σε ένα ολοσκότεινο δωμάτιο δεν θα δεις ποτέ φως, για αυτό πολλές φορές προτιμάω να τα ‘χω κλειστά..Έτσι κλείνομαι στον εαυτό μου και άλλες ανοίγομαι στον πρώτο τυχόντα για να πω πως προσπάθησα. Αλλά τα συναισθήματα τους δεν με αγγίζουν χτυπάνε πάνω μου και εξοστρακίζονται σαν τις υποτιθέμενες σφαίρες τους.Τα φιλία τους μου προσφέρουν απλά νέες γεύσεις στα χείλη ,οι ιστορίες τους δεν μπορούν να διαπεράσουν τις αόρατες ωτοασπίδες μου και οι αγκαλιά τους με ζεσταίνει αφόρητα. Αλλά ακόμα θυμάμαι την αγκαλιά σου που αποζητούσα σε καύσωνες, τις ιστορίες σου που παραμένουν καρφωμένες σε σκοτεινά σημεία του εγκεφάλου μου και το φιλί σου που μου έδωσε την απάντηση στο τι μπορεί να εννοούσε ο Ελύτης όταν έλεγε ότι πολλές φορές τα φιλιά έχουν μια γεύση τρικυμίας.Για αυτή την τρικυμία ίσως ανοίγω τα μάτια μου σπάνια και μέσα στο σκοτάδι ψάχνω το φως ανάμεσα στην κλειδαρότρυπα και το κλειδί.

Bueno

Σάββατο 9 Μαΐου 2020

Μικρά σύννεφα


Πιστεύοντας πως ανήκω κάπου μα δεν ανήκω πουθενά πειθώ τον εαυτό μου μέχρι να με απογοητεύσουν ξανά πέφτω απ'τα σύννεφα και κάθε φορά πονάω σαν να είμαι εθισμένη στον πόνο τόσο με πονάω...

Ελεβίν

Άτιτλο

Κάπου χάθηκα·
εκείνο το κορίτσι με την χρωματιστή κορδέλα
μεταεσονύχτια μηνύματα σε ένα παλιό κινητό
και στον έρωτα που δεν ωρίμασε ποτέ.
βόλτες με τσιρότα στα γόνατα
ένα σπίτι στο κέντρο_ο έρωτας τι είναι;
στον καπνό από το τσιγάρο
το πάρκο εκείνο_ξυπνάω νωρίς αύριο_μα θα μείνω
αυτό είναι έρωτας;
κάνε μια τρεχάλα με το ποδήλατο
ούτε που πρόλαβα_είσαι ο έρωτας;
το θαλασσί μπλουζάκι_γυρίσανε οι κορδέλες;
μ'αρέσει να κοιμάμαι
είναι έρωτας;
αυτό καίει, γιατί κοιτάς έτσι;
όνειρο ή αληθινό ξωτικό;
να τρέξω; έτρεξα_έκλαψα; να κλάψω
μα έρωτας δεν είναι.
τι ωραία που είναι να μυρίζεις λουλούδια_μα όχι αυτοαναφορικότητα
γιατί
κάπως έτσι με βρήκα
και γω θέλω
να χαθώ· στον έρωτα.

ανώνυμο

Τετάρτη 6 Μαΐου 2020

Άτιτλο

Ίσως να είμαι πολύ νέος.

Ίσως να είμαι τόσο νέος, που να μην έχω χρησιμοποιήσει ακόμα τα μάτια μου.

Ίσως να μην έχω χρησιμοποιήσει καμία αίσθηση μου.

Ίσως να τις έχω χρησιμοποιήσει όλες & απλώς να χάνομαι στα ψέματα τους.

Αφού είμαστε όλοι διαφορετικοί, ίσως να μην φτιάχτηκα για να μπορώ να ζήσω σε αυτήν την πραγματικότητα.

Ίσως ο μόνος τρόπος να ζήσω, είναι να φτιάξω μία δική μου.

Ίσως να την έφτιαξα ήδη & να την αρνήθηκα όπως και τις άλλες.

Ίσως να είναι πολύ μοναχική κάθε μία που έχω πλάσει.

Κάθε πραγματικότητα είναι σαν να έρχεται μέσα από το ίδιο καλειδοσκόπιο.

Αλλάζω γωνία, αλλά η προηγούμενη είναι πάλι εκεί.

Ίσως το σκοτάδι να το αισθάνομαι πάντα το ίδιο.

Ίσως πρέπει να είμαι ευγνώμων μόνο που υπάρχει φως.

Ίσως να είμαι πολύ νέος.

Ανώνυμο

[Κανένα παιχνίδι ποιημάτων: ψέμα, καλόγρια, αγκίστρι, αντίο, καραντίνα, όχι, αφήνω, τρέλα]


Σαν ψέμα μου φάνηκε το πως είπαμε αντίο.
Με άφησες και σαν από τρέλα κυκλοφορώ πλέον
με ένα αγκίστρι στο στόμα, εκεί κρεμάστηκαν τα σ’ αγαπώ.
Όχι, δεν το έχω σε πολύ να γίνω καλόγρια,
είναι και αυτή στη ζωή μιαν άλλη καραντίνα.

Σ.

Το κυνήγι της ευτυχίας


Κυνηγάμε την ευτυχία
που ανάλογα τους αιώνες αλλάζει μορφή.
Φοράει στωικά αυτήν που της φοράμε.
Και χτίζουμε σπίτια
με παράθυρα, σαν οθόνες.
Και ενώ οι περαστικοί μας παρακολουθούν
απ' αυτές τις οθόνες. Εμείς παρακολουθούμε
άλλους περαστικούς, σε άλλες οθόνες
μικρότερες      πολύχρωμες.

Και κάπου πίσω απο μια πόρτα ένα παιδί παρακαλά
την μάνα του να το αφήσει να βγεί
 έξω
Και σίγουρα σ' ένα σαλόνι ένας άντρας τραγουδάει
 μόνος
Ίσως μια γυναίκα ξαπλωμένη στο κρεβάτι της
 ουρλιάζει
Κάποια γιαγιά δακρύζει
 χαϊδεύοντας
ένα παλιό ξεφτισμένο καπέλο
Πιθανόν ένα ζευγάρι νέων κάνει σεξ χωρίς προφύλαξη.

Έτσι η νύχτα ανενόχλητη μέσα στην άδεια πόλη
πλέκει τις ψευδαισθήσεις για την επόμενη ημέρα.
Να μπορούμε εμείς οι άνθρωποι να αντέξουμε
την ευτυχία· που τόσο σκληρά προσπαθούμε να χτίσουμε
κάνοντας εκπτώσεις στα όνειρα. 

                                   Ιάσων Άλυ (iasonas toyotomi)

Άτιτλο


Μπερδεύομαι πλέον με τις εξισώσεις,κατάλαβες;
Δεν μπορώ να τις λύνω όλες τόσο απλά και όμορφα όπως εσύ.
Είναι που γίνανε πραγματικά δύσκολες πια, όπως μου θύμιζες από μικρή
Είναι που στην υπερπροσπάθεια μου να τις λύσω,
χάνομαι μέσα σε περιττά νούμερα ,ζητούμενα και παρενθέσεις.
Πόσο λιγότερο χρόνο θα έχανα αν ήσουν εδώ,
να μου θυμίζεις πως η λύση
είναι πάντα απλή
πάντα δυνατή,
αρκεί μόνο να μη φοβάμαι
ούτε εμένα
ούτε την εξίσωση.

Μαρλίν

Άτιτλο


Μαμά
Το πρώτο χαμόγελο.
Το πιο αθώο.
Αέναη αγάπη,
μεταφυσική,
δική μας.
Βροχή αστεριών η αγκαλιά της,
για κάθε εύθραυστη νύχτα.
Τριάντα χρόνια μετά.
Το βλέμμα μου γυρεύει ακόμη το δικό της.
Με την ίδια αγωνία,
εκείνης του δευτερολέπτου.
Στο ανοιγόκλεισμα των βλεφάρων μου,
να είναι ακόμη εκεί.

''Ρ''

Άτιτλο



Προσπαθώ να σε βρω
μα όταν σε βρίσκω είσαι μόνος σου πάντα
και ξέρω πως αν χαρούμε παρέα
δε θα ναι κανείς εκεί να μας δει.
Και ο,τι δεν είναι στο πεδίο κάποιου άλλου βλέμματος
είναι αόρατο και ανούσιο κι ας υπάρχει
Εσύ και εγώ δε μετράμε.

Δεν ξέρω αν πρέπει να σε κλωτσάς πιο κάτω
ελπίζοντας να βρεθεί κάποιο χέρι να σε σηκώσει.
Γιατί αυτό το χέρι,αν υπήρχε,
θα ήταν πολύ μακρύ και δεν θα γινόταν να ανήκει σε κάποιον άνθρωπο.
Δεν ξέρω αν έπρεπε να είχες πιαστεί τελικά από τα σκοινιά
και σου λέω δεν ξέρω γιατί ,μεταξύ μας,
αν αυτά άντεχαν και δεν κόβονταν όσο τα αγνοούσες
τώρα δε θα χρειαζόταν να σου γράφω
Και ότι δεν αντέχει το βάρος του σώματός σου διπλάσιο όταν είσαι ημιλιπόθυμος
δεν αξίζει να σε κρατήσει όταν θα είσαι ανάλαφρος.
Ξήλωσέ τα.

Μερικές φορές θέλω να σε πονέσω
και βρήκα μια νέα ικανοποίηση: γροθιές από άδειο στομάχι
φαντάστηκα ότι σε σμίκρυνση θα μπορώ να σε διαχειριστώ
θα μπορεί το σώμα σου να φωνάζει
και πρέπει επειγόντως να βγουν αυτές οι φωνές
και εσύ να ξεχνιέσαι

αλλά μην νομίζεις.
Όσο κοιτάζω στον καθρέπτη δεν θα σου χαμογελάσω ποτέ
γιατί πια ξέρω πως λειτουργούν οι καθρέπτες
το πρόσωπο που θα βλέπω να γελά θα είναι το δικό μου
και εγώ ήθελα να δω κάποιο άλλο
και δεν γίνεται να με χαϊδέψει όσο κι αν πλησιάσω. Είναι γυαλί
στην καλύτερη θα κοπώ
στη χειρότερη θα συνειδητοποιήσω πόσο άδειο είναι αυτό το δωμάτιο
Σου λέω,στους καθρέπτες δεν υπάρχει αντανάκλαση μόνο η παραπλάνηση
αφού τους βλέπω όλους εκεί μπροστά
μα είναι πίσω μου και πολύ μακριά
και βλέπω και μένα
με το ίδιο πρόσωπο και το ίδιο σώμα κάθε μέρα
μα εγώ είμαι σίγουρη ότι αλλάζω γκριμάτσα ανά δευτερόλεπτο και μιλάω πολύ
ενώ συνεχίζει να με δείχνει σιωπηλή και ανέκφραστη.

Θα θελα να μην ξέρω πως ηχούν οι παλμοί μου
τους ακούω πότε ρυθμικά πότε άρρυθμα
και είναι ο πιο αποκρουστικός ήχος που έχω ακούσει ποτέ
δεν θέλω να σταματήσουν:θέλω να υπάρξω σε μια κατάσταση χωρίς την επίγνωσή τους
αλλά μάλλον απουσιάζουν ακουστικά ερεθίσματα
και κάπως πρέπει να διαχειριστεί ο εγκέφαλος μου αυτή την εκκωφαντική σιωπή
και πρέπει να νιώθω ευγνώμων που δεν έχει δημιουργήσει τα δικά του
όπως εγώ δημιούργησα εσένα να μου μιλάς
θέλοντας να βγω έξω από μένα για πέντε λεπτά
να πάρω αέρα

(σου υπόσχομαι
πως αυτή τη φορά
δεν θα αργήσω πολύ να γυρίσω
και τις υποσχέσεις που δίνει κανείς στον εαυτό του
είναι καταδικασμένος να τις τηρήσει.)

Λυκ

Άτιτλο



Μόνο μερικοί άνθρωποι είναι είτε πολύ τυχεροί, είτε πολύ άτυχοι, ώστε να ζήσουν μίαν αγάπη παρανοϊκή.

Και όταν την ζήσουν, μετά δεν είναι οι ίδιοι άνθρωποι με πριν.

Κάτι αλλάζει μέσα τους, κάτι γεννιέται, κάτι που μοιάζει με τέχνη.

Σ.

Άτιτλο



Είμαι ο πύργος και το άρμα.
Και στις φλέβες μου τρέχει η βροχή.
Είμαι η σιδερένια μπάλα της ήχους και κάθε φθινόπωρο ανθίζω.
Με πόδια ριζωμένα στη θάλασσα της ακινησίας, βαδίζω.
Είμαι, για πάντα, ο τυφλός και άσπιλος θεός.
Κραυγάζω προς τα αρπακτικά, μη τύχει και καταλάβουν πως στα αλήθεια δεν υπάρχω.
Είμαι το 3 πριν απ'το 2.
Είμαι η σήψη στο συκώτι,το τέλος πριν την διαδρομή.
Μύρισε το χρόνο, αν μπορείς.

Ανώνυμο

• δανεική παρ(ουσία) •



Έβαλα τα ακουστικά μου και έξω βγήκα στην αυλή να κάνω ένα τσιγάρο.
Μια ώρα μετά, βρέθηκα να καπνίζω ασταμάτητα με τον βήχα μου να επιμένει να μου λέει να σταματήσω αλλά τα τρεμάμενα από το άγχος χέρια μου, να έχουν ήδη στρίψει το επόμενο τσιγάρο.
Γράφω, λοιπόν, για να κρατήσω τον εαυτό μου απασχολημένο.

Πίνω νερό με λεμόνι αυτές τις μέρες, καεί τα λίπη λένε και διώχνει τις τοξίνες.
Ο συνειρμός θαρρώ είναι εμφανής.
Δεν έχω σκοπό να προσπαθήσω να εντυπωσιάσω σε αυτό το γραπτό μου ώστε να το ντύσω με κάποια ποιητική αδεία.

Θυμάσαι την τελευταία φορά που χαρούμενος ήσουν;
Κάποιος μου είχε πει πως χαίρομαι με πολύ απλά πράγματα, η ζωή μου όμως σύνθετη είναι.
Το συμπέρασμα το αφήνω σε εσένα.

- Σε λίγα λεπτά η ώρα στον παλμό θα είναι 3:30 -

Η πιο συχνή συμβουλή που ακούω από τους δικούς μου ανθρώπους είναι "λίγη υπομονή, θα περάσει".
Δεν ξέρω τι με στεναχωρεί περισσότερο, η συχνότητα των περιστατικών στην ζωή μου που "πρέπει/θέλω/περιμένω" να περάσουν ή που...όντως περνάνε;

Δανεικές πάρ(ε)ούσιες.
Τα τσιγάρα; δανεικά ;
Το αλκοόλ; δανεικό.
Η θολούρα; δανεική.
Η μαστούρα; δανεική.
Τα χρώματα; δανεικά.
Το μούδιασμα; δανεικό.
Τα χέρια σου;........
[συμπλήρωσε το κενό]
Θα ανοίξω τα πόδια μου.
Θα βγάλω τα ρούχα μου.
Και θα κλείσω τα μάτια μου.
[συμπλήρωσε το κενό]
αυτή την φορά, οποίο εσύ πραγματικά μπορείς.
Μη ντρέπεσαι.
Η ντροπή αρμόζει σε όσους ανθρώπους, όταν εκτεθειμένους όσους του λατρεύουν βλέπουν και μάτια κλειστά τους αφήνουν, να μην αντικρίζουν την ανικανότητα να συμπληρωθεί οτιδήποτε πέραν των βρώμικων καπρίτσιων.

Η καθηγήτρια της έκθεσης θα με μάλωνε που τόσα ρήματα χώρεσα σε μια πρόταση χωρίς καμία τελεία.

Δεν πειράζει κυρία, έτσι είμαι εγώ.
Ατελής.

Αλλά δεν πειράζει.

"Λίγη υπομονή θα περάσει"


Ίρις°

Ημέρες καραντίνας


Δεν είναι καλοκαίρι
Και επενδύσαμε στους έρωτες
Μη γίνει ο χρόνος ατέλειωτος Χειμώνας
Κι έβρει μοναχά εκτεθειμένες καρδιές

Δεν είναι Άνοιξη
Και εμείς ανθίσαμε τόσο πρόωρα 
Πώς να μην ξεραθούμε
Πριν έλθει ο Ιούνης

Δεν είναι Φθινόπωρο
Και πέφτουν σαν τα φύλλα
Τόσοι

Δεν είναι Χειμώνας
Και ας είναι όλα τόσο ψυχρά
Ας φοράω γάντια
Για να σε αγγίζω

Μα μια εποχή απροσδιόριστη
Που μας ζητά επίμονα τα ρέστα

Ανώνυμο

Άτιτλο

ανήσυχο σαν καιρός
και κατακαίει
κάτι θα είναι

ξυπνάει η άνοιξη
φώτα άλλα
δεν χρειάζονται

μελωδίες γεμίζουν
τα τετραγωνικά
και σκορπίζονται

ανασταλτικά γεμίσαμε
αντισηπτικά κι αντίδοτα
ψάχνουμε απεγνωσμένα ή και όχι

ρίξε τις ιδέες
να χυθούν
απ΄άκρη σ΄άκρη

κι η κατανάλωση με ρέγουλα
κελάρια δεν κρύβαμε ποτέ
στα σπιτικά μας

τα τετραγωνικά καλύφθηκαν
οι ανάγκες ποτέ
ο έρωτας πότε ;

χρόνος δεν υπάρχει
σιγουριά αναμφίβολα όχι,
καθώς δεν απαιτούνται


lupus

Άτιτλο



ας φιληθούμε
κι ας κολλήσουμε έρωτα.

ας ερωτευθούμε
κι ας πεθάνουμε από αγάπη.
 
lupus

Δύο λέξεις


Όσο δύσκολο κι αν σου είναι να το πεις, όσο και αν ο εγωισμός σου το καταπιέζει , αν το νιώσεις στο ελάχιστο το " μου λείπεις ", πες το και δεν θα πάει χαμένο .
Πες το μου και θα με νανουρίζει ρυθμικά τα βράδια που με τσακίζει η αϋπνία . Πες το μου και θα βρω κάπου να το φυλάξω ώστε να παίρνω δύναμη να συνεχίσω.

Αφού λένε απορρέει εσωτερική άνθιση από το να δίνεις .. Δώσε μου δύο μόνο λέξεις και θα σου δώσω τα πάντα .

Ανώνυμο

ο κύκλος των δρομέων



κάπου κάποιοι,
κάτι χτυπούν.
ήχος που φτάνει στα αυτιά σου
σού θυμίζει πως κάπου,
κάποιοι
       με κάτι σε κυνηγούν.

τρέχα, αφού τρέχεις συνεχώς.
εκτός κι αν κάποιες φορές
τα χάνεις.
και ψάχνεις ουρανούς
μέσ' σε γαλάζιες πόρτες
και σε ανθρώπους
που τους γέννησε η γη.

κάπου με κάποιους τρέχεις,
όσο πιο γρήγορα μπορείς,
να ξεφύγεις από εκείνο
που δεν ξέφυγε κανείς.

κάπου ο ήχος χάνεται,
και το τρέξιμο δεν έχει πια ρυθμό.
τίποτα πλέον δεν έχεις να αποφύγεις.
   τα κατάφερες.

και κάπου-κάπου
κάτι χτυπάς.
ήχος που διαχέεται,
θυμίζει σε κάποιους
πώς κάπου
κάποιος,
      με κάτι τους κυνηγά.

και τρέχουν.
αφού δεν τρέξανε ποτέ.
εκτός κι αν κάποια στιγμή τα χάσανε.
και έψαξαν μια γη
μέσα σε πόρτες πορφυρές,
και σε θεούς,
που δεν τους γέννησε κανείς.

Ανώνυμο