Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2018

To soundtrack της Νύχτας


0.  Επίκληση στα ζάρια
1.  Σελιδοδείκτης αχαρτογράφητων επιθυμιών
2.  Το παγκάκι και τα χνώτα μας
3.  Αιθαλομίχλη
4.  Η υγρασία στα χείλη της καυλωμένης κοπέλας
5.  Δώσμου ένα τσιγάρο
6.  Que rien n’ empeche le Bonheur, comme le souvenir du Bonheur
7.  Μάτια καρφωμένα στο παράθυρο
8.  Μήπως φοβάσαι το σκοτάδι; Μήπως φοβάμαι το σκοτάδι;
9.  Nostalgia pt.1
10.Nostalgia pt.2

Ανώνυμο

δεν γελάω ποτέ μου τελευταίος


επιστρέφω πάει να πει
γυρίζω
γυρίζω σημαίνει δεν πέθανα στον δρόμο,
δεν πέθανα δηλαδή
επιβίωσα,
κι όσες φορές σταμάτησα
με τα πόδια κομμένα και στην πλάτη
με την ψυχή λειψή και στο στόμα,
σταμάτησα για μια τελευταία ανάσα
για μια αναγούλα
που μου ήρθε
όπως η αναγούλα
που μου ήρθε
όταν τίναξες τους ώμους μου
πίσω
τα μάτια σου στα μάτια μου και
μου ‘λεγες
να το βγάλω έξω,
βγαλ’ το έξω
μόνο έτσι θα συνεχίσεις
μίλα επιτέλους
πες το γαμώ την Παναγία σου,
κι εγώ καταλάβαινα να αφήσω
τους λυγμούς να ακουστούν
και να αφήσω τα μάτια να τρέξουν
γιατί μόνο έτσι θα στερέψω πάλι,
όπως όταν μου έρχεται αναγούλα
κάθε φορά που θέλω να γράψω,
να γράψω πάει να πει
να στερέψω πάλι,
και οι λέξεις μου βγαίνουν
κομματιασμένες,
μασημένες,
ανάκατες με τα οξέα και τα στομαχικά υγρά
με μπύρες και βότκες,
πιο καθαρές από ποτέ,
καθαρές όσο πάντα,
όπως τώρα που τρέχουν
και βρέχουν τα χαρτιά
και δεν κοιτάω πίσω όποτε τραβάω το καζανάκι,
και παίρνω μια ανάσα από βαθιά,
απ’ το στομάχι,
και σκουπίζω τα κλάματα,
με το μέσα της παλάμης,
και παίρνω τα τεμαχισμένα πόδια μου
και τα αρχίδια μου
στο χέρι
και γελάω με την τύχη μου
που φοράει
το πιο κοφτερό της χαμόγελο απόψε
και την συνηθίζω ξανά
και την αφήνω
να με κλωτσήσει ξανά
ενώ της γελάω
πίσω.

Αλεξάνδρα Επίθετη

Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2018

Άτιτλο


εθισμένοι στα αιώνια πάθη μας
έτοιμοι να πέσουμε στη φωτιά γι'αυτά
ολόγυμνοι
χωρίς λογική και φόβο
μόνο τρέλα
ποιος θα μαζέψει τα αποκαΐδια μας;

(πώς θα αναγεννηθούμε από τις στάχτες μας;)

Για τον άγνωστο Χ

Γ

Μικρό Οκτωβριανό


Και τώρα που βρήκα καταφύγιο στα σεντόνια του μυαλού σου, τώρα αρχίζει η ηρεμία μου.

Τώρα που το βύθισμα της άγκυρας μου ακούστηκε σ' ολόκληρο το Κρητικό Πέλαγος, μπορώ να ξαπλώσω στο κρεββάτι και να απολαύσω την λεπτή σου παρουσία να περιφέρεται και να χτενίζει τα τείχη της παλιάς πόλης.

Να περιφέρεται και εγώ να την περιμένω να γυρίσει στο σπίτι.

ανώνυμο

Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2018

Ε

Κάθομαι και χαζεύω τον έναστρο ουρανό
Νιώθω την πνοή σου δίπλα μου να μαλακώνει τα σωθικά μου
Έπειτα χάνομαι μέσα στη θύελλα σου
Και βρίσκομαι ξανά εκεί..
Να χαζεύω τον έναστρο ουρανό
Που με παραπέμπει στο να αφουγκράζομαι τη σιγανή πνοή σου..
Να το χέρι μου
Το άγγιξες
Να ο γυμνός μου μηρός
Τον φίλησες
Αυτή τη νύχτα , δε θέλω να τη ξεχάσεις.

Solis

Σαν



Η φωνή σου λάμπει ηχοχρώματα
Και γαλάζιο ανεμίζει στα χέρια μου
Τα δροσίζει
Σαν το καλοκαιρινό αερικό
Που θύμιζε ηδονή.
Μυρωδιές ονείρου αναβλύζουν
Μέσα στο έρημο τοπίο της Αθήνας.
Τα λόγια μου θυμήθηκαν τον έρωτα
Κατάφερε το στόμα μου να αρθρώσει .
Τα μαλλιά μου μάκρυναν
χαρούμενα
Και η  θάλασσα επιτέλους στέρεψε δάκρυα
Γιατί είχα πίσω χρόνια ξεχασμένα.
Τελευταίο γέλιο
Τα λυμένα κόκκινα κορδόνια σου
Πάνω στις μαύρες μπότες

Singapore Sling

σου΄ρχεται


Όλες οι βαρύγδουπες δηλώσεις ξεκινάνε με μια γελοία και σοβαροφανή φράση, και εξηγώ:
”Θα αναρωτιέστε γιατί σας μάζεψα σήμερα εδώ”
”Πρέπει να μιλήσουμε – We need to talk”
”Είναι ζήτημα ζωής και θανάτου”
”Αφήστε το μήνυμά σας μετά το χαρακτηριστικό ήχο”
και κάπως έτσι φτάνουμε στις διάσημες τελευταίες λέξεις, last words, επίλογο, κύκνειο άσμα που το ακολουθεί χάσμα, απόφθεγμα ή αφορισμός, και τέλος πάντων αυτό που ακούς όταν τους κουνάς το μαντίλι ή χαρτομάντιλο, ή, απλά, το χέρι.
Η αλήθεια είναι ότι με κούρασε λίγο η αναμονή, και από την υπερένταση τρέμουν και τα δάχτυλά μου, ή από τον τριτοτέταρτο καφέ περιμένοντας τα πυροτεχνήματα πιο αντισυμβατικά από ποτέ, κατά την ταπεινή μου άποψη πάντα, έχοντας διανύσει τριακόσιεςεξηντατέσσερις μέρες παραγινωμένης ενηλικίωσης, έχοντας μαζέψει αρκετή συννεφιά για ένα επιπλέον φθινόπωρο, και αρκετή sexual tension  για να φέρω σε αμηχανία ακόμα και τον πιο κουλ και άνετο.
Βάλαμε τα δυνατά μας να κάνουμε την αλλαγή του χρόνου σημαντική, για να αναγκαστούμε να κάνουμε απολογισμό ενός συγκεκριμένου διαστήματος, το οποίο θα αρκούσε για να μας αλλάξει, και η συνειδητοποίηση ότι δε γίναμε άλλοι άνθρωποι  μέσα σε αυτή τη χρονιά που πέρασε μας τρομάζει, ξεχνώντας ότι αυτός ο άνθρωπος που πήρε την απόφαση να αλλάξει μπουκωμένος βασιλόπιτα είναι ο απαράλλαχτος με το φετινό, που του έλαχε να κόψει -σταύρωσέτηντρειςφορές και το πρώτο του σπιτιού- τη φετινή βασιλόπιτα και όχι τις περσινές συνήθειες.
Εθιμοτυπικά και ετήσια τα χόμπι μας τις γιορτές, και αν δεν επαναληφθούν καταλαβαίνουμε ότι η ζωή μας χωλαίνει, δε σκεφτόμαστε μήπως δεν τα χρειαζόμαστε, χρειαζόμαστε να τα χρειαζόμαστε, γιατί αλλιώς δεν καταλαβαίνουμε γιορτές, μάθαμε να είμαστε χαρούμενοι επειδή βλέπουμε γύρω μας να έχουν στολίσει χαρά.
Δε θα σου πω ότι φέτος ο Άγιος Βασίλης έπαθε λουμπάγκο, ούτε ότι τα φωτάκια κάηκαν -που κάηκαν-, ούτε ότι η δουλειά με έκανε έτσι και δεν πρόλαβα να κάνω μελομακάρονα, αυτά είναι δικαιολογίες για να μαυρίσω μέρεςπου’ναι.
Θα σου πω ότι φέτος με πήρε κι εμένα το ρεύμα, το κύμα, η χρονιά αυτή με πήρε και με σήκωσε.
Με έδεσε πισθάγκωνα και το έπαιξα Χουντίνι για να ξεμπλεχτώ και να σου γράψω πριν γίνει για άλλη μια φορά η άμαξά μου κολοκύθα.
Με έφερε επικίνδυνα κοντά στην κανονικότητα και τα διεγερμένα μου ηλεκτρόνια εκτόξευσαν φωνόνια συναγερμού.
Με τίναξε το ρεύμα και με έφερε εκατόνδύο φορές σε οργασμό.
Με έκανε να αμφισβητήσω την διανοητική μου υγεία και ισορροπία και με έκανε να βλέπω εκεί που άλλοι δε βλέπουν.
Με έκανε να βρω πού είναι η ψυχή για να καταλάβω πού πονάω και πού πάλλομαι από ευχαρίστηση.
Μου έδωσε πολλές ευκαιρίες να βάλω τα καλά μου και να τα βγάλω τελετουργικά.
Μου πήρε όμως πολλούς, μου τους σκόρπισε και ενώνω τις τελείες με διαδρομές για να τους βρω.
Δε μου πήρε όμως τη φωνή, ούτε την αφή, ούτε τη γεύση. Μου έκανε το βίο αβίωτο, σε σημείο να μου βγει κυριολεκτικά και να κοιτάζω τα φράκταλς του εμετού  με την αθώα απορία του άρρωστου ή σουρωμένου, αλλά είχα και φωνή, και αφή και γεύση. Μου έκανε το σώμα να τρέμει από το κρύο, το πιάσιμο, τον πόνο, το βάρος, αλλά είχα και φωνή, και αφή και γεύση.
Αρκεί να έχω ακόμα δυο μάτια και δυο αυτιά για να χωρέσουν στην αγκαλιά μου και τα δεκαεννιά που έρχονται. Και όχι, δε μπορούσα να αφήσω τη χρονιά να φύγει χωρίς λογοπαίγνιο, δε γίνεται, σου λέω.
Δεν ξέρω πόσες πρωτοχρονιές έχω ακόμα, και καλύτερα. Έχω όσο χρόνο χρειάζομαι για να σταματήσω να φρικάρω και να ιδρώνω στη βάση της ραχοκοκαλιάς για το νέο χρόνο και τις σπουδαίες του καινούριες μέρες – αλκυονίδες με δόντια σαν βίδες – .
Σε αφήνω λοιπόν, και θα σε δω του χρόνου. Μην αλλάξεις πολύ ως του χρόνου, κουράστηκα να ψάχνω.
Κι αν αλλάξεις, κράτα μου μια καρτούλα με το όνομά μου να σε βρω, ή βγάλε τα γυαλιά ηλίου.
Κι αν είμαι τυχερή, θα κερδίσω το φλουρί τυλιγμένο σε αλουμινόχαρτο και θα σου το στείλω.
Το αλουμινόχαρτο.
Το φλουρί έλα να το πάρεις.

[αρετή]

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2018

Ν


Και όταν δεν νιώθω όμορφα, κλείνω τα μάτια.
Ακούω μια μουσική που στο πιάνο να μεταφέρω δεν μπορώ
  και πονάω περισσότερο.
Μα βλέπω εσένα να χορεύεις στην βροχή.
Εγώ κάπου στο βάθος σε χαζεύω λαγγεμένος
  και σκέφτομαι πως ίσως δεν με δεις ποτέ.

Εξάλλου, όλα τα ίσως της ζωής μου έγιναν ποτέ.
Και όπως κάθε ποτέ, κράτησαν για πάντα.

Hiraeth

Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2018

//Απο(φυγή)//


Κρασί, τσιγάρα και καλή παρέα.
Τι άλλο θέλει ένας άνθρωπος για να περάσει καλά;
Ανάθεμα και αν πρέπει να πνίξουμε στο ποτό
τα πάντα κάθε φορά.
Και πάλι ανάθεμα.
Οι καλές στιγμές μας θα ξεθωριάσουν με τον καιρό.
Αυτό είναι που μας προβληματίζει.
Θλιβερό.
Και όσο το τσιγάρο καίγεται
αυτό είναι αρκετό να σε κάνει
να βλέπεις να σχηματίζεται στον καπνό
που φεύγει οτιδήποτε βρίσκεται στο υποσυνείδητο.
Ας είμαστε ουτοπιστές.
Και στην τελική, αν δεν είμαστε ας γίνουμε.
Εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η συμπεριφορά
αυτή είναι παιδιάστικη, είναι οι ίδιοι που
θα σου πουν
ότι την ευτυχία την φτιάχνεις μόνος σου
δεν την περιμένεις με σταυρωμένα χέρια.
Και οι ίδιοι που όταν όλα τους πάνε καλά
θα σου πουν
κάτι τους λείπει.
Μου είναι τόσο γνώριμο όσο η μυρωδιά ενός
βιβλίου όταν το ανοίγεις για πρώτη φορά.
Καταστροφή| σε όλο της το μεγαλείο.
Θα σου δώσω μια τανάλια να μου βγάλεις τα νύχια
ένα-ένα.
Έτσι θα είμαστε και οι δύο κερδισμένοι.
Εσύ θα ξεσπάσεις και εγώ θα έχω
μεγαλύτερο πόνο να μου τραβάει την προσοχή.
Ρηχό.
Τόσο που δεν βλέπω εσένα αλλά κυρίως εμένα.
Αλλά είναι κι αυτή η ριμάδα η αφή.
Θα σου δώσω και ένα σιδερένιο άροτρο.
Να διακόψεις τη συνέχεια της επιφάνειας των σκέψεων μου
και να ισοπεδώσεις όποια έχω φωνή.
Μην σκας όμως θα έρθουν και καλύτερες στιγμές.
Σε επιφανειακό επίπεδο πάντα.
Και “Έλα μωρέ τώρα”.
Πλήρη απαξίωση και ο κυνισμός είναι πλέον
στάση ζωής.
Επόμενη στάση: μια ρεαλιστική διάσταση, να μπορώ
να καυχιέμαι και εγώ ότι έχω μια ασπίδα
στην αφοσίωση που έδωσα μα πήγε στράφι.
Τελευταία στάση: απογοήτευση μιας και δεν θέλω
να επέλθει ο φθόνος.
Δεν έχει νόημα.
Ποτέ δεν είχε.

Χριστίνα Ντόνε

Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018

Κοινότυπο

Όταν σε βλέπω,
νιώθω ένα τσίμπημα στο στήθος.
Το στομάχι μου ανακατεύεται
και μου κόβονται τα πόδια.
Όταν σε βλέπω,
μουρμουράω αυτά
κι άλλα τέτοια κοινότυπα.
Μπας και μπορέσω να προδώσω στο μεταξύ μας
κάποια κανονικότητα
κι έτσι καταφέρω ν’αρνηθώ
για μία ακόμη φορά
την -σπάνια αγάπη μου για ‘σένα.

Χριστίνα Π. 

Τρίτη


Σε βλέπω κάθεσαι στην άκρη του κρεβατιού.
Ο κορμός σου καμπουριάζει δεν αντέχει το βάρος του, τον αέρα
ακόμη κι αν έκλεισες τα παράθυρα πολύ καλά.
Πονάει η κοιλιά σου, σφίγγεσαι σφίγγομαι και γώ.
Τα σεντόνια δανεικά, θα φύγεις και δεν θα έχω τίποτα για να θρηνήσω.
Δεν έφτασαν τα αγγίγματα, οι ανάσες και τα λόγια
Πρέπει να πας για δουλειά, πρέπει να πάω για διάβασμα
Ούτε σήμερα διδάχτηκα την παράγραφο για την αντιμετώπιση του φόβου τις απώλειας
Την άλλη Τρίτη ίσως,
 κάθε Τρίτη των διψασμένων και ανικανοποίητων.

Εύα Κυριακάτη 

Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2018

Ατέρμονη πορεία του "εγώ"



Όσα ποιήματα κι αν διάβασα
Κανένα δεν με προειδοποίησε για εσένα.
Για το ανισόρροπο άγγιγμά σου,
Για τόσο δυσνόητο βλέμμα σου.
Τώρα απέμεινα μόνη ξανά
Ψάχνοντας μία ερμηνεία,
Ένα λεξικό του
         "εγώ" σου.
Κουράστηκα!
Ίσως αύριο προσπαθήσω ξανά.
Μάλλον όχι…
Δεν υπάρχει λεξικό,
Δεν υπάρχει "εγώ",
Εμείς.
Κουράστηκα..
Συνεχίζω να διαβάζω ποίηση,
Ψάχνοντας ακόμα το λεξικό.
         
                                                                                                                           Lluvia

Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2018

Ο δρόμος για το σπίτι


                                        Ποτέ δεν έχει κρύο περισσότερο
                                        Απ’ όταν είναι να μ’ αφήσεις στη στροφή
                                        Κι εγώ ποτέ δεν τρέμω πιο πολύ
                                        Απ’ όταν λες «θα φύγω»
                                        Κι από τις νύχτες που δε φεύγεις τελικά
                                        Ποτέ δεν έχει περισσότερο φεγγάρι

                                         Ε.

Γεμάτος κενό

Έχεις νιώσει ποτέ να μη σε γεμίζει τίποτα;
Ολόκληρη η τέχνη. Τραγούδια σινεμά θέατρο ζωγραφική γλυπτική ακόμη και η ποίηση;
Όλα αυτά μαζί να σε γεμίζουν λιγότερο και από μια γουλιά νερό.
Όλη η επιστήμη και η νόηση του ανθρώπου, η εξέλιξη και τα φοβερά και τρομερά τεχνολογικά μας επιτεύγματα που αποσκοπούν..στην επικοινωνία;
Όλα αυτά μαζί να καταλαμβάνουν λιγότερο χώρο μέσα στο είναι σου από μια τζούρα καπνού ..που απλώνει και γεμίζει τα πνευμόνια σου.
Κάθισα και έφερα στο μυαλό μου όλες εκείνες τις στιγμές του χωρισμού που έχω ζήσει.
Άλλες θύτης και άλλες θύμα.
Όσο πληθαίνουν, τόσο συνηθίζω και το κάνω πιο εύκολα
Όσο πληθαίνουν, τόσο περισσότερο μόνος νιώθω κάθε φορά μετά.
Ε, έτσι νιώθω τότε, κενός. Ένας τεράστιος βουβός κενός χώρος.
Οδεύω και ‘γω μάλλον προς έναν, προσωπικό, κοσμικό θερμικό θάνατο.
Ησυχία και θόρυβος. Ένα ατελείωτο χάος.

Edgar

Πρώην


Συνήθως μπλέκω με κορίτσια
Που έχουνε θέματα πολλά
Βγαίνουν στη φόρα τα καπρίτσια
Κι άντε συμμάζεψ’ τα μετά

Η μία ήταν σα μοντέλο
Και καλλιτεχνική ψυχή
Κι έλεγε «θέλω» και «δε θέλω»
Ανάλογα με τη στιγμή

Η δεύτερη ήταν σερβιτόρα
Σε ένα νησί ελληνικό
Άραγε τι να κάνει τώρα;
Δε θέλω καν να φανταστώ

Η τρίτη απ’ την επαρχία
Είχε μαζί θυμό κι οργή
Μου ζήτησε πολυγαμία
Κι είπα να πάει στην ευχή

Η τέταρτη χαμογελούσε
Κι ένιωθα φούντωμα τρελό
Μια μέρα πώς θα με χτυπούσε
Ούτε μπορούσα να σκεφτώ

Και τώρα πια αναρωτιέμαι
Για αυτήν την πέμπτη πιο πολύ
Ίσως για αυτό και να κρατιέμαι
Αν και την έχω κιόλας βρει

Πελώριο Κβάντο

μάλλον λήθη


«Θυμάμαι γενικά»,
είπες.
Ειδικά, εμένα
με ξέχασες
όμως.

έλεφ. 

Πραγματικότητα


Ο χρόνος παγωμένος και μία λεπτομέρεια τη στιγμή,
γίνεται στιγμιαία διακριτή,
Ποθητές οι υποθέσεις που προκαλέσαν τη σχισμή,
Και με μισόκλειστα τα μάτια του ο τάδε κάθε τόσο να παρατηρεί,
Σαν κυνήγι ηδονής δίχως σταματημό,
Όταν το ζητούμενο έπλαθε τ' απόλυτο κενό,
Σουφρώνοντας τα φρύδια του ο τάδε απορεί,
Σε ποια πραγματικότητα ν' αρμόζει, άραγε να ονομαστεί;
Μια πραγματικότητα πραγματική.

ανώνυμος

Άτιτλο


Πόλη εντός πόλης.
Άντρας εναντίον άντρα, άνευ νόμων - δίχως δισταγμό. Άντρες μεταφέρουν, όμως δε μεταφέρονται.
Ξάφνου όλα σταματούν - ένα μοντέλο διασχίζει το δρόμο.

κάποι#

Ο Σύγχρονος Άνθρωπος


Τα όνειρα σταματούν εκεί που αρχίζει η πείνα.
Γαμήστε τις ιδεϊτσες σας,
γαμήστε τις ιδέες σας,
γαμήστε τις ιδεάρες σας.
Όταν τα χέρια σου προσπαθούν να σε στραγγαλίσουν
και στο λαιμό σου σκαρφαλώνουν οι λέξεις σαν
κομμάτια γυαλιού, μην διανοηθείς να προσευχηθείς,
γαμημένε!
Η σταυρωμένη κόρη
δεν εκπληρώνει επιθυμίες.

Γιώργος Νείρος

Άτιτλο



Γιατί στην τελευταία βροχή δεν μονιάσαμε
Ήταν δυνατή και απουσιάζαμε
Κρυφτό παίξαμε.  τα μάτια μας δεν σμίξανε
Και τώρα ψάχνουμε τι πόνεσε, τι έγινε
Μάταιη η επίκληση στο συναίσθημα
Σε αγάπησα μα δεν πονάω πια

Lupus

Άτιτλο


Χρωματιστά χάπια και συμβουλές να τα πάρεις μόλις ξυπνήσεις.
Όχι μ’ένα ποτήρι νερό αλλά με ουίσκι σκέτο που θα το κατεβάσεις
με χέρια που τρέμουν.
Θα προσπαθήσουν να σε βγάλουν τρελό και θα γελάσεις μπροστά τους.
Ξέχνα, προχώρα, σβήσε τα όλα! Μόνο διαταγές που τις διακοσμούν με
παλιομοδίτικο περιτύλιγμα.
Εσύ θα χαμογελάσεις ανεκτικά αλλά μέσα σου θα καίει η φλόγα που δεν μπορούν να κοπάσουν.
Με τα άγαρμπα κρύα δάχτυλα θα ψάχνουν το κορμί σου για να βρούνε μια διάγνωση.
Μια λύση στο τι βασανίζει την ύπαρξη σου.
Όλα θα τα δοκιμάσουν για να χωρίσουν το κορμί απ’ την ψυχή σου.
Αλλά δεν θα τα καταφέρουν.

Δ.Κ

Η κοροϊδία της ψευτιάς


Τώρα που το χέρι μου άφησε το δικό της και κατευθύνεται προς την προβλήτα, αναρωτιέμαι πόση μοναξιά άραγε να νιώθει ένα ανθρώπινο μέλος; Τι να πω, ίσως να ονειρεύομαι και να μπερδεύομαι πάλι.

Τα δέντρα άκουσαν γι αυτές τις βάρκες αλλά δεν τις είδαν ποτέ. Μόνο τα κουμπωμένα κορίτσια φάνηκαν να νοιάζονται για τους ποιητές που φάνηκαν στην σημαία. Μα οι ήρωες με τιμές νεκρών έφτασαν στην προβλήτα, πρώτοι απ' όλους. Πρώτοι κι από μένα.
'' Welcome lovers '' τους φώναξαν μα κανείς δεν ήξερε την νέα γλώσσα. Κάθισαν στις καρέκλες τους και περίμεναν το χέρι μου να χτυπήσει το κουδούνι.

''Τρεις η ώρα, ώρα να πηγαίνετε νεαρέ μου''. Δεν κατάλαβα και πολλά αλλά έγνεψα καταφατικά, συμφωνώντας πως ο φασισμός είναι αντίληψη και πως η αλήθεια δεν χορταίνει με νερό όπως ακριβώς και το χέρι της αγαπημένης μου.

Και τότε το κατάλαβα. Δεν υπάρχει τίποτα από πίσω, μονάχα η κοροϊδία. Καμία τέχνη, καμία ιδεολογία, κανένα όνειρο. Ίσα ίσα για να χάσω το μυαλό μου κι εγώ, μαζί τους,.
Μόνο αυτό.

ανώνυμο

Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2018

Mε περιμένουν


Πόσο τσίχλα ήσουν σήμερα;
Ποιος ζεστός αέρας σ' έφερε σε ξένα στόματα;
To ασυνάρτητο πρόλαβε το λεωφορείο των συναρτήσεων κι ετοιμάζεται για αγάπη και δόξα.
Mα εδώ κατεβαίνω και σε φτύνω.
Περιμένουν.
Με περιμένουν.

ανώνυμο

Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2018

Άτιτλο

Στην μίζερη ζωή μου
Εσύ είσαι η χαρούμενη στιγμή μου
Και αναρωτιέμαι πως και άραγε γιατί
Να νιώθω αυτά που νιώθω αφου δεν είσαι εκεί
Βαθιά μέσα μου ενώ το ξέρω
Πως έχασα της αγάπης το τραίνο
Δεν είμαι επιβάτης
Μαζί σου οι στιγμές είναι μόνο στιγμές αυταπάτης
Γιατί να καταστρέφομαι έτσι μαζί σου
Χωρίς καν να έχω αγγίξει τη ψυχή σου
Δεν μπορώ να καταλάβω αν είναι γραφτό
ή αν απλά στην μοίρα μου εμπόδια δημιουργώ

N.M.13

"Βία"


Δε θα περάσω αυτό το βράδυ
Από το σπίτι σου για ύπνο
Μου έχεις βγάλει πια το λάδι
Και δε με βγάζεις πια για δείπνο

Εννέα μήνες παρά κάτι
Πέρασα δύσκολα μαζί σου
Υπήρχε βέβαια η αγάπη
Μα γύρνα πίσω και θυμήσου

Ένας σωρός οι προσβολές
Πρώτα φιλιά, μετά σπρωξιές
Κι αν είχες θάρρος τελικά
Δε θα 'χα φύγει με ένα "γεια"

Μου 'δωσες σίγουρα κι εσύ
Αγάπη, θέρμη και στοργή
Κι αν με ρωτήσουν την αιτία
Ίσως να πω μια λέξη: βία

Ίσως να πω "απλά οι συνθήκες"
Ίσως, η τόλμη που δε βρήκες
Μπορεί να φταίει και το χωριό σου
Μα όλο το λάθος είν' δικό σου

Δε θα λυθούν με δυο γροθιές
Όσα σκορπίσαμε στον πάτο
Φύγε, το θάρρος τώρα βρες
Κι ίσως να πάμε παρακάτω

Σε άλλη ζωή, σ' άλλη εποχή
Μπορεί μια αγάπη να νικήσει
Μα έχω μια κρυφή ενοχή
Που δε σε έχω απλά μισήσει

ΠΚ

Τικ τοκ


Δυο χτύποι στην καρδιά
Τρεις στον τοίχο
Και ένα διάφωνο σφύριγμα ανέμου για στήριγμα
Σου έχω μιλήσει για τη χρωμαισθησία;
Είναι να... αυτό που κάθε τόνος μου χαρίζει ένα χρώμα
Άλλοτε ζεστό, οικείο, φωτεινό και άλλοτε ξένο, μακρινό, κρύο.
Είναι που συχνά το χρώμα αυτό με τυφλώνει
Φτιάχνει σκιές• βουτάει στα σωθικά μου
Οδηγώντας με σε λάκκους σκαλισμένους στο κορμί μου,
στο νεκροταφείο μου• όπου τα αγγεία στέκουν κυανωτικά•
λησμονώντας το πορφυρό ρυάκι, παράγωγο μιας κάποτε ενεργής αντλίας.
Κι όμως το κουφάρι θυμάται.
Θυμάται εκείνες τις γαλάζιες αέρινες μελωδίες που του πρόσφερε ο χτύπος σου
Μπλεγμένες με ανάσες αλκοόλης και ξηρού καπνού
Εσύ θυμάσαι άραγε εκείνο το βράδυ;
Δίχως να γνωρίζεις, έδωσες πνοή σε ένα κουφάρι
Και τώρα πώς θες να ξεχάσω αυτόν το χτύπο;
Μια θέση ισχυρή και μια άρση ελαφριά
Και όλο μαζί, η δική μου νεκρανάσταση.

Σόφι Σολ



Άτιτλο

Σέβομαι τα ποιήματά μου.
Για παράδειγμα δεν κλαίω ποτέ πάνω τους
ή φέρνω πάντα καφέ, δεν τους στερώ τη μυρωδιά τους.

Ξεφεύγω για λίγο.
Με τσαλακώνει η συγκίνηση.
Σβήνω με μανία.
Δεν σου επιτρέπω να ξαπλώνεις πάνω στο ποίημά μου.
Με λερώνεις.
Μην αλλάζεις τη σειρά των βιβλίων μου.
Μη τσακίζεις τις σελίδες.
Με τσάκισες.
Μίλα.
Πνίγομαι στους μονολόγους μου.
Με ακούει κανείς η τζάμπα χρεώνουν τη σιωπή μου;

Ανώνυμο

Άγκυρες

Νομίζω θα είναι πιo ωραία η κόλαση με την ταμπέλα της.
Γιατί συνήθως όταν την ζεις, την ονομάζουν οι άλλοι παράδεισο,
κι εσύ τους πιστεύεις.

                          Κοράκι

Άτιτλο

Θέλω να σε δω σπας
όπως το γυαλί μετά την κρούση.
Σε χίλια κομμάτια να σκορπάς
και να χάνεσαι μες της αβύσσου
τα σκοτεινά στενά,ανάμεσα στα τέρατα
που τρόμο σπείρουν γιατί θυμίζουν το αξιολύπητο εγώ σου.
Κι εκεί ξαναμμένη για ζωή
θα προσκυνάς το θάνατο
για ψήγματα προσοχής  θα βλασφημείς υποκρινόμενη το θύμα.
Η τρέλα τόσο κοντά όσο τα σώματα που ενώνονται θα κυριεύσει σαν σαράκι που κατασπαράζει τη σαθρή σου ύπαρξη.
Κι εγώ για σένα τη θυσία μου ζητώ
για να απαλλάξω τον έκπτωτο άγγελο που αγαπώ από τον πόνο που ήθελα να σε βρει.
Τελικά, ποιος αξίζει να χαθεί ;
Στου έρωτα τα δίχτυα αν μπλεχτείς ένα είναι το σίγουρο: θα χαθείς.
Ώρα θανάτου η στιγμή που με κοίταξες. 

ΑΝ


Άκρως Απαγορευμένο


καθώς σβήνω το παρελθόν μου
για να κρατήσω κάτι καλό
οι δαίμονες σέρνονται κάτω από το δέρμα μου

καθώς φεύγω μακριά
δεν μπορώ να κάνω τίποτα
παρά να πιστέψω σε ένα φως τόσο αμυδρό

καθώς πίνω πολύ
δεν έχω θλίψη για σένα
τώρα τελείωσα με αυτό

Μ.Τ.

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2018

Άτιτλο


Ώρα για ύπνο ή..

Ίχνος συντροφιάς.
Τι την θέλω;
Αποτραβιέμαι.
Αποστρέφομαι.
Καθετί αληθινό γαντζώνεται πάνω μου και νιώθω ασφυκτικά.
Κουράστηκα να κλείνω τα μάτια και να ζω σε σκέψεις. Ο κόσμος.
Αυτός ο κόσμος με κλειστά τα μάτια.
Σου είπα να μη φύγεις πρωί;
Φύγε.
Σου μίλησε κάπου ένας ελάχιστος εαυτός;
Αδυναμία, μην τον ακούς.
Φύγε.
Πάλι τιποτένιος βγαίνω αλλά σου υπόσχομαι ότι ξέρω να αγαπάω.
Κοίτα πως προσέχω τα βιβλία μου..

Ασάφεια.

Ανώνυμος

this game is always wicked


Κάποια στιγμή σύντομα ίσως χρειαστεί να σε ξεπεράσω.
Δεν ξέρω πόσο σύντομα θα χρειαστεί
και πόσο αργότερα θα επιτευχθεί.
Σίγουρα όμως πρέπει πρώτα να φύγουν
οι μελανιές απ' τους καρπούς μου.

Στεφανία Ιναρτάκ

Άργησα


Σε φώναξα μα εσυ είχες κλείσει τα αυτιά με τα χέρια και δεν με άκουσες. Η σιωπή έγινε η αγαπημένη σου ασχολεία.
Ανοίξα τα χείλη, έτσι στρογγυλά σαν να σχηματίζεται μια λέξη μα έμειναν να κρέμονται χωρίς ψυχή.
Άργησα να διεκδικήσω την χαρά και εκείνη για να με τιμωρήσει έμεινε ακίνητη. Μεταολα ήταν σε επιβράδυνση.
Οι παλμοί. Η ανάσα. Οι κινήσεις.
Ο τρόπος που φώναζα το ονομά σου άλλαξε και στις γωνίες των χειλίων μου δεν με επισκεφτόταν πια το χαμόγελο.

Δ.Κ

Ε(υ)ρώτας


Ο ποταμός Ευρώτας,
Για μια καμπύλη μόνο,
Παραλίγο να σταθεί απίστευτα τυχερός
Ή βαθιά καταραμένος.


Άτιτλο


Θέλω να ακούω τη φωνή σου

Θέλω να νιώθω το χάδι σου

Θέλω να κολυμπάω στο βυθό σου, να σε εξερευνώ

Θέλω να σε αγναντεύω μέχρι να νυχτώσει και όταν πλέον δεν θωρώ, να σε ακούω και να φαντάζομαι το χορό σου

Να γλείφεις τα δάκρυα μου

Να ζεσταίνεις και να δροσίζεις το κορμί μου

Μόνο αυτό θέλω θάλασσα από σένα

Να με πνίγεις και να με ξαναγεννάς

Ανώνυμη

Άτιτλο


Πάει καιρός που δεν ξέρω τι κάνεις

Που δεν έλαβα μήνυμα σου

Μήτε ένα τηλεφώνημα

Κάθε βράδυ τριγυρνώ κάτω από το σπίτι σου

Αλλά δεν στέκομαι πια στα σκαλοπάτια σου

Περνάω μήπως και σε δω ‘τυχαία’

Έτσι ακριβώς όπως σε γνώρισα

Ένα τυχαίο βραδύ του χειμώνα

Το μόνο που βλέπω είναι τα φώτα του δωματίου σου ανοιχτά

Μα δεν σου άρεσε το φως και ο ήλιος ο πρωινός

Απολάμβανες το ζεστό καφέ σου κοιτώντας τα κλειστά πατζούρια

Έλεγες πως  αυτός ο κόσμος δεν είναι για εσένα

Δεν έβλεπες την ομορφιά μήτε του κόσμου μήτε την δίκια σου

Το χαμόγελου σου δεν το αντίκρισα πότε

Περίεργος άνθρωπος,μυστήριος μα αυτή ήταν η γοητεία σου

Αυτό με έκανε να βρίσκομαι συνέχεια δίπλα σου
Και να σε αναζητώ κάθε βράδυ εκεί που με άφησες.

Στο ίδιο σημείο θα ξανασυναντηθούμε


Ανώνυμη

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2018

Θα σε διάλεγα



Θα σε διάλεγα ξανά και ξανά, ακόμα και αν μάτωναν και έσπαγαν τα νύχια μου απο το σκάψιμο.
Θα σε διάλεγα χίλες φορές και ας χανόταν η φωνή μου απο τις κραυγές.
Τα μάτια μου κόκκινα φανάρια απο το κλάμα αλλα θα σε διάλεγα.
Στο πιο σκοτεινό υπόγειο αν έλεγαν οτι έπρεπε να κλείσω και πάλι την ψυχή μου θα το έκανα και ας πετούσαν τα κλειδιά στο άγνωστο.
Δεν υπάρχει όριο στην ανιδιοτελή Αγάπη, οι κανόνες, άγνωστα γράμματα του αλφάβητου που μπήκαν τυχαία μαζί σε μια πρόταση.

Δ.Κ

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

Άτιτλο

Διάττων αστέρας, έσβησε
μέχρι το πρώτο φως της μέρας να φανεί.
Με ταχύτητα σφαίρας κατάφερε
κι απόψε να χαθεί.
Κι αν διάλεξες εκείνον να εκπληρώσει
της ψυχής σου τη βαθύτερη ευχή
λυπάμαι, αλλά ατύχησες!
Το πέρασμα του ολάκερο
-μα πόσο γρήγορα ξεψύχησες;-
αντικρίσαμε, φοβάμαι.

Παναγιώτης Γκαραβέλας

Ευθανασία


Και μάλλον τα βήματα σου δεν θα ακουστούν ξανά απ’ το σαλόνι στο δωμάτιο.
Και μάλλον θα αφεθείς στα βήματα που κάναμε για σένα.

Κοράκι

Ένας υπέροχος άνθρωπος


Ρυτίδιασες
Το χρώμα των μαλλιών σου πλέον κάτασπρο με λίγες μαύρες τρίχες στην άκρη
Τα μάτια σου μικρά σκιστά με σακούλες που δείχνουν το πέρασμα των χρόνων πάνω σου..
Μα η ομορφιά σου παραμένει μαζί και οι ιστορίες σου.Σε κάθε γιορτινό τραπέζι παίρνεις τον ρόλο του αφηγητή και εμείς το ακροατήριο σου όπου μας μεταφέρεις στα χρόνια της νεότητος σου μιλώντας για πλατωνικού έρωτες.Να καμαρώνεις για τον εαυτό σου και εμείς εσένα.Ώρες ώρες σαν μικρό παιδί αγνό τρυφερό
Μεγαλώνουμε γιαγιά μεγαλώνεις και εσύ και οι ιστορίες σου πλέον επαναλαμβάνονται.

Ανώνυμο 

1:46


Ο ουρανός πάλι μωβ, ο καπνός από το τελευταίο τσιγάρο της ημέρας σιγά σιγά χάνεται από τα μάτια μου.
Με τον καπνό στο κεφάλι μου όμως τι θα γίνει;
Μέσα σε αυτή την ασυναρτησία που ονομάζω σκέψη σε θυμήθηκα,σύντομα και ευγενικά,σαν την βροχή που μόλις τελείωσε.
Τόσο γρήγορη,τόσο ήρεμη .
Ίσα ίσα να σπάσει την ησυχία.
Ξέρεις για ποια ησυχία λέω, αυτή που με τρελαίνει,αυτή που κάνει τον καπνό πυρκαγιά.


Για την Χ

Kainson

Παρομοίωση




Δυό πουλιά και ένα αστέρι
Πετάνε προς το άγνωστο
Κι είναι οι αντιστοιχίες
της παρομοίωσης πολλές

Πολλά μπορεί να πει κανείς 
με δυο ουσιαστικά κι ένα ρήμα
Και ακόμα λιγότερα
με ακόμα πιο πολλά

Καινοφανείς οι πόθοι μας
ψυχορραγούν μες στο γυαλί

Ανεκπλήρωτο όνειρο τα μυστικά μας
άρωμα που ξεθωριάζει
στης καθημερινότητας το άυλο πανί



Αθηνά Μελή

8-8-18


Είναι βαρύ αυτό το βράδυ.
Το στομάχι άδειο.
Μόνο η λέξεις σου, έμειναν μπροστά μου.
Φευγαλέα πρέπει να πω... Φτάνει.
Και να γίνω σκόνη, στον αέρα αυτό που ζω.

Ζορτι

Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2018

Άτιτλο



Σήμερα άκουσα το όνομα σου στο δρόμο.

                                   Τρικυμία στα νερά του κορμιού μου.
τέσσερις συλλαβές
οχτώ γράμματα
                                    Δε φανταζόμουν.

 [ πες μου, πόσες και απόψε απομένουν; ]
                                                                                                    αλαλαφροΐσκιωτη

Παραμύθι


Μια φορά και έναν καιρό
υπήρχε άγριο και κολασμένο σκοτάδι,
μια φορά και έναν καιρό
στο μαρτύριό μου υπήρξε ψεγάδι.
Γιατί μέχρι που νύχτα όμορφη ανέτειλε,
δεν ήξερα πώς να χαμογελάσω,
άνθρωπος του δακρύου ήμουν, ένα σκοτάδι
μονίμως με εμπόδιζε τα όνειρά μου να πιάσω.
Μέχρι που νύχτα με σελήνη και δροσιά ανέτειλε,
μια ελπίδα μου να ξεχάσω,
στα μάτια σου τα ξεχασμένα είδα
τον προορισμό στον οποίο θέλησα να φτάσω.
Νύχτα που μου κράτησες το χέρι,
μικρό έγινα παιδί και πάλι,
και χάθηκα στα σύννεφα, τους ουρανούς, τα αστέρια,
εγώ, ο άνθρωπος που για καρδιά έφερε ατσάλι.
Στα πέρατα της ομορφιάς σου σαν χανόμουν,
τον ήλιο και την θάλασσα του θέρους
σε δυο μάτια ανθρώπου συναντούσα,
πώς μπόρεσε ένα βλέμμα να κοπάσει τους ανέμους;
Όσο δυσθεώρητη και αν είναι η κορυφή,
όπου το αστέρι μου μια μέρα θα βρω,
δύο μάτια ανθρώπου σε ένα παραμύθι
μου έμαθαν να ζω.
Και αν οι άνθρωποι δακρύζουν,
για όσα τις καρδιές τους στεναχωρούν,
καταφύγιο στο δικό τους παραμύθι είθε ν’ εύρουν
σαν ανθρώπου μάτια ερωτευτούν.

Luc Spero

Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2018

Χειμερινή κολύμβηση


Κάθε καλοκαίρι το παίρνω μαζί,
το φοράω σαν Μάρτη τις Παρασκευές.
Κ' είναι η αψάδα της πέτρας,
το φως το παράφορο,
το τραγούδι σου στον ανήφορο
που κάνει τη ζωή να μιμείται την τέχνη.
Οι αποχωρισμοί μας.
Τα Κάστρα με τις μπλε μοκέτες και τα γαλάζια ταβάνια,
που θα 'ρθούν καλύτεροι μηχανικοί να τα αναστηλώσουν,
να τους δώσουν,
 τάχα ,
την πραγματική τους υπόσταση στην Ιστορία.
Λησμονημένοι εμείς.
Αχ, πόσο εύκολο είναι να παραδοθεί κανείς στην μυθολογία του τόπου του,
να μπει κάτω από το χώμα,
στην γλυκιά αγκαλιά των σκουληκιών,
και να ξεχάσει για πάντα τι θα πει καλοκαίρι.

K.B.

Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018

Ορισμός του ιδανικού


Αμέτρητες σκέψεις σήμερα, για τον χειμώνα που
Έρχεται
Για την ζωή που
Φεύγει, και γι’ αυτή που
Έρχεται.
Στέκομαι μόνη, περιτριγυρισμένη από όλους και
Κανέναν
Νοιώθοντας την μοναξιά τόσο αναγκαία μερικές φορές.
Σκοτείνιασε.
Τόσο δύσκολο και τόσο εύκολο να μένει κανείς μόνος,
Τα φώτα κλείνουν.
Ησυχία, σκοτάδι, ομίχλη
Ορισμός της ιδανικής μοναξιάς.
Η ομίχλη διαπέρασε το κλειστό ερμητικά παράθυρο
Γεμίζοντας την άδεια μου ψυχή.
Τόσο εύκολο να μένει κανείς μόνος. 


Lluvia

Ωδή στο μάτι μου που με κοίταζε

Ωδή στο μάτι μου που με κοίταζε:
Με ξέρασε το βουνό,
Με ήπιε ολόκληρο η θάλασσα.
Η σκιά μου, έκανε έκλειψη με τον Ήλιο.
Κυνήγησα τη Σελήνη κι αυτή κρύφτηκε πίσω από τον Άρη.
Έκαψα τον Αίολο και φύτεψα στις στάχτες του τον Παγετό.
Έκλεισα το μάτι στο Δαίμονα κι αυτός εξορίστηκε σε κάποιο Παράδεισο.

ødy

Τετάρτες


Κούραση, άγχος και μυρωδιά από τσιγάρο στ’ ακροδάχτυλα
Η νοητική εξάντληση συναγωνίζεται την σωματική
Μάθημα πάνω στο μάθημα, με μοναχικές διαδρομές για διάλειμμα
Μηνύματα που δεν μου απάντησες όταν το χρειαζόμουν
Βασανιστικές ώρες στο αστικό συντροφιά με αμέτρητα άγνωστα πρόσωπα
Κι αυτόν τον καύσωνα που τείνει μονίμως να στραγγίσει κάθε συναίσθημα από πάνω μου
Μάταιες προσπάθειες να σε συναντήσω κάπου στο πλήθος
Σίγουρος πως τα μάτια σου θα αναγεννήσουν την όρεξή μου για ζωή
Κι ας ξέρω πως για σένα θα ‘ναι απλώς μια ακόμη Τετάρτη

jf

Τετάρτη βράδυ


Από έξω επικρατεί μια εκκωφαντική σιωπή
Και μέσα μου ένας θόρυβος που στέκεται αμίλητος.
Καθώς οδηγούμαι προς το σπίτι μου
Μέσα σε ένα αποστειρωμένο από αισθήματα αστικό
Μετακινείται και η σκέψη μου,
Έτσι αδέσποτη σαν είναι.
Από την μια σταγόνα της μνήμης στην επόμενη.
Και βρίσκομαι ξαφνικά λουσμένη ολόκληρη
Από αμέτρητες μνήμες που δεν λένε να στεγνώσουν.
Καμία απαλυντική αγκαλιά,
Και καμία παρηγορητική συζήτηση ,
Δεν μπορεί να βοηθήσει.
Παρά μόνο η λήθη.

Στέγνωσα.

Μα η βροχή δεν έχει τελειώσει.



Μαρίτα

ΑΒ Βασιλόπουλος


Στου σούπερ μάρκετ την ουρά
Με έπιασε η γκρίνια ξαφνικά
Κι έτσι μου ήρθε να σου πω
Όσα σκεφτόμουνα καιρό

Στα αλήθεια πόσες οι φορές
Που δε μου φέρθηκες καλά
«Ήταν στα νεύρα επάνω» λες
Όμως θυμήσου μια βραδιά

Που είχες μέσα σου θυμό
Τα ‘κανες όλα ρημαδιό
«Κι αν είναι να ‘ρθεις στο νησί
Δε θα με δεις ζωγραφιστή!»

Ήταν τα λόγια σου βαριά
Και τα ξεσπάσματα πολλά
Μόνο βρισιές και προσβολές
Που είσαι εσύ που ήθελα χθες;

Και λέει η ταμίας αυστηρά
«Εγώ δεν κάνω τουρισμό.
Είστε σαράντα στρογγυλά.
Μακάρι να ‘χα και ρεπό!»

Ήταν μεγάλη η ντροπή
Κι έφυγε η γκρίνια στη στιγμή
Πήρα τα ψώνια στο λεπτό
Κι ούτε που σου ‘πα «σ’ αγαπώ»

Πελώριο κβάντο

Τετάρτη 22 Αυγούστου 2018

Αντιέρωτας Πάρου


Μετράω χιλιόμετρα μακριά σου
Φτάνω σε λίγο Πειραιά
Κι αν με χωρούσε η αγκαλιά σου
Θα ‘μενα εκεί παντοτινά

Σκοτώνω χρόνο στο BlueStar
Θα πάω σε λίγο ως το μπαρ
Να πάρω εσπρέσο
Κι άμα για λίγο ξεχαστώ
Ίσως ξανάρθω να σε βρω
Και να ξεπέσω

Έρωτας απαγορευμένος
Σε ένα νησάκι δε χωρά
Το χαρτζιλίκι όλο που ‘χα
Έφυγε στα ακτοπλοϊκά

Πελώριο Κβάντο

Καλοκαίρι



Τεμαχισμένες σκέψεις
να κοιτούν βιαστικά
το λευκό φεγγάρι.
Μπερδεμένα σώματα
να προκαλούν
αναπάντεχο ρίγος.
Βαριές ανάσες
να σβήνουν
στα βρώμικα σεντόνια.
Σάπιες καρδίες
να σταματούν
καθώς κλείνει η πόρτα

Singapore Sling 

15αύγουστος


λούστε με εντομοκτόνο τις μυρμηγκότρυπες
κάντε εμετό στο παλάτι
ξυπόλυτοι στο βρεγμένο χωμα
πατήστε
στα αγκάθια
μαδήστε τον ιβίσκο πριν το ξημέρωμα
και ύστερα επιβράβευση
τον ελληνικό
αποχαιρετήστε έναν άγνωστο στο σταθμό του τραίνου


θυσιάστε τον αξιωματικό για το καλό της παρτίδας
τους κυνηγούς για το καλό της πανίδας
τους λαίμαργους για το καλό της μερίδας
παραδοθείτε στις προσταγές της φαγούρας
στου στομαχιού τα παραπονα
στην βολή της καμπούρας


βγάλτε το χέρι απ το παράθυρο του συνοδηγού

κλέφτε
σαγκουίνι
πιείτε
δάκρυα
χύστε
κρασί
στο κατάλευκο σεντόνι

Η αναζήτηση του χαμένου χρόνου παραμένει μια χαμένη υπόθεση

Ανώνυμος

Διαστατική Ανάλυση


Καμιά φορά νιώθω διδιάστατη.
Νιώθω πως μια πρέσσα με οριζόντια κίνηση με ζούληξε σε έναν τοίχο με αποτέλεσμα την απώλεια του βάθους μου.
Έτσι, καμιά φορά, έχω μόνο ύψος και πλάτος.
Νιώθω πως αν κάποιος προσπαθήσει να με αγγίξει, το χέρι του θα διαπεράσει το απειροστό μου δέρμα , και προς μεγάλη του έκπληξη θα ακουμπήσει τον παγωμένο τοίχο πίσω μου.
Όταν όμως είσαι κοντά μου και μου γελάς,
ή όταν είσαι μακριά μου και μου γελάει η φωνή σου,
τότε η καρδούλα μου φουσκώνει περήφανη που την αγαπάς κι έτσι ανακτώ την τρίτη μου διάσταση.

Τις κακές μέρες όμως είναι σαν φουσκωτό που του άνοιξες τη βαλβίδα.
Τις κακές μέρες σκέφτομαι το φέρετρο μου, που θα ήταν διδιάστατο κι αυτό, σαν ζελατίνα από ντοσιέ και θα χωρούσε όλο το ύψος μου που πλέον θα ήταν μήκος.

Τις κακές μέρες σκέφτομαι πως δε θέλω να φουσκώσει ξανά η καρδιά μου•
τις κακές μέρες σκέφτομαι πως πεθαίνω.
Κι η σκέψη αυτή με κάνει να κλαίω με λυγμούς και να τραντάζομαι προς όλες τις κατευθύνσεις και τους άξονες.
Σαν μηδενικό διάνυσμα.

Στεφανία Ιναρτάκ

Πέμπτη 9 Αυγούστου 2018

Στη θέα

Είναι κάποιες αγκαλιές που είναι διαφορετικές από όλες τις άλλες
Πιο σφιχτές
Πιο παρατεταμένες
Ο ένας να νιώθει την καρδιά του άλλου
Ένα αίσθημα ότι δεν θες να τον αποχωριστείς
Ένα αίσθημα ότι αν τον αφήσεις ίσως να μην τον ξανά αγκαλιάσεις
Αυτές οι αγκαλιές είναι οι πιο δυνατές αγκαλιές
Οι πιο αληθινές
Και μέσα τους κρύβουν τόση χαμένη αγάπη

Ανώνυμο

Ό,τι γίνει


Να σου πάρω μια γλάστρα δώρο ή να στην πετάξω στο κεφάλι.
Κάπως έτσι σκέφτομαι και για μένα.
Τη βία δεν καταφέρνω ποτέ να την ξεφορτωθώ,
Όσα μάντρα κι αν γράψω, για να είμαι
Ευγενική με την εαυτή μου,
Τα βράδια,
Ειδικά αυτά του Αυγούστου,
Καθόμαστε μαζί στο μπαλκόνι.
Μου λέει χτύπα με
Της λέω χτύπα με εσύ
Μου λέει ευχαρίστως.

Το ανελέητο ξύλο του σέλφχέιτ,
Πιο σκληρό δεν έχω φάει.
Κάθε φορά βγαίνω ράκος.
Μπιτζάμα, καφές, δωδεκάμιση η ώρα,
Κλάμα, πείνα, άπλυτα δόντια,
Γιατί δεν έχεις πεθάνει ακόμα, τι κάνεις.

Όλα τα βιβλία που θα γράψω θέλω να τα αφιερώσω
Στις μέρες που είπα ότι θαναι οι τελευταίες μου.
Αν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο τις ώρες που
Κλαίω και σχεδιάζω το πώς,
Μάλλον θα είχα κάνει ωραία πράγματα,
Μπορεί να είχα βάψει ένα τοίχο,
Δεν ξέρω, να είχα κάνει κάτι σημαντικό,
Μπορεί να είχα μεταφράσει ένα βιβλίο,
Είναι σημαντικό αυτό; δεν ξέρω

Είναι δυο μέρες τώρα,
Ξυπνάω σοκαρισμένη που ξύπνησα.
Παίρνω μια φίλη,
Μου λέει και τι να κάνεις,
Να κάτσεις να σκάσεις;
Και πάνω εκεί που ηρεμώ σε θυμάμαι,
Και σκέφτομαι τι να κάνω, να σου στείλω λουλούδια
Ή ένα γράμμα ξεχεστήριο;

Όχι ότι έχει πολλή σημασία,
Απλά να, σταμάτησα λίγο να θέλω να πεθάνω
Και θύμωσα, και σε θυμήθηκα,
Και είπα να σου γράψω ένα ποίημα,
Κι ό,τι γίνει.

Ανώνυμο

Πέμπτη 26 Ιουλίου 2018

η βλάβη της γενικότητας


Σκέφτομαι πως όσο μεγαλώνω τόσο λειαίνω τις γωνίες που παλιά αποτελούσαν τις απόψεις, τις αξίες και τις αρχές μου.
Μικρή είχα ένα σωρό τεθλασμένες στο μυαλό μου• τώρα έχω καμπύλες.
Και σκέφτομαι πως κι η υπερβολή είναι μια καμπύλη και πως
κατ' αυτό τον τρόπο η υπερβολή στα μαθηματικά είναι καμπύλη,
ενώ στο μυαλό είναι ευθεία.
Οι σκέψεις με γωνίες και πολλές τεθλασμένες γραμμές,
αυτές οι σκέψεις είναι που γεννιούνται από τις υπερβολές.
Ενώ οι πιο χαλαρές και διαλλακτικές σκέψεις, αυτές γεννοούν καμπύλες,
καμπύλες όπως για παράδειγμα την υπερβολή.
Κι έτσι ούτε το μυαλό,αλλά ούτε κι η επιστήμη σε αφήνει να αποφύγεις
τις υπερβολές.
Κι έτσι είσαι καταδικασμένη να υπερβάλεις
—με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο—
να υποφέρεις
— με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο—
να θυμώνεις για τον τρόπο που νιώθεις
και να συνειδητοποιείς πως οι άνθρωποι χρησιμοποιούνε τις γενικότητες
μόνο για να περιγράψουν κάτι πολύ συγκεκριμένο που νιώθουν
και που κατά πάσα πιθανότητα σε αφορά.
Μόνο τότε οι άνθρωποι καταφεύγουν στη γενικότητα,
για να είναι ειλικρινείς χωρίς να σε προσβάλλουν.
Κι έτσι με βρίσκω για δεύτερη φορά σήμερα να διαφωνώ με τα μαθηματικά
και τη φράση που συχνά χρησιμοποιείται στην μαθηματική επαγωγή,
αυτό το "χωρίς βλάβη της γενικότητας".
Αυτό βασικά σημαίνει πως αν αντικαταστήσεις κάτι γενικό
(πχ "έναν περιττό αριθμό") με κάτι πιο συγκεκριμένο ("ένα πολλαπλάσιο του 3")
αυτό δε θα αλλοιώσει το συμπέρασμά στο οποίο οδηγεί αυτό που βάλθηκες να αποδείξεις.
Το συγκεκριμένο δηλαδή, δε θα βλάψει το γενικό.
Χωρίς βλάβη της γενικότητας.
Από τις αγαπημένες μου μαθηματικές φράσεις, και πόσο διαφωνώ.

Με βλάβη της γενικότητας, κύριε Ευκλείδη μου.
Με κλασική περίπτωση βλάβης της γενικότητας.

Στεφανία Ιναρτάκ

Σπρινγκ Κλίνινγκ


Σήμερα που είναι Άνοιξη
έκανα τα ξόρκια μου
μάζεψα τα χαλιά μου
- κοντεύει άλλωστε του αγίου Κωνσταντίνου -
μάζεψα τη μπουγάδα μου
μη μου πει πάλι η γειτόνισσα ότι ξασπρίζει τόσες μέρες στον ήλιο.

(Οι άνθρωποι νιώθουν συχνά άβολα με τα κενά σου
κι εσύ φυσικά το κάνεις δικό σου
- μια κουβέντα είπαμε.)

Είπα επιτυχώς ψέματα στη μαμά μου
να μην καταλάβει ότι πάλι μακαρόνια έφαγα
γιατί σε λίγο μπορεί να αρρωστήσω
και θα φταίω εγώ.

Πήρα τηλέφωνο τον μπαμπά μου
και παραστήσαμε ότι μιλάμε
κάνοντας παρέα στα πράγματα που δε θα πούμε ποτέ.

Έκανα και το σελφ-κέαρ μου, φυσικά
διάβασα τρία εμπάουερινγκ άρθρα
και γέμισα τον υπολογιστή με εικόνες για ποζιτίβιτι
και όρια - χα
και έμαθα τις προμπλεμάτικ συμπεριφορές μου.

Δεν έστειλα μήνυμα
ούτε τηλέφωνο πήρα.

Έστειλα μόνο άβολα επαγγελματικά μέιλ
και έλαβα βολικά επαγγελματικά "όχι".

Μετά ήταν ώρα για τα ντουλάπια μου.
Πήρα τα απωθημένα μου
τις συζητήσεις που έκανα στο κεφάλι μου και έβαλα στον κώλο μου
όλα διπλώθηκαν τακτικά και μπήκαν σε ραφάκια.
Το βράδυ έλα να με δεις που θα μαζεύω όσα έπεσαν από τις πόρτες που λασκάρουν
- θα γελάσεις.

Τέλειωσα λοιπόν τη λίστα μου,
έκανα τα μαγικά μου.
Αύριο πάλι χειμώνας. Θα κοιμηθώ.

Στέλλα

Σάββατο 14 Ιουλίου 2018

Διάολε


Χριστός ανέστη φώναξε,
Σβήνοντας στη μαύρη βρώμικη άσφαλτο.
Άλλος ένας αμνός που μάτωσε απο το όπιο
Ποιος άραγε θέλει να γεννηθεί και να πεθάνει το ίδιο βράδυ;
Έλα ξέχνα τα τώρα αυτά
Έχει ειδήσεις στις 9
Και μετά τηλεπαιχνίδι
Καλά είναι να στήνουμε το πανηγύρι μας που και που
Να τρώμε και να κοιτάμε ανούσια το μπλέ.
Ας γυρίσουμε στη πίστη μας τωρα
Ας σταυρώσουμε τα χέρια μας
Μπορεί και να βοηθήσει
Ξέχασα όμως
Έχει μπλα μπλά στο πρωινάδικο
Δεν θα προλάβουμε πάλι
Άστο για άυριο
Θεός φυλάξη
Αλλά οταν έρθει το άυριο
Αλίμονο
Θα σκοτώσουμε και τον τελευταίο εκλογικευμένο ερημίτη

Singapore Sling

Τραύμα για Σπουδή και Σπούδαγμα



- Μαμά
η ραφή στα χείλη μου
τη γλώσσα
μού πονάει
και το σκυλί το άρρωστο
διαψάει
και το μαχαίρι
που τώρα μόλις έπλυνα
το μακελειό να φύγει
πάει το γλείφει
το νερό του πηγαδιού
να βρει
και το παιδί ξεκοιλιασμένο
στη θέα του Απαγχονισμένου παρακαλεί το άλλο παιδί
να μη το τουφεκίσει
τα χέρια νίπτει ο δικαστής
ο αργυραμοιβός τη τσέπη του γεμίζει
και το ανήλικο βιάζουν οι συνένοχοι
του Αποκοιμισμένου Κόσμου

- Μπαμπά τι λες; Η κόρη σου είμαι
η Φρίκη!


 Romanègre Paliãtso

Αυτοχειρία

Το σώμα μου έγινε εκπληκτικά ανθεκτικό. Τόσο, που το ξυράφι γλυστράει στο δέρμα. Γίνονται στον κόσμο τρομερά πράγματα και μαμά, φοβάμαι να ζήσω. Βρέχει κι απόψε, και γεμίζω λεκάνες να πνιγώ. Έγιναν όλα θλιβερά, κι αυτό που λεν ζωή, το ονομάζω θάνατο. Κι είναι ένας θάνατος αργός, μακρόσυρτος, Κι ο χρόνος τύραννος που με τυλίγει. Στήνω μαχαίρια στο λαιμό και κανένα δεν πονάει. Δεν είναι που έφυγες. Τα ποιήματά μου ήταν πιο όμορφα όσο υπήρξες. Ανεβαίνω στη σκάλα και πέφτω. Παίζω με αγκάθια. Τραβώ σκανδάλη. Έλα νύχτα. Πάρε την αυγή από τους ώμους μου. Με κάθε κόσμου την αυγή, έχω πια ξοφλήσει.

Γωγώ Λιανού

Τρίτη 10 Ιουλίου 2018

Στο ίδιο θέαμα εργάτες


η πλαγιά πλημμυρίζει από φως, το λιβάδι σκεπάζεται από τη λιακάδα.
Στο φαράγγι της Πατησίων, αγκαλιαστήκαμε στο σκοτάδι και σε είδα για τελευταία φορά.
Στην χτενισμένη γή, μου έπεσε ένας σπόρος, ήταν το ξεκίνημα μιας ζωής.
Στον πεζόδρομο της Γερανίου, ένα μεσημέρι, μου γλίστρησε ένας σπόρος,
τον σκέπασαν μια τσίχλα και ένας λόφος σκατά.
Φτάνω σε μια πηγή, γυρίζω τη στάμνα μου και βλέπω ένα φύλλο από πλατάνι.
Σταματάω στην Ακαδημίας, ξημερώνει, μόλις βγήκαν τα πρώτα φύλλα των εφημερίδων,
φυτρώνουν από κλαδιά περιπτέρων, λέξεις που ξεσκαρτάρονται σε βλαστούς γνωριμιών
και οι σελίδες τους ποτίζονται από συμφέρον.
Ψάχνω στον νυχτερινό ουρανό ένα άστρο,
να προσευχηθώ για τον οδηγό καριέρας για τις καριέρες.
Χαζεύω στην Αποστόλου Παύλου μήπως και εμφανιστεί πίσω από τα κλαριά ένας προφήτης,
που θα κυρήττει την έλευση ιδεων και συναισθημάτων,
υπό την επήρεια των success stories.
Λες να απελευθερωθούμε όταν νικήσουμε τον μόχθο;
Λες να σωθούμε απέχοντας απ' όλες τις διαδικασίες;

Άλκης Ρότας

Μινιατούρα

Θέα που επιλέγεις να πεθάνεις.
Εύστοχες ματιές που, δυστυχώς, δεν κατάφεραν
να αναπνεύσουν τον αέρα.
Συλλογικές παρεμβάσεις εγκεφάλων,
δυσλειτουργικές συνειδήσεις και άυλες καρδιές.
Παραποιημένες συνεντεύξεις
και παράνομα δημοσιεύματα.
Εργατικά  ‘’αντρικά’’ μυαλά
και πισώπλατη ευτυχία
Όλα.
Όλα αυτά κι άλλα τόσα ,σε γδέρνουν κάθε μέρα.
Σε απομονώνουν λίγο περισσότερο.
Σου αποσπούν την προσοχή.
Σε δαμάζουν.
Μέχρι την ώρα που κοιτάς τον ήλιο που πέφτει
και το φεγγάρι που σηκώνεται.
Μέχρι την ώρα που κοιτάς την θέα.
Μέχρι την ώρα που πεθαίνεις για αυτήν, σε αυτήν.

Κοράκι


Αν με άφηνες να κλάψω

Αν με άφηνες  τώρα θα μπορούσα να κλαίω
Μέρες νύχτες σου λέω
Χωρίς λόγια
Θα έκλαιγα με λυγμούς
Και τα δάκρυα μου αν είχαν
Στερέψει
Το βλέμμα μου στο άπειρο
Θα είχα στρέψει
Τα μάτια μου πρησμένα και
Βουβή κοιτάζοντας  τον τοίχο
Θα λέγατε πως είχα σαλέψει
Αν με άφηνες  τη δυστυχία μου να
Αγκαλιάσω
Να κλάψω γι αυτά που γίνανε
Και γι αυτά που δίστασα
Να κλάψω
Να κλάψω για όλες εκείνες τις φορές
Που δάγκωσα τα χείλη
Να κλάψω για όλα εκείνα τα λουλούδια
Που κόπηκαν πάνω που ανθίζανε τον απρίλη
Αν με άφηνες να κλάψω
Δεν θα σταματούσα
Η ζωή είναι πόνος
Και έτσι πως έχει γίνει
Δεν την λαχταρώ όπως κάποτε την λαχταρούσα


N.M.13

Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Επίσκεψη πάλι


Οι γάτες είναι παρεξηγημένα παιδιά
τίμια πολύ,
σου δείχνουν ξεκάθαρα τι θέλουν.
Mία - δύο – γρατζουνώ.
Εσύ επέμεινες να μου τραβάς την ουρά.
Kάθομαι στο κρεβάτι μου που έχει γεμίσει τώρα έντομα
και σου φωνάζω "μάου - μάου" προειδοποιητικά –
μου τραβάς την ουρά ήδη τέταρτη φορά
και η υπομονή μου εξαντλείται
αλλά δεν έχω νύχια να σε γρατζουνίσω
δεν ξέρω όπλα να σε παλέψω
και συ πάλι δε φεύγεις
σαν τα ζουζούνια κάτω από το στρώμα μου και κάτω από το δέρμα μου.
...
Στο δημοτικό όταν ήμουν είχαμε ένα πέυκο στο σχολείο
που κάθε άνοιξη γέμιζε κάμπιες.
Πήγαιναν πέρα δώθε παραταγμένες
αλυσίδες από τριχωτά σκουλήκια.
Οι δασκάλες τις έλουζαν με οινόπνευμα στο διάλειμμα
και τους έβαζαν φωτιά.
...
Εγώ έχω οινόπνευμα
-άλλωστε πώς θα καθαρίζω τα βράδια το κινητό μου-
αλλά
δεν έχω κάμπιες.

Στέλλα

Άχρωμοι άνθρωποι


Άχρωμες φιγούρες και άχρωμα πρόσωπα.
Μια μονότονη μελωδία παίζει από πίσω.
Το σκηνικό αποτελείται από γκρίζα σπίτια.
Εσύ περπατάς στον δρόμο  και προσπερνάς τους άχρωμους ανθρώπους.
Η έλλειψη χρώματος μέσα σου σε εμποδίζει να δεις τα χρώματα στους άλλους.
Ο ίδιος πιο μουντός και ασπρόμαυρος από ποτέ.
Σαν να παίζεις κάποιον ρόλο σε κάποια παλιά,ασπρόμαυρη ταινία.
Έχεις το σενάριο στην τσέπη σου αλλά δεν μπορείς να το διαβάσεις.
Το σενάριο είναι λευκό,άγραφο.
Σε αφήνει να αναρωτιέσαι τι θα συμβεί στην επόμενη σκηνή.
Πασχίζει ο συγγραφέας να κρατήσει τον αναγνώστη σε αγωνία.
και αν όχι τουλάχιστον να του τραβήξει για λίγο το ενδιαφέρον.
Αναρωτιέσαι ποιοι να είναι οι συμπρωταγωνιστές.
Άραγε να υπάρχουν;
‘H μήπως και πάλι μόνος παίζεις;
Μόνος πάλι πρωταγωνιστής,συμπρωταγωνιστής και κομπάρσος.
Όλοι οι ρόλοι είναι πιασμένοι από εσένα στο δικό σου έργο.
Μήπως τα χρώματα εξαφανίστηκαν;
Όχι,εκεί είναι.
Εσύ δεν μπορείς να τα δεις.

I .A

Πειραματισμοί περί μετανσάρκωσης


Ξέρω να μετρώ
απλά μου τελείωσαν τα δάχτυλα
και πίσω δε γυρίζω.

Μια ληρωμένη γάτα
            κι ένα σκυλί γδαρμένο,

            μου φέρνουνε ποιήματα
των κάδων κάθε βράδυ

και των πεζοδρομίων
ασφάλτου διωγμένα

                      στιχάκια ερειπίων
στίξεις τρακαρισμάτων

ενέσεων και σειρήνων
                       αδέσποτα τραγούδια
ζητιάνοι μ' απαγγέλλουν

όλες οι πόρνες μοναξιές

                        χωρίς παραγγελία
στο πλάι μου πλαγιάζουν

και το φιλί στον ουρανό
                         μου το κοστολογούνε

μνήμη ρακοσυλλέκτρια

τόνα πλευρό μου η πόλη μου

τ' άλλο πλευρό μου οι νύχτες της

                      απόψε
η Αθήνα του σαρακιού μπαστούνι.

Δεν είμαι παλιοτόμαρο απλά μου έλαχε
να επιτηρώ αβύσσους.

Αμήν ελέω Δαιμώνος!

Romanègre Paliãtso

Κυριακή 24 Ιουνίου 2018

Σβήνω;


Πικρά τα χείλη σκίζουν τα μάτια μου
Αδειάζει το μπουκάλι
Ψάχνω στις τσέπες τις τελευταίες μου δεκάρες
Μήπως και αγοράσω τον έρωτα σου.
Πάλι ξέμεινα
Τις τελευταίες τελικά
 τις ξόδεψα στη θλίψη
Τη θλίψη που λάνσαρε το καινούργιο της άρωμα
Το δικό σου.
Στο άδειο σπίτι
Η φωνή του Ανεστόπουλου ραγίζει τους τοίχους
Και μνήμες αναβλύζουν από το κουρασμένο κορμί μου

Singapore Sling

Βουτώντας σε εποχές δίχως μάσκα


"Η ανθρώπινη υπόσταση μας έσπασε.
Αποκτήσαμε την υπόσταση εποχών και γίναμε αόρατοι.
Οι αγαπημένοι μας ποιητές είναι στο τραπέζι μας όποτε εμείς το επιθυμούμε και τους διαβάζουμε με τόση προσοχή και αγάπη. Είναι το πιο αγνό συναίσθημα που μας έμεινε μεγαλώνοντας.
Διαβάζουμε βιβλία που γράφτηκαν φθινόπωρο, όσο πέφταν ξεραμένα τα άνθη, απο κάποιον που ένιωθε χειμώνα - καταχείμωνο με παγετώνες και βροχές όσο διανύουμε την άνοιξη.
Ξυπνάς σε έναν χορό λουλουδιών ενώ μέσα σου παγώνει μέχρι και ο Γενάρης.
Ο δρόμος της επιστροφής είναι φθινόπωρο και άνοιξη μαζί.
Από τη μια ανθίζεις και από την άλλη μαραίνεσαι.
Μου θυμίζεις τον πιο επώδυνο χειμώνα όταν γυρνάω. Τον πιο επώδυνο χρόνο που δεν είχε ούτε άνοιξη, ούτε φθινόπωρο, ούτε καλοκαίρι. Ήταν σαν σφηνάκι ουίσκι. Μια και έξω δίχως αλλαγές ή μεταστροφές.
Χορεύεις στο κρύο και τη βροχή, έχοντας ανθίσει, σαν να είσαι 5η εποχή.
Χορεύεις και ανθίζεις στον χειμώνα με τόσο έντονους και περίεργους ρυθμούς και αναρωτιέμαι γιατί χορεύω και εγώ μαζί σου.
Ίσως τελικά όλοι να έχουν λίγο άνοιξη μέσα τους αλλά δεν θέλω να ξεχάσω το πιο βασικό: που είναι το καλοκαίρι;"

Γιώργος Κ. Ασάφεια

Κυριακή 17 Ιουνίου 2018

Αν με άφηνες να κλάψω


Αν με άφηνες  τώρα θα μπορούσα να κλαίω
Μέρες νύχτες σου λέω
Χωρίς λόγια
Θα έκλαιγα με λυγμούς
Και τα δάκρυα μου αν είχαν
Στερέψει
Το βλέμμα μου στο άπειρο
Θα είχα στρέψει
Τα μάτια μου πρησμένα και
Βουβή κοιτάζοντας  τον τοίχο
Θα λέγατε πως είχα σαλέψει
Αν με άφηνες  τη δυστυχία μου να
Αγκαλιάσω
Να κλάψω γι αυτά που γίνανε
Και γι αυτά που δίστασα
Να κλάψω
Να κλάψω για όλες εκείνες τις φορές
Που δάγκωσα τα χείλη
Να κλάψω για όλα εκείνα τα λουλούδια
Που κόπηκαν πάνω που ανθίζανε τον απρίλη
Αν με άφηνες να κλάψω
Δεν θα σταματούσα
Η ζωή είναι πόνος
Και έτσι πως έχει γίνει
Δεν την λαχταρώ όπως κάποτε την λαχταρούσα

N.M.13

Χειμώνας

Άνοιξα τα μάτια μου.
Ένιωσα τα βλέφαρά μου πιο βαριά από ποτέ.
Ο χειμώνας έχει σκεπάσει το σπίτι.
Η βικτωριανή ταπετσαρία του υπνοδωματίου έχει χάσει το χρώμα της.
Όλα είναι πια αποχρώσεις του γκρι.
Έβαλα τη ρόμπα μου και σηκώθηκα,
Από το κρεβάτι,
που τώρα πια μοιάζει να είναι ο τάφος μιας ζωής που πέρασε.
Μιας ζωής που έφυγε.
Μιας ζωής καιρό ξεχασμένης.
Πήγα μέχρι τι παράθυρο.
Το χιόνι έχει σκεπάσει το χώμα.
Το τοπίο με γεμίζει γαλήνη.
Άνοιξα το παράθυρο και ο παγωμένος αέρας διαπέρασε το κορμί μου.
Ένιωσα να φεύγω απ' το σώμα μου.
Ένιωσα τα μάγουλα μου να καίγονται απ' το χιόνι.
Είμαι ελεύθερη πια.
Είμαι δική σου Χειμώνα.

Β.

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2018

άτιτλο


Σκέψεις χωρίς χρώμα, όνειρα γκρίζα και αγχωτικά.
Ξυπνάω απότομα. Εφιάλτες.
Τουλάχιστον κάτι αισθάνομαι.
Νιώθω πράγματα μέσα μου, που δεν ελέγχονται.
Θα ήταν πιο εύκολο να είχα μια δικαιολογία για όλα.
Θα ήταν πιο εύκολο να κατηγορώ, από το να καταλαβαίνω.
Θα ήταν πιο εύκολο να τα διαβάσεις από την οθόνη σου.
Απότομες εκρήξεις χαράς και πίσω στο σκοτάδι.
Τίποτα παραπάνω από ανθρώπινους εθισμούς.
Τίποτα λιγότερο από εθισμούς σε ανθρώπους.
Δεν αποδέχομαι αυτό που είμαι, γιατί είμαι ανταγωνιστικός.
Δεν είμαι τίποτα κακό, δεν γεννήθηκα τελικά μαλάκας.
Απλά πάντα κάποιον ήθελα να κοντράρω.
Και ο μόνιμος αντίπαλός μου, είμαι εγώ.
Κι έτσι δεν χάνω ποτέ.
Μ'αρέσει κι ας μην το παραδέχομαι.
Μ'αρέσουν τα σκοτάδια μου.
Μ'αρέσουν και τα ηλιολουστά μου.
Κι εσύ μου αρέσεις.

έ ρ ω τ α ς

Απουσία



Τοδωμάτιο βαραίνει απότομα στη θύμισή σου
Οι πόρτες ασφαλίζουν συνειδητά
Εγκλωβίζοντας τη θλίψη μου σε τέσσερις τοίχους
Οι κουρτίνες παίρνουν θέση μπροστά απ’ το παράθυρο
Στερόντας μου τη θέα τηςσελήνης
Οι τοίχοι ορμάνε προς το μέρος μου
Ουρλιάζοντας με τη φωνή σου
Τα φώτα του πολυελαίου τρεμοπαίζουν αβέβαια
Συγχρονισμένα με τις άστατες σκέψεις μου
Το είδωλό μου με παρατηρεί με δάκρυα στα μάτια
Ψιθυρίζοντας κατάρες προς το μέρος μου
Η τελευταία γόπα δραπετεύει απ’ το τασάκι
Και φωνάζει σπαρακτικά το όνομά σου

Καμία απάντηση

jf

Ξεψυχάμε


Όταν έρθει ο καιρός
Και μάθω τι θα πεί αντοχή
Τι θα πεί κρύα και άψυχα χέρια
Θα επεκτείνω τις ζωές μας στην αιωνιότητα
Μακριά απο αυτό τον σαραβαλιασμένο κόσμο
Που σε λυγίζει συνεχώς
Μακριά απο την αποτυχία του φωτός
Που δεν έγινα ποτέ για σένα
Θα σε κρατήσω στη ζωή
Θα νιώσω τον κουρασμένο παλμό σου
Θα ανθίσω την παλιά μαραμένη αμυγδαλιά μας
Σου το υπόσχομαι

Singapore Sling 

Ανέτοιμη


όση ποίηση
κι αν
διάβασα
ποτέ
δεν με προετοίμασε
για τα χάδια σου.

Ανώνυμη

Μετά τα μεσάνυχ(σ)τα

Χίλια πρόσωπα ,λέξεις ,όψεις
Διάλεξε μεριά που θα ‘θελες να  κοψεις
Αυταπάτες δε χωρούν τα χείλη δε φιλάνε και ποσο κάνουν 1+1 αρχίζουμε να ξεχνάμε
Στο μυαλό το χάος ,στο σώμα πράος
     και τα μέσα να ταράζονται 
     κάθε που κοιτάζονται
δεν είναι αυτό ένα ακόμα lovesong
είναι η Νιου Γιορκ μετά το βάδισμα του Κινγκ Κονγκ
μπάχαλα ,ντέρτια και ρεμπέτικα
μου ρθαν στο μυαλό σαν τη σκέφτηκα
και το   άρωμα  αυτό    που        όλο              φ    θ     ί    ν    ε  ι
θυμίζει ότι κάτι από  από δάυτην  έχει μείνει

Λώρενς της Βικτωρίας

Δευτέρα 4 Ιουνίου 2018

Αλγία

Έχω έναν πόνο,
κάτω δεξιά στην κοιλιά,
είναι τόσο συχνός που μου έχει γίνει συνήθεια.
Ένα άλγος που έρχεται, φεύγει,
δεν μ’ αφήνει να λησμονήσω την παρουσία του.
Ένας πόνος που με πιάνει κάθε δειλινό,
κάθε που δεν έχω τι να κάνω,
τον νιώθω σε όλη μου την οντότητα,
τόσο που ξεχνάω αν ήταν
στην κοιλιά στο πόδι ή στον πνεύμονα,
τόσο που ξεχνάω αν ήρθε μόνος του,
ή αν κάποιο βράδυ κάτω απ’ τα σκεπάσματα
πήρα το μαχαίρι και το έχωσα γλυκά αργά
στην κοιλιά, στο πόδι, στον πνεύμονα.

Ανώνυμο

Τρίτη 29 Μαΐου 2018

Δοκιμή



Συστήθηκε με άγνοια.
Έβλεπε το μαύρο κι έλεγε κενό θα είναι.
Κι από πού πέφτουν τα χέρια στα μαλλιά μου;
Τόση αγωνία για μια μπουκιά ανακούφισης σε τρύπιο στόμα.
Σκούπιζε τον ιδρώτα της θάλασσας.
Κάθε που είχε γενέθλια φυσούσε το μπαλόνι.
Μανιωδώς πίεζε τα χείλη και τη γλώσσα και τα δόντια.
Κι από που πέφτουν τα νύχια στη φωνή μου;
Ήταν πάντα σκονισμένη και το χώμα της ανάβλυζε χλωρίνη.
Και πώς να τρων τα χέρια το λαρύγγι σου;
Φύτρωναν φτερά κι έσκαγε στα γέλια.
Δε τα χωρούσε το μυαλό της, κι όλο και πλήθαιναν και μπλέκονταν κι άπλωναν.
Κι έφτυνε τους κισσούς από τα μάτια της κι όλο γελούσε.
Τρομαγμένο το πλήθος προσπαθούσε να τη συνετίσει.
Τι κι αν ράγισε ο καθρέφτης.
Έχουμε σάβανα να στα περάσουμε για πέπλο και κολάρο.
Κλείστε τις πόρτες, τα παράθυρα, σπηλιές, σωλήνες και αβύσσους.
Αποδημούν απόψε οι γραβάτες, κόβονται τα σπέρματα κι ανατριχιάζουν οι παλμοί.
Γλείφει το μάτι σου μία παλιά πληγή.
Ας φτιάξουμε άλλη μία.
Αν δε σκαλίσεις το κενό θα φοβάσαι μια ζωή πως θα το βρεις.

Phoenicia O (Φοινίκη)

Συζήτηση για την κατειλλημένη Σορβόννη.επετειακό



Ο Εγώ το μάη του 68.
Σα τώρα το θυμάμαι παρότι έχω και μια ηλικία,
έχω βλέπετε εκατόν εννιακόσιες χιλιάδες χρόνια.
Μπορεί να έχω άσπρες τρίχες, πολλές τρίχες, μόνο τρίχες
είναι βλέπετε γιατί είμαι  Διανοούμενος.

Δεν ξέρω αν σας έχω αναφέρει,
αλλά είμαι πολύ ριζοσπαστικός,
είμαι πολύ ριζοσπαστικός,
το απέκτησα χάρη στο μάη.

Τί κάνετε; Πως είστε;
Πολύ καλά, να μου μου φιλήσετε τη σύζυγο,
Αχ όχι δεν έπρεπε..

Ο Μαρξ είπε,
Οδηγητή θα πάρετε;
Δεν έχω πολύ ελεύθερο, ξέρετε για να διαβάζω
γενικώς δεν έχω τίποτα ελεύθερο.

Έχω βλέπετε δουλειές,
ισόβια 9-17
Το κατηγορητήριο μακριά λίστα,
δολοφόνος συναισθημάτων, κακοποίηση ιδεών με δόλο,
ασέλγεια κατ’ επανάληψη σε όνειρα ανηλίκων.

Θα σας πω εγώ για το μάη,
Θα έλεγε κανείς είμαι η μετεμψύχωση του μάη,
είμαι ο Μάης, αυτοπροσώπως
κοντράρω στα ίσα τον Ιούλιο και τον Αύγουστο.
Θα σας μίλησω και για το Σοσιαλισμό.

Για όλα θα σας μιλήσω, χρόνο να έχουμε να μιλάμε.
Μα ακούστε με, που πάτε;


Χ.Μ.Φ.


Δευτέρα 21 Μαΐου 2018

DarkWave..



"Αυτή η πόλη σε έχει αφήσει αποστεωμένο"
-η φωνή της..


Σ'αυτήν την πόλη αυξάνονται οι εχθροί.
Αυξάνεται η μοναξιά.


Νεκροζώντανοι του τώρα
ασφυκτιούμε σθεναρά
κι οι πεταλούδες πετάνε
ανάμεσα απ'τα κρανία μας.


Οι σκελετοί μας άθαφτοι
πρόστυχοι
θα χλευάζουν τον κόσμο όλο.


Είμαστε τα αποτυχημένα παιδιά.
Γνήσια βιώματα μιας γενιάς σχιζοφρένειας.
Φυλή άγρια και ξένη με όλα.


Ό,τι θυμόμαστε είναι αυτό που μελαγχολεί.

Ό,τι μελαγχολεί έχει και νόημα.


Χορεύω μπροστά απ'το τίποτα των τάφων.
Πίσω μου φλέγεται οδόφραγμα.


Σε κατανοώ,
όσο ακούς το τρίξιμο απ'τα κόκκαλα.


Παράγω έργο μόνο για να αποσυμπιεστώ.


Χορεύω μόνο για να νιώσω πιο θλιμμένος..

Νωχελικός Θυμός

Άτιτλο

Υπάρχει μια μελαγχολική νεανικότητα στο να κοιτάς το ταβάνι
Στην πραγματικότητα είναι μια υποσυνείδητη επιθυμία ενατένισης του ουρανού, του ορίζοντα
Ο ουρανός ορίζει το οπτικό μας πεδίο άρα και την πληροφορία που το μάτι λαμβάνει
Το ταβάνι περιορίζει ακόμα και τις πιο χαοτικές διαδικασίες ,όπως το φύσημα του καπνίζοντα
Κάτω από τα πόδια μας τη γη ωθούμε
Περπατάμε Τρέχουμε Πηδάμε ακατάσχετα
Καταδικασμένοι να οριζοντιωθούμε
Γι’ αυτό και το ταβάνι πέφτει στο κεφάλι μας πάντα κάθετα.
Έπιασα ταβάνι που λέμε.

ødy

Παρασκευή 18 Μαΐου 2018

Αιώνια ίδιο τροπάριο

Πάντα οι χώροι και τα αντικείμενα ακίνητοι,άψυχοι θεατές.
Ποτέ δεν κάνουν τίποτα, μα εκοίνοι τα κάνουν όλα.
Ακίνητα όντα, που δημιουργούν συναισθήματα ή και τα σκοτώνουν.
Κι'ο άλλος πρωταγωνιστής; Ο Θεός... Σ'αυτόν ρίχνουν το φταίξιμο όλοι.
Άλλοι λένε : '' Με τη δύναμη του Θεού στο πλευρό μας , θα θριαμβεύσουμε στο Ιράκ''.
Τα αντικείμενα, οι χώροι κι' ο Θεός απ'ότι φαίνεται τα κάνουν όλα...
Κι'ο άνθρωπος;

Π.Α. 

Ταξίδι στο νησί.

Χρονοβόρο και απαιτητικό. Μες το πλοίο σιωπηλός αραδιάζω δυο τρεις λέξεις να μου κρατούν συντροφιά. Δεν είναι που δεν έχω κάποιον να μιλήσω, είναι που δεν ξέρω τι να πω. Εδώ γράφεις. Και σβήνεις και πάλι ξαναγράφεις.
Τέτοια εξουσία που κατέχω δεν ξέρω αν μπορώ να το αντέξω. Λευκές αφήνω τις σελίδες να μου μιλούν μόνο οι σκέψεις. Μα εκρήγνυται η σιωπή. Πνεύμα ξεσκίζει, θεριό ανήμερο να μετουσιωθεί σε λόγο. Μα δεν γράφονται αυτά, μονάχα κραυγάζουνξεδιάντροπα την ήττα της λογικής. Μην μου εξηγείς λοιπόν καλή μου γιατί και πως, μονάχα αγαλλίασέ με μέχρι να δούμε τον φάρο. Σε αυτόν που τρεμοπαίζει η ελπίδα, ότι ίσως μια μέρα κάποιος τον συναντήσει. Γιατί στο νησί ο φάρος δίνει ζωή. Και σε μένα η κυριαρχία της σιωπής.

ΧαλήλΙμάμογλου

Πέμπτη 17 Μαΐου 2018

Στην Καμία Ποίηση


Πλασιέ μασέλων από τα δόντια μας οι λέξεις, η πελατεία τους εμείς ειρωνικό μπορείς να πεις.


Ξερίζωσε τα δόντια σου
τη γλώσσα σου
τα χείλη σου
και μπήξε τα στο ασπράδι
των ματιών σου
αφαίρεσε τα μάτια σου αργότερα
κι ανάτρεξε τα ρίχτα στη φωτιά
μην απανθρακωθούν
απλά να θυμηθούνε
σήκωσε τα πέτα τα και
κλώτσα τα στο χιόνι
έπειτα στο αλεύρι βούτηξε τα προετοίμασε το λάδι
και τηγάνισε τα
δώσε τα στις λέξεις
να χορτάσουν αν χορτάσουν
οι μαίες- μάνες-κόρες-γυναίκες-πόρνες-νταβατζήδες λέξεις οι τόσο αναγκαίες
οι τόσο ανεπαρκείς
ώρες ώρες όντα φριχτά
κυρίως όταν σε παρατούν ανείπωτο θρέψτες ύστερα
σύλλεξε τ' αποφάγια
κόλλησε τα με το αίμα
κι άρχισε να πλάθεις επανάφερε τα
πλύνε τα με γάλα κι επέστρεψε τα
εις τα άπατα πηγάδια τους
άνοιξε τα μάτια σου
κι άκου το τραγούδι τους
άκου τον σπαραγμό τους
αυτό έκανα μόλις!

Romanégre Paliãtso

Κυριακή 13 Μαΐου 2018

Το εκρίζωμα ενός δέντρου


Παρατηρώ τα χέρια μου. Λευκά και κρύα σαν πορσελάνη. Από το δέρμα μου σκιαγραφούνται οι φλέβες μου σαν παχιές πράσινες ρίζες  -οι ρίζες της ζωής μου. Ο κορμός που στέλνει αίμα στο δέντρο της ζωής μου.

Το αίμα κυλάει σταθερά προς τον πυρήνα του κορμού μου, καθαρό και υγιές
απλώνεται σαν γάργαρο ποτάμι στα εσωτερικά μου παρακλάδια,
μα μοιάζει κάπου να χωλαίνει η τροφοδοσία,
λες και κάποια αρτηρία να έχει βαρέσει απεργία.

Στην καρδιά μου ένα μεγάλο Δέλτα δυσκολεύει την διαδικασία
και καταστέλλει το σώμα μου σε μια βαριά ακινησία.
Μπερδεύτηκαν οι ροές και το αίμα κυλάει αντίστροφα εντός μου.
Νιώθω σαν να μαραίνεται το άνθος του βίος μου.

Ένα μεθοδικό σάπισμα τώρα ήρθε και φύτρωσε αφαιρώντας την ζωή από τον όμορφο κήπο της ψυχής μου
και τα λουλούδια μου μαραίνονται χωρίς τον ήχο της φωνής σου.

Νιώθω το σάπισμα τώρα στις ρίζες όλο και πιο πολύ να απλώνει
και το εβένινο σκοτάδι το δέντρο της ζωής μου να εκριζώνει.

– Fillette

Πέμπτη 10 Μαΐου 2018

άτιτλο


Ερχόσουν στη θύμηση μου καμιά φορά.
Ίσως και να μου έλειπες πότε πότε.
Ποτέ όμως δεν ήσουν η πρώτη επιλογή για μένα.
Και δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί ήσουν για κάποιους.
Κάποτε μου είπαν ότι είσαι μάγισσα. Μυστήρια.
Κάποιοι σε φοβήθηκαν πολύ και κάποιοι άλλοι δεν άντεχαν μακριά σου ούτε μια στιγμή.
Κάποιοι άλλοι άλλαξαν όλη τους τη ζωή για να είναι κοντά σου.
Σε άλλους πάλι, κρατούσες βράδια ολόκληρα συντροφιά.
Γαλήνια. Λύνοντας όλα τα ερωτήματα με την σιωπή.
Εμένα πάλι μου περνούσες αδιάφορη. Τώρα;
Τώρα σε σκέφτομαι συνέχεια. Βρίσκω δικαιολογίες για να σε δω.
Δεν το περίμενα ότι θα σε αγαπήσω. Δεν το περίμενα ότι θα με ηρεμείς τα βράδια. Δεν το περίμενα ότι θα με ελευθερώσεις.
Δεν το περίμενα ότι θα με ακούς πάντα. Δεν το περίμενα ότι θα μου απαντάς.
Συγγνώμη. Συγγνώμη που δεν εκτίμησα την μαγεία σου.

Θάλασσα, συγγνώμη .

λ. 

άτιτλο όπως πάντα


Ζορίζομαι πολύ να βρώ τις σωστές εισαγωγές. Για αυτό και ξεκινάω πάντα με άτσαλο τρόπο τα πάντα.Τις συζητήσεις μου, τα κείμενά μου, τα όνειρά μου, τις σχέσεις μου, τους έρωτές μου, τις πιο γερές φιλίες μου, τα πάντα. Και γι αυτό όταν ακούω από τους άλλους "δεν παρεξηγώ εγώ", νιώθω άνετα, νιώθω ζεστά μαζί τους. Λέω πως ό,τι και να κάνω δεν θα σχηματίσει κακή άποψη ο άλλος για μένα. Κι εκεί είναι το λάθος μου. Το θέμα δεν είναι τι σκέφτεται ο άλλος για μένα όταν κάνω παράξενα πράγματα. Αλλά το τι σκέφτομαι εγώ για τον εαυτό μου. Εκεί είναι που κολλάμε όλοι. Έκει είναι που αρχίζουμε και νιώθουμε ανασφαλείς και χαμένοι. Μόνοι και μπερδεμένοι. Σαν ένα πλοίο που έχασε τον προσανατολισμό του και χάθηκε. Σαν τούτο εδώ το κείμενο που άλλα ήθελε να γραφτούν και άλλα γράφονται. Μα πάντα αλήθειες. Γιατά τα γραπτά μένουν περισσότερο από τα λόγια. Αν τα λόγια όπως λεν πονάνε, τότε τα γραπτά σε ματώνουν. Κι εγώ ματώνω όλο και περισσότερο. Γιατί όλο και νιώθω την πληγή μου να είναι πιο βαθιά από την ψυχή μου. Και αυτό είναι το πακέτο. Έχω καιρό να νιώσω κάτι που να με κάνει να αρχίσω να τρέχω με όλη μου την δύναμη. Ξέρεις αυτό που στο τέλος δεν μπορείς να πάρεις ανάσα, από τα νεύρα, από τον θυμό, από την κούραση, από την παράνοια. Τι λέξεις κι αυτές;! Λες και κάποιος τις έφτιαξε αποκλειστικά για μένα. Έχω σταματήσει βλέπεις βέβαια να ματώνω τα χέρια μου σε τοίχους, πόρτες και ό,τι άλλο βρώ. Έχω πλέον μάθει να πολεμάω τον θυμό μου πιο πολιτισμένα. Δεν κλαίω, δεν ουρλιάζω, δεν μεθάω. Απλά κάθομαι σ'ένα κρύο και σκοτεινό μέρος και φοβάμαι. Φοβάμαι μην μείνω μόνος, φοβάμαι μη φύγεις, φοβάμαι μη τα παρατήσω, φοβάμαι τις σκέψεις μου, φοβάμαι το αύριο, φοβάμαι τις αναμνήσεις μου, φοβάμαι τον ιδιο τον φόβο. Και γαμώτο, πόσο φοβάμαι να φοβάμαι...

έ ρ ω τ α ς

Δευτέρα 7 Μαΐου 2018

Nήsos


O ήχος διαδίδεται πιο γρήγορα στα στερεά,
λιγότερο γρήγορα στα υγρά
και ακόμη λιγότερο στα αέρια …

                                                                              Στην όχθη μου κοιμούνται .
Στην απέναντι ακούω παιδικές φωνές .
Βράδυ .
Κι όμως τα ελληνόπουλα παίζουν ακόμη κρυφτό.
Διακρίνω απ’ τις τόσες ,μια κοριτσίστικη
«Δεν πάει έτσι Γιώργο! » .
Η φωνή για το δίκαιο είναι πάντα πιο καθαρή .
«Πάμε»
η επόμενη φωνή, βγαλμένη από ένα πλήθος στομάτων .


Nαις

Ο κόσμος μας


Ο κόσμος που μας αξίζει είναι αυτός που φαντάζει στο μυαλό μου

Δεν μοιάζει καθόλου με αυτόν, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων

Ο κόσμος που μας αξίζει έχει κρατήσει από αυτόν μόνο το χρώμα των λουλουδιών του ουρανού και της θάλασσας

Ο κόσμος που μας αξίζει διατρέχεται από γαργάρα νερά με νεράιδες να χορεύουν στην επιφάνεια σχηματίζοντας αρμονικούς κύκλους

Ο κόσμος που μας αξίζει βλέπει όλα τα αστέρια του ουρανού τόσο καθαρά που θαρεις ότι θα τα αγγίξεις

Ο κόσμος που μας αξίζει υπάρχει όταν με αγκαλιάζεις, και ακόμα και τότε υπάρχουν φορές που νομίζω πως τον ονειρεύομαι

Κ.

Αν

Μ'έρωτα την καρδιά
αν δε μεθύσεις,

Τον ήλιο δεν φιλήσεις τρυφερά
και τη νύχτα δε σφίξεις αγκαλιά,

Τη λάμψη των άστρων αν δεν φορέσεις
κι τ'όνειρά σου σελήνη δε φεγγίσει,

Τη ζωή σπατάλησες
χωρίς ποτέ να τη
γνωρίσεις.

~έφη~

εκλάμψεις - ελλείψεις


Ο εγκέφαλος μένει στοιχειωμένος.
Μέσα του
περιφέρεται η σκόνη.
Πρωτόγονοι ψαλμοί
διαχέονται.
Ανασταίνονται,
εντός του.
Μνήμες των νεκρών.
Μνήμες πάλλονται,

σαν ολογράμματα.

Και ουρλιάζουν,
εγκλωβισμένες
στη δίνη
του χρόνου.

Νωχελικός Θυμός 

Τετάρτη 18 Απριλίου 2018

Μισό δάκρυ


Ένας ζωντανός οργανισμός είναι η σκέψη.
Ξυπνάει χαράματα και πολιορκεί τις νευρικές συνάψεις-απολήξεις μου.
Δεν μ'αφήνει να χορτάσω ύπνο.
Παίρνει μορφή όταν κλείνω τα μάτια και αλλάζω πλευρό.
Στρογγυλοκάθεται στο στέρνο και οι ανάσες γίνονται αναστεναγμός.
Με ωθεί να σηκωθώ.
Μπροστά στον καθρέφτη μηχανικά κοιτάω τα μάτια μου. Τα παρατηρώ.
Αναγνωρίζω ελπίδες,
όνειρα, εικόνες του χτές.
Χασμουριέμαι κουρασμένα.
Ξημερώνει και μονο τοτε βρίσκω γαλήνη.
Η σκέψη έγινε μισό δάκρυ στην άκρη του ματιού, ισως να είναι επειδή χασμουρήθηκα.

Δ.Κ

Δευτέρα 16 Απριλίου 2018

Ματωμένος Φοίνικας.



Υπερήφανος.Η φλόγα του έκαιγε.
Ήλιος καλοκαιρινός.
Μια φλόγα τόσο δυνατή που μπορούσε να τον κάψει.
Κάτω από το φως του βασιλείου των νεράιδων εκείνος
πετούσε μεθυσμένα για να φυλακίσει στιγμές.
Τα κατάφερε.Σχεδόν.
Στο τέλος τον φυλάκισαν οι ίδιες του οι στιγμές.
Και τώρα;Τώρα τι;Τι συνέβη;
Για κάτι ώρες χάριτος παραδόθηκε στην άβυσσο των
ματωμένων σκέψεων.
Και τώρα πεθαίνει. Ξέρεις γιατί;Γιατί ήθελε να ζήσει.
Πεθαίνει για να ζήσει.
Κι αυτό είναι που τον κρατάει ζωντανό.
Φλόγα. Στάχτη. Στάχτη. Φλόγα.
Για να καταφέρει να εκπέμψει την φλόγα του
πρέπει να μετατραπεί σε στάχτη.
Και αυτή είναι η κατάρα των όμορφων στιγμών.
Ένας ματωμένος Φοίνικας.


Πυθόσοφος ο Τελχινέος

ρε ύφεση – ρε _ λα δίεση – λα



ο παπαγάλος
είναι μεγααάλος
και κάνει πι-πι
και κο-κο-κο
κι αν το κοράκι
δεν γίνει τζάνκι
ή σε άλλα σκότη
δεν αρνηθεί (παθητική)
θα φύγει τότε
ποτέ ή πότε
στο ένα φτερό το σούρουπο
στο άλλο ξημερώνει
(η αυγή, η ανατολή είναι καμμένες λέξεις)
με αγαπάς;
καλά ντε μια κουβέντα είπα
σκεπασέ με με τους ώμους σου
ναι δε γίνεται.. το ξέρω
κόψε μου το κεφάλι
μην με αρνηθείς
ένα ιδιωτικό ψυχιατρείο για τον ποιητή παρακαλώ;
δεν είναι στην χάρτα των οικουμενικών ανθρώπων του Δικαιώματος;
τι; πρέπει μόνος μου, ο καθένας κάνει ό,τι, όλα κάποτε τέλει τέλεια τέλεια τέλεια άιμ τζαστ φίλινγκ
είμαι καρπός της γης ή του πένθους ;
η γη δεν πενθεί ποτέ, γι’ αυτό εφευρίσκει την άνοιξη;
δε πειράζει κάνω αγρανάπαυση
ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ δλδ
μέχρι να ρίξεις εδώ ξανά τους σπόρους σου
ο άνεμος δεν είναι που πάει δώθε κείθε κι όλα τα γιατρεύει
φύσα τη σκόνη μου και πνίξε με στο ρίγος, που είσαι;
που θα βρεις άλλο καλύτερο νεκροχώραφο από εμένα
κάποτε σου υποσχέθηκα λουλούδια
τα έκαψε το καλοκαιρινό κρύο δεν έδωσα όχι όλα όσα θα όχι όλα
έχω ακόμα
μα τώρα βρωμάω μπαγιάτικο χρυσάνθεμο
ή τουλίπα της θάλασσας ή
χαλασμένο κολοκύθι
ή
τα φαντάζομαι όλα αυτά για να συμπιέζω τον εξευγενισμό του αρώματος αν αποφάσιζες ποτέ να γίνεις πάλι μύτη
ή
είτε
τα ποίηματά μου μοιάζουν με αυνανισμό;
δεν τελείωσα

δ*^μ#:τ&%ρ)(ς  Κ. (υιός του Γιόζεφ και της Δίκης το γένος αγόνου)

Κυριακή 8 Απριλίου 2018

Οξύ

Ρέει στον οργανισμό
αδίστακτα
αυτό το οξύ,
που λεπταίνει
την ύπαρξη.

 Τακτικές τοξίνες κατατρώνε.
Τακτ βίας.
Τακτ αηδίας.
Μέσα μου. Στον κόσμο.

 Οι παλμοί μας σύνορα
μεταξύ φθοράς και ακαμψίας.
Παλμός και νευρόπονος.

 Οι φωτιές των δρόμων σύνορα-
μεταξύ ζωής και θανάτου.
Χαμένες
στην ψυχογεωγραφία
της μητρόπολης.

 Οι φρικτές φωνές των ανθρώπων
ανάσες με θόρυβο σε καθημερινό μακελειό.

 Κι αυτές οι ζωές στη γωνιά των συρμών
με τα θλιβερά τους λάβαρα
καγχάζουν το "τίποτα δεν έχει απομείνει".

 Σακατεμένη γενιά στα πεζούλια.
Παροξυσμός στον πολιτισμό της φυλακής.

 Σκουπιδοφάγοι, πτωματοφάγοι
κανίβαλοι, νεκρόφιλοι ή ζογκλερ.
Πάνω τους και γύρω τους και μέσα τους
λούζονται με τις ιαχές της εξουσίας.

 Και τα παιδιά τα βράδια
θλιβερές αγέλες που δεν συναντήθηκαν ποτέ.

 Δεν μας ακούμπησε ή δεν το αισθανθήκαμε( ; ) :
Το ίδιο νεκροσέντονο μας περιβάλλει.
Η ίδια ψύχρα είναι αυτό που μένει.

 Το οξύ που ρέει,
και λιώνει,
και λεπταίνει.
Στο μυαλό και την αίσθηση.

 Το οξύ: Εγκλεισμός στο σώμα.
Εγκλεισμός στο μέσα.
Σιωπή.
Αυτό το οξύ ρέει αδίστακτα.

Νωχελικός Θυμός 

Τρίτη 3 Απριλίου 2018

Στιγμές του χτες


Υπάρχουν μέρες που η σκέψη δεν σκαλώνει στις στιγμές του χτές.
Το κουράγιο σε επισκέπτεται, σηκώνει τα μανίκια και για εκείνη και μονο τη στιγμή σε παρηγορεί οτι η ζωή είναι ωραία, και ας κατοικούν λίμνες στα μάτια και σε εκείνο το μάυρο νησάκι, την κόρη, που έγινε τριπλάσια όταν σε κοίταξα.
Ξέγελας την μοναξιά τα σαββατοκύριακα και θεωρείς αμαρτία να νιώσεις την θλίψη,
ποτήρι του νερού, σκοτεινό βλέμμα και σιγή δεν ταιριάζουν στην περίσταση.
Έχεις ξοδέψει 5 μέρες και 5 μήνες να τα ζείς σε επανάληψη, πως να σου δώσω το εντάξει για να προχωρήσεις;
Ενας αλήτης έρωτας θα σε σώσει.
Ενάντια σε όλα, αλύπητος εκτελεστής των θλιμμένων στιγμών.

Δ.Κ

Άπνοο



Ξερή πνοή η κάθε σου εικόνα
Ανεπαρκεί υδρατμών που θα υγράνουν την ψυχή μου.
Και το κορμί μου
Κουρνιασμένο εμβρυϊκά σε ξεβρακωμένο μάρμαρο
Δίχως να αποζητά τη ζέση
Μιας και πλέον
Έμαθε να ζει τυλιγμένο σε άυλο σεντόνι.
Και η πνοή αυτού;
Πιο ισχνή κι απ’ της εικόνας σου.
Μα πώς έφτασα ως εδώ;
Μάλλον ξέχασα να ενεργοποιήσω το ξυπνητήρι της ζωής τότε που χάθηκες.
Ή μήπως όταν εμφανίστηκες;
Λεπτός ο διαχωρισμός
Λες και η ύπαρξή μου είχε κρυφτεί τόσο καιρό
Και τώρα δεν ξέρω σε ποιον εαυτό να τη χρεώσω
Σε αυτόν που πλέον μετά βίας ζει
Ή σε αυτόν που χρόνια νόμιζε πως επιβιώνει δίπλα σου;

Σόφι Σολ 

Σάββατο 31 Μαρτίου 2018

Μια μαγική κιμωλία



Θα σου δώσω μια σκάλα και μια μαγική κιμωλία.
Θα ανέβουμε με την σκάλα αυτή ψηλά στα αστέρια.
Θα σου πιάσω το χέρι και θα στο κρατώ μέχρι να ενώσουμε όλα τα αστέρια του ουρανού, και ακόμα και τότε δεν θα στο αφήνω.
Θα σου γελάω και θα σου τραγουδάω, θα σε προστατεύω και θα σ΄αγαπάω, θα σε αγκαλιάζω και θα σε φιλάω.
Θα ξαπλώνουμε στα αστέρια αγκαλιά και θα ονειρευόμαστε.
Θα παρατείνουμε την ευτυχία μας για πάντα μακριά από όλα τα άσχημα, αρκεί να έχω εσένα και εσύ εμένα.
Θα παραμείνουμε για πάντα μέσα μας παιδιά που θα γελάνε με την καρδιά τους.
Μόνο έτσι θα έχει νόημα το παρελθόν το παρόν και το μέλλον…

Κ.

Το υφαντό των επιδιώξεων


Τα καλύτερα μάγια πάντα ψάλλονται από δύο,
έχουν γεύση από νεωτεριστικά άγχη και οράματα
πλαισιωμένη από μεταμοντέρνα όνειρα και φαντασιώσεις,
ενώ είναι πακεταρισμένα με τη μυρωδιά ενός ολόκληρου πλανήτη,
εκείνο το ταξίδι της σχεδίας σας μέσα στη λαίλαπα του κόσμου.

Δημιουργούνται χωρίς ραβδιά, αλλά με ποικιλόμορφους γεωμετρικούς ρυθμούς,
χρωμάτων, σχημάτων και ποιημάτων, που χορεύουν στο ρυθμό ενός ταγκό,
εκείνου που ξεκινάει σαν ραπ και αλλάζει συνέχεια μελωδίες,
αυτού που η μορφή του παραμένει μακρινό είδωλο κάθε νύχτας ξεχασμένης.

Και τα μισά σας ξόρκια θα αποτύχουν,
γυμνά καθώς πλέουν στο χείμαρρο της ανέχειας,
ρηχά μετουσιωμένα στον ορίζοντα σύμμεικτα όμως ατέρμονα με ουρανό και γη
σαν καρποί ενός χριστουγεννιάτικου δέντρου που ξέχασες να ξεστολίσεις.

Και να σου ξανά το τσουκάλι στη φωτιά,
και μέσα του σε μια δίνη να γυρίζουν κομμάτια της καρδιάς σας,
σύμβολα και εικόνες του παρελθόντος, ισχνές αναζητήσεις του παρόντος,
συνήθειες και πάθη και γύρω τους ένας γαλαξίας ψυχών,
το υφαντό εκείνο, των επιδιώξεων της κοινής σας ανάσας.

Σπετσιώτης Κων/νος 

Τις Κυριακές


Ευτυχώς που υπάρχουν και οι Κυριακές
Για να έχω χρόνο να πίνω τον πρωινό καφέ μου
Παρέα με την σκιά σου,
Και να με φιλάνε οι αναμνήσεις στο μέτωπο για καλημέρα
Υστέρα να παίζει το τραγούδι σου στο ραδιόφωνο
Κυλάνε λίγα δάκρυα,
Και ως το βράδυ η μορφή σου έχει αρχίσει να τσαλακώνεται
Μοιάζεις μακρινός, και εγώ λίγο κουρασμένη
Θα έρθει αύριο η Δευτέρα να μου θυμίσει
Ότι η πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται στην δική μου

Κανένας

Λόγια που θα ήθελε να ακούσει


Μοιάζεις με δέντρο που ανθίζει μέσα στο φθινόπωρο
 Ο λαιμός σου είναι ο κορμός
 Kοιτώ τις γραμμές που είναι χαραγμένες πάνω του και υπολογίζω πόσα χρόνια αναπνέεις.
 Τα μάτια σου είναι φωτεινοί καρποί , δεν υπάρχουν όμως κλαδιά
αιωρείσαι , στήριγμά σου ή έλλειψη βαρύτητας και σοβαρότητας.
Τα μαλλιά σου είναι ο ήχος που ακούμε τα βράδια όταν το δάσος  ζωντανεύει  και ο κόσμος πάει για ύπνο
Αν κλείσω τα μάτια μου φοβάμαι πως θα έρθει η άνοιξη και θα πρέπει να περιμένω ένα καλοκαίρι για να ξαναφανείς
Έρχεσαι και φεύγεις,
χορεύεις, μοιάζεις σαν να είσαι σε ταινία
Αν σου έδινα ένα όνομα αυτό θα ήταν

Άγνωστο

Μπάνιο στη θάλασσα


Nα πάρουμε ένα ζευγάρι μας και να πάμε
Να πάμε μια φορά στη θάλασσα
Να πάρω εγώ έναν εαυτό μου
Να πάρεις κι εσύ ένα εγώ σου
Σε μία ακρογιαλιά
Κάτω από έναν ήλιο και από έναν ουρανό
Να φτιάξουμε μια αγκαλιά και να τους βάλουμε
Δύο σώματα γυμνά και δυο ανάσες
Και αν θα φύγουν τα εγώ, τα εσύ, οι εαυτοί, τα ζευγάρια και οι μάσκες, να τι θα μείνει
Ένας ήλιος, ένας ουρανός, μια θάλασσα, δύο σώματα, ένα σώμα, δύο σώματα, ένα σώμα
Και μια ανάσα

Ορφέας Διοσκουρίδης

Τρίτη 27 Μαρτίου 2018

Άραγε



Αναρωτιέμαι ποια αγκαλιά
βαστάει την θλίψη σου απόψε
κι ακόμη περισσότερο
άμα θυμάσαι να ξυπνάς καμιά φορά
μες στη δική μου,
αν μας φτιάχνεις καφέ,
αν μαγειρεύουμε παρέα το μεσημέρι,
αν ενοχλούνται ακόμη
τα πνευμόνια σου απ’ τον καπνό μου,
αν συναντιόμαστε ποτέ στα όνειρα,
αν με σκέφτεσαι όποτε
ακούς το όνομα μου,
αν με θυμάσαι,
αν θυμάσαι.

κοδύσσεια

Κυριακή 25 Μαρτίου 2018

Τα ξύλα


ξόδευα συνεχώς τα ξύλα μου για να σε ζεσθάνω.
εγώ αμάνικο
εσύ πουλόβερ.

μια μέρα γύρισα να σε κοιτάξω
άνοιξες το παράθυρο.
και έτρεξες αλλού
(μα εσύ κλείδωσες;)

από τότε σε αναζητώ
στη ζέστη
στο κρύο
δύο άκρα που ποτέ δε ταίριαξαν.

Θεοδώρα 

Άτιτλο

Φωτιά στο στέρνο,
κόμπος στο λαιμό,
συμπιεσμένα δάκρυα στα μάτια,
όλα έτοιμα να ξεχειλίσουν.
Μοναξιά, μοναξιά, μοναξιά,
όσο τη λες τόσο χάνει τη σημασία της,
και καταλήγει να ναι απλά μια εύηχη λέξη της ελληνικής γλώσσας,
και καταλήγεις να σαι μια εγκλωβισμένη ύπαρξη
ακροβατώντας στα όρια της έκρηξης και της κενότητας.

Εύα Κυριακάτη

Άτιτλο


Φορούσε τα ταξιδιάρικα παπούτσια του,
αυτά στων οποίων τις σόλες είχε γραφτεί ο κόσμος όλος
αυτά που τον πήγαν και τα πήγε παντού
μέχρι που άνοιξαν
και γίναν
σαν
αυτόν.

Radi Energeia

Θύμηση


Ο χρόνος κυλά
η απόσταση ίδια
η θύμησή σου
παραμένει εκεί
σαν σκιά
φωτισμένη από φως
που δε σβήνει ποτέ

Νώλ

Όχι πια ποιήματα

Νεκροί ποιητές
Πήραν σβάρνα τους δρόμους
Στο κεφάλι τους φύτρωσε στόμα
Και δεν κλείνει πια
Και ουρλιάζουν
Ουρλιάζουν
Ουρλιάζουν
Με στίχους γέμισαν τα τζάμια της πόλης
Μα ποιος διαβάζει πια
Τα ποιήματά τους ‘καναν λουλούδια
Τα χρυσά αγκάθια τους
Και τη γεμάτη αλήθεια μυρωδιά τους
Κανείς δεν ακουμπά
Κανείς δεν μυρίζει πια

Άλλωστε ποιος κατέχει ακόμη την κηπουρική

Στην αγορά ψέλνουν
Ποιήματα αγγελικά
Και άλλα στην κόλαση πλασμένα
Όμως κανείς δεν ακούει πια

Στο χώμα αίμα
Στο τσιμέντο αίμα
Στο νερό αίμα
Στο βήχα αίμα
Κανείς δε ανατριχιάζει πια

Πρεσβυωπία υπαρξιακή

Κανείς δεν άκουσε
Κανείς δεν είδε
Κανείς δεν ξέρει
Κανείς
Και ας ουρλιάζουν
Οι μάνες
               Η θάλασσα
                                  Οι ποιητές
                                                Και πότε πότε
                                                                           Εγώ

Κάρολος

Τρίτη 20 Μαρτίου 2018

Reverie


Συμπληρώματα διατροφής.
Δε πρόλαβες να φέξεις κι όλο χάνεσαι.
Αναπληρωματικοί καφέδες.
Σε πρόφτασε μια προσταγή, κι όλο υποταγή τη δέχτηκες.
Γεμίζεις το κενό με θόρυβο.
Κι ένας τρίτος κόσμος μας χαστουκίζει.
Κι άλλο.
Φτάνει;
Κι άλλο.
Επικαλείσαι τη Francis.
Κάποιος να φταίει για τη χολή που προσκυνάς και καταπίνεις.
Μια στραβή ματιά στη πείνα δεν έβλαψε κανέναν.
Όσο πιο αδύνατη.
Η χαραμάδα ξέρει.
Μια αναπλήρωση έγινες κι εσύ.
Φτάνει.
Μια πνοή σου αρκεί. Να λες κι ευχαριστώ.
Κι αυτή σου δίνεται για τη συγγνώμη που χρωστάς.
Κι άλλο.
Όσο πιο αδύναμη.
Μέχρι να φαγωθείς ολόκληρη.
Να χαθείς.
Κι ίσως να φτάνει.

PhoeniciaO (Φοινίκη)

Άτιτλο

Καθώς δεν έχει χώρο
για ενθύμια
      αναθήματα
      σπονδές
Ουρλιάζει απαιτήσεις
ο παράδεισος

Χρύσα Πανταζή

Παρασκευή 16 Μαρτίου 2018

Φωτιά

Μουντή ξύλινη καλύβα στη μέση του πουθενά.
Έξω από τα σκεπάσματα πετάγομαι ξανά.
Ακόμη ένα λαμπρό και ανέμελο πρωί.
Ακόμη το μουδιασμένο σώμα μου ψάχνει διαφυγή.

Η υγρασία μέσα , διακριτική μα αισθητή.
Η ατμόσφαιρα έξω ζέστη και αισθησιακή.
Μαρμελάδα βύσσινο και ζεματιστό τσάι από φασκόμηλο.
Στρίβω έναν μπάφο και σκαλώνω στο παραθυρόφυλλο.

Το σπίτι έχει βυθιστεί σε έναν ωκεανό δυστυχίας.
Οι τοίχοι διαρκώς σε κατάσταση λογομαχίας.
Πονάω και αυτό αντανακλάται σε κάθε μοναχική γωνία.
Μαραζώνω καθώς όλα γκρεμίζονται με τόση μανία.

Θέλω να δραπετεύσω από το έρεβος.
Μήτε κυκλώνες ,μήτε θόρυβος.
Υποτίθεται ότι μετακόμισα εδώ για να αποφύγω το πλήθος.
Που είσαι; Μάλλον ξέχασες ποιανού είσαι ο πολύτιμος λίθος.

Γιατί στα στάχυα γύρω μου πρόσωπα ξεπροβάλουν;
Θα είναι οι φαντασίες μου που με αποτυγχάνουν.
Φυτρώνουν απορίες, ζαλίζομαι, εξασθενώ.
Ένας απειλητικός λαβύρινθος,πως βρέθηκα εδώ;

Κακό πράγμα οι ανασφάλειες , πάσσαλοι που καρφώνουν.
Μάταια ξεγελιέμαι , τα βλέμματα με θολώνουν.
Ανείπωτα λόγια και σκιές, καμία σαφήνεια.
Την όψη σου αναζητώ σε ονειρική ευκρίνεια.

Όλη μου η ζωή φαντάζε τιμωρία.
Δεν είναι και παράλογο να ψάχνω σωτηρία.
Πλησιάζουν οι επικριτές, με βάζουν στην αγχόνη.
Κλαίω καθώς βλέπω την πτώση μου από ετούτο το βαγόνι.

Εγω το μόνο που'θελα ήταν να γίνω άνθος.
Να ξεχωρίσω εκεί που το μίσος έγινε βάλτος.
Δυσοίωνες κραυγές, ζητούν την καταδίκη.
Ποιος ξέρει καθημερινά ,σε ποιον προκαλούν φρίκη.

Σε ποιον μονίμως εξαπολύουν κατηγορίες.
Ποιος αβλαβής ανέχεται αυτές τις κτηνωδίες.
Μα όλοι οι φόβοι μου θα έρθουν να με σώσουν.
Θα λύσουν κάθε κόμπο,θα με ελευθερώσουν.

Και ξαφνικά το σώμα μου στις φλόγες θα τυλιχτεί.
Ο κόσμος δεν αντέχεται ,η ελπίδα λιγοστή.
Θα αφαιρέσω τα κουρέλια μου, θα σε βρω ξανά.
Εφόσον έξω από εμάς το ψύχος κυνηγά,θα χωθώ μέσα στη φωτιά.

Narchrissus

Τρίτη 13 Μαρτίου 2018

Ζημιά



Τις προάλλες όπως καθόμουν στην πολυθρόνα,
Μπήκε η γάτα μου απ’ το παράθυρο και με ρώτησε:
-Που το βρήκες αυτό το φως;
-Βυθίστηκα βαθιά μες στο σκοτάδι της είπα,
κι έκλεισα τα μάτια μου για μια στιγμή.
Όταν τα άνοιξα δεν υπήρχε ούτε γάτα,
 Ούτε παράθυρο.

ødy


Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2018

Πρώτη φορά


Κάποιος μου έμαθε για τις εκδοχές˙
Το χρόνο που μας βρίσκει μόνο επειδή τον ψάχνουμε.
Θυμήθηκα τα μάτια του.
Πρώτη φορά κατάλαβα.

Όπως στο σκοτάδι
Ένα αυτοκίνητο
Βγαίνει απότομα μπροστά σου
Κι έχει ήδη χαθεί
Μα εσύ είσαι τυφλός ακόμη.

Πέφτουν κομφετί λάμψεις.
Πνίγεσαι.
Τόση ηδονή στο ξέσκισμα.
Ματώνουν τα μάτια σου
Μπροστά σου μια ουρά.

Πόσο κομψά την πέρασες στο λαιμό.
Κι όλο τη σφίγγεις και γελάς.
Έτοιμος να δώσεις άφεση.
Πόση αφέλεια˙
Κι όμως τα κατάφερες.

Έλεγες πως χάθηκε το πάθος.
Κι ήρθε να σε λυτρώσει.
Κι άφησες το όνομά σου στο τελευταίο τράβηγμα.
Πρώτη φορά κατάλαβα.
Πώς αναπνέουν τώρα;


Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2018

(αν σ'αγαπούν)



κίβδηλες αγάπες
που έχουν για περιτύλιγμα
ένα αστραφτερό χαρτί
τσαλακωμένο

με κάτι τρύπες μικροσκοπικές
οι οποίες είναι τα σημάδια
ενός παλιού έρωτα :
τυφλός ο παραλήπτης

Υπακούει όμως στην προσταγή :
Δεν μπορείς να τ'ανοίξεις!
και επιμένει πιστεύοντας
πως επρόκειτο για δώρο

σαν μικρό παιδί κι'αυτό
που περιμένει τα Χριστούγεννα
κάτω από το δέντρο
για ένα δώρο-έκπληξη

Γιατί στις κίβδηλες αγάπες
περιμένεις εκείνη τη μέρα
που θα βγει από το περιτύλιγμα της
και θα παραδοθεί σε σένα

με τον ίδιο τρόπο
που παραδόθηκες κι εσύ.
Ξεχνώντας ότι στην αγάπη
δεν περιμένεις ν'αγαπηθείς :

Αγαπιέσαι
Δεν περιμένεις να σωθείς
Σώζεσαι :
από τον ίδιο σου τον εαυτό

που για λίγο
νιώθει την αγάπη
να επαληθεύεται στο τώρα

Φλέρυ

Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2018

Και ύστερα


Κι αυτή η καταθλιπτική μας πόλη
Δεν μας αφήνει λίγο χρόνο να λησμονήσουμε.
Μικρές οθόνες στα παγκάκια, στις γωνίες,
στις πλατείες , στα δωμάτια, στα βρώμικα κρεβάτια
που προβάλλουν όλα εκείνα που μας ταράζουν.
Και ύστερα η ποίηση, η καταπίεση και το αλκοόλ.
Ύστερα το ψύχος και η πλημμύρες.
Αλκυονίδες μέρες δεν προβλέπονται.
Η αγωνία τρομερή ξεβάφει στην μελαγχολία μας
Και φτιάχνει χρώμα πένθιμο, λευκό,
εκείνο του ματιού του σαλεμένου σκύλου.
Η αναπόληση  βασανιστική,
τα ταξίδια, ο πόνος του σώματος και της ψυχής.
Και ύστερα ο βάλτος,
πράγματα που δεν είπαμε, που δεν κάναμε,
που δεν δοκιμάσαμε βαλτώνουν στο θυμικό μας.
Και ύστερα το παραμιλητό στον ύπνο και
τα όνειρα  που δεν φτάνουν ποτέ στην επιφάνεια,
πνίγονται στην διαδρομή και αφήνουν αυτή την
πικρή γεύση στο στόμα.
Δάκρυσα… το φαγητό περιμένει στο σπίτι,
Το κρύο καφενείο της γειτονιάς με μαγνήτισε.
Γράφω για εσένα, γράφω  για εμένα…
Η χειρότερη φαγούρα είναι αυτή της ανικανότητας
να εκφράσεις με λόγια ακόμα και τα πιο απλά.
Σ’αγαπώ , σημαίνεις για εμένα το άγνωστο γι’αυτό και σε φοβάμαι ,
φωτοδοτείς  το δρόμο στα ταξίδια.
Τραγούδια, στίχοι κι αλκοόλ, αφαγία και καυγάδες,
έλλειψη   υπομονής και ματαιότης,  χαρτιά, στυλό,
ταμπάκο και φωτιά που σιγοκαίει τα δάχτυλα.

Ιάσων Άλυ

Επ-Ανάσταση


Δεν είναι τυχαίο το δεύτερο συνθετικό.
Σε ό,τι μικραίνει την ύπαρξή σου.
Στην εξουσία,
που σε κλείνει σε διαμερίσματα-κελιά
και σε μετατρέπει σε ανούσια εργατική μηχανή.
Στον Θεό,
που έχει οικειοποιηθεί όλα τα όμορφα ανθρώπινα συναισθήματα,
την συγχώρεση,
την ανιδιοτελή αγάπη
και δεν σε αφήνει να αναπνεύσεις.
Στον εαυτό σου,
που παραγκωνίζεις τις επιθυμίες σου
για να ακολουθήσεις την κανονικότητα των άλλων,
και χωρίς αντικαταθλιπτικά θα βουτήξεις από το παράθυρο του τρίτου.
Επανάσταση λοιπόν,
αντίσταση,
Γενικά, άλλαξε στάση.

Εύα Κυριακάτη

Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2018

Άτιτλο

Για να νιώσεις μοναξιά,
δεν είναι ανάγκη να μείνεις μόνος.
Για να νιώσεις ξένος,
Δεν είναι ανάγκη να μην ξέρεις κανέναν μέσα στο δωμάτιο.
Για να νιώσεις ζωντανός όμως,
πρέπει πρώτα να έχεις πεθάνει.

έ ρ ω τ α ς

Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 2018

Μαντζικ κλας

Το ξέρεις πως η απόσταση
Ονείρου-Πραγματικότητας
Δεν υπάρχει.
Αν μπορούσαμε να το δούμε,
Θα ήταν όλο
μια πανέμορφη ασυνέχεια.
Κι όμως εκεί πάλι εμείς,
Να φτιάχνουμε διαχωρισμούς και
Να παλεύουμε μελαγχολικά,
Να τους δούμε σαν κάτι
που συνέχεται. Σαν μια θλιβερή γραμμή
με το γνωστό αρχή/μέση/τέλος.
Βάλε το παλτό σου κι έλα να με βρεις.
Όχι στην αρχή, Όχι στη μέση, Όχι στο τέλος.
Μόνο σ’εκείνο το σκοτεινό δρόμο
που τώρα κάποιοι εξασκούνται
σε καινούργια ξόρκια.

ΠΣΥ

Θεωρείο


Θα έρθω πάλι κάποιο βράδυ
στο θέατρο.
Μην με περιμένεις.
Μου αρέσει να ξαφνιάζω.
Κυρίως όμως,
δεν θέλω να μου περιμένεις.
Τίποτα και κανέναν .

ΑνώνυΜος

Παραλήρημα



Κοράκια σχίζουν μια-μια
τις κόγχες των ματιών μου,
γεράκια φυτεύουν σπόρους
στη καρδιά μου.
Καθώς ένας Ιησούς Χριστός
πεθαίνει μέσα μου,
προσδοκώ το θάνατο
των επιθυμιών,
των νόθων παιδιών
του συναισθήματος.
Προσδοκώ την ώρα
της λύτρωσης μας,
Μαγδαληνή
κάτω από το κόκκινο σταυρό .

Lisette

Αντανάκλαση


Προσπαθώντας την ομορφιά σου να περιγράψω, απεγνωσμένη επιχείρηση ασφαλώς, συχνά καταφεύγω στο απόκοσμο το γκρίζο των ματιών σου, να αντανακλάται στο νερό.Η Βαλτική υπόχρεη θα μείνει.

ΓΜ

Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2018

άγιοι



δε θα ξεχαστούν ποτέ τα
λερωμένα όμορφα
πρόσωπα τους
οι γεμάτες αγωνία
ματιές
τα αιωρούμενα χέρια
και οι φωνές τους
καθώς καιγόντουσαν:
«πάρτε μας γρήγορα από εδώ!
Αυτός ο κόσμος είναι
για τους πετυχημένους!»

Νίκος Σφαμένος