αγαπούσες τον κόσμο
και με ένα χαμόγελο, σχεδόν
παιδικό άγγιγμα ανόθευτο
έκανες τα μάγια σου νεράιδε.
έβλεπες τα πουλιά που πετούσαν
και εγώ να μη χορταίνω, πέταγμα ψηλό
σε πόσες βαλίτσες να χωρέσω τη θύμηση;
μυαλό που θέλει να καρφιτσωθεί
με δύναμη να σπάσει
να βγάλει χρώματα να βάψει
τοίχους τσιμεντένιους
πια δε μας νοιάζει για τους άλλους
μήτε και για μας.
μήνες πολλοί, νεραϊδένιε βασιλιά
να αγαπάς τον κόσμο.
Βασιλης Χ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου